Οι νέοι πόλεμοι των κατασκόπων | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οι νέοι πόλεμοι των κατασκόπων

Πώς η Κίνα και η Ρωσία χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες πληροφοριών για να υπονομεύσουν την Αμερική

Οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες δεν κάθονταν με σταυρωμένα χέρια, φυσικά. Καθώς η οικονομία της Ρωσίας βυθιζόταν στα τέλη της δεκαετίας του 1990, η CIA κατάφερε να προσελκύσει μερικούς πολύτιμους Ρώσους νεοσύλλεκτους που πρόδωσαν -για μετρητά- τους κατασκόπους τους και απώθησαν τις επιχειρήσεις πληροφοριών της Μόσχας κατά της Δύσης. Αλλά μετά ήρθε η 11η Σεπτεμβρίου.

ΤΥΦΛΩΜΕΝΟΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ

Αρχικά, φάνηκε ότι ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας θα μπορούσε να αποτελέσει μια ευκαιρία για μια επανεκκίνηση, μια ευκαιρία για μεγαλύτερη συνεργασία των αμερικανο-ρωσικών μυστικών υπηρεσιών. Μετά την πρώτη του συνάντηση με τον Πούτιν το 2001, ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζορτζ Μπους [ο νεότερος], σημείωσε χαρακτηριστικά ότι «μπόρεσε να αισθανθεί την ψυχή του» και τον θεώρησε αξιόπιστο. Οι υπηρεσίες πληροφοριών της Ρωσίας συνεργάστηκαν αρχικά με τις Ηνωμένες Πολιτείες για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Αλλά σύμφωνα με αξιωματούχους της CIA, ο μήνας του μέλιτος των αμερικανο-ρωσικών μυστικών υπηρεσιών μετά την 11η Σεπτεμβρίου ήταν βραχύβιος, δίνοντας την θέση του σε μια εποχή μυστικής ρωσικής επιθετικότητας. Εν τω μεταξύ, η Ουάσινγκτον έκανε τα στραβά μάτια. Καθ' όλη την διάρκεια του πολέμου κατά της τρομοκρατίας, η αμερικανική κυβέρνηση διέθεσε συντριπτικούς πόρους για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας εις βάρος των προσπαθειών αντιμετώπισης των απειλών από αναζωογονημένες δυνάμεις όπως η Ρωσία και η Κίνα.

Το ίδιο έκαναν και πολλοί σύμμαχοι των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου. Σύμφωνα με έκθεση της κοινοβουλευτικής επιτροπής πληροφοριών και ασφάλειας του 2020, η βρετανική υπηρεσία ασφαλείας MI5 αφιέρωσε το εντυπωσιακό 92% των εργασιών της στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας το 2006. Αυτό ήταν το ίδιο έτος που ένας πρώην αξιωματικός της FSB, ο Alexander Litvinenko, δολοφονήθηκε στο Λονδίνο με ραδιενεργό πολώνιο. Αργότερα, μια βρετανική δημόσια έρευνα διαπίστωσε ότι ο ίδιος ο Πούτιν είχε πιθανότατα εγκρίνει την δολοφονία, όπως και ο τότε επικεφαλής της FSB, Nikolai Patrushev, ένας άλλος βετεράνος της KGB, ο οποίος τώρα συμμετέχει στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας του Πούτιν. Δεν υπάρχουν αντίστοιχα δημόσια στοιχεία σχετικά με το πώς οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών μοίρασαν την προσοχή και τους πόρους τους μεταξύ της αντιτρομοκρατίας και άλλων προτεραιοτήτων μετά την 11η Σεπτεμβρίου, αλλά οι αξιωματικοί των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών από τους οποίους πήρα συνέντευξη δήλωσαν ότι η αντιτρομοκρατία αποτελούσε την συντριπτική εστίαση της αμερικανικής κοινότητας πληροφοριών. Μέχρι και το 2017, η αντιτρομοκρατία εξακολουθούσε να αποτελεί το κορυφαίο κονδύλι του προϋπολογισμού του Γραφείου του Διευθυντή Εθνικών Πληροφοριών των ΗΠΑ.

Η ιδιοφυΐα του Πούτιν ήταν να αποκρύψει από τις Δυτικές δυνάμεις μετά την 11η Σεπτεμβρίου ότι, αν και συνεργαζόταν για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, χρησιμοποιούσε επίσης τις μυστικές του υπηρεσίες για να εδραιώσει το αυταρχικό του καθεστώς και να μετατρέψει την Ρωσία ξανά σε μεγάλη δύναμη. Στο εσωτερικό, φίμωσε την διαφωνία, συνέτριψε τον ελεύθερο Τύπο, και εξόντωσε τους αντιπάλους του, ακολουθώντας την σταλινική παράδοση του «κανένας άνθρωπος, κανένα πρόβλημα». Στο εγγύς και στο απώτερο εξωτερικό της Ρωσίας, ο Πούτιν προσπάθησε να αποτρέψει την επέκταση του ΝΑΤΟ και να περιορίσει αυτό που θεωρούσε αμερικανική υπονόμευση στην ανατολική Ευρώπη, εισβάλλοντας στην Γεωργία το 2008, στην Κριμαία το 2014, και στην υπόλοιπη Ουκρανία το 2022. Η επέκταση του ΝΑΤΟ τροφοδότησε τους φόβους του Πούτιν για την Δυτική ανατροπή, αλλά είναι ευφάνταστο να υποθέσουμε ότι χωρίς την διεύρυνση της συμμαχίας η Ρωσία θα ήταν ένας ειρηνικός ή υπεύθυνος παίκτης στην παγκόσμια πολιτική. Ο Πούτιν έχει διοικήσει την Ρωσία ως ένα μιλιταριστικό μαφιόζικο καθεστώς.

Από τότε που ανέβηκε στην εξουσία πριν από τρεις δεκαετίες, ο Πούτιν έχει μετατρέψει τις υπηρεσίες ασφαλείας και πληροφοριών της Ρωσίας σε ένα εικονικό κράτος μέσα στο κράτος. Βασίζεται σε μια κλίκα τσεκιστών siloviki, ή «ανθρώπων της δύναμης», οι οποίοι έχουν κατασκοπευτικό και στρατιωτικό υπόβαθρο και ασκούν δυσανάλογη επιρροή στο αστυνομικό καθεστώς του. Σύμφωνα με γνώστες της CIA, η συντριπτική πλειονότητα των τεχνοκρατών του Κρεμλίνου που διοικούν την οικονομία της Ρωσίας το 2020 είχαν τέτοιο υπόβαθρο.

Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι η στρατηγική και η τακτική της Ρωσίας προέρχονται κατευθείαν από το σοβιετικό εγχειρίδιο, αν και είναι ανανεωμένη για την εποχή του κυβερνοχώρου. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και η ψηφιακή διασυνδεσιμότητα παρέχουν νέα μέσα για παλαιότερους σκοπούς, δίνοντας στις ρωσικές κατασκοπευτικές υπηρεσίες δυνατότητες που η KGB θα μπορούσε μόνο να ονειρευτεί. Ο Πούτιν έχει χρησιμοποιήσει μια ποικιλία μυστικών ενεργειών για να υπονομεύσει τους αντιπάλους του στην Δύση. Έχει παρέμβει σε Δυτικές δημοκρατικές εκλογές, με πιο εντυπωσιακή την προεδρική εκλογή στις ΗΠΑ το 2016, διατηρώντας μια σοβιετική παράδοση που χρονολογείται τουλάχιστον από το 1948. Ο Πούτιν διατήρησε επίσης ζωντανή την σοβιετική πρακτική της ανάπτυξης «παράνομων» μυστικών πρακτόρων σε Δυτικές χώρες, ορισμένοι από τους οποίους συνελήφθησαν και αντηλλάγησαν [για να γυρίσουν] πίσω στη Μόσχα σε ανταλλαγές κατασκόπων που θυμίζουν εκείνες του Ψυχρού Πολέμου του περασμένου αιώνα.