Η αρχή της ιστορίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η αρχή της ιστορίας

Επιβιώνοντας στην εποχή του καταστροφικού κινδύνου

Σε αντίθεση με τα πυρηνικά όπλα, τα βακτήρια και οι ιοί αυτοαναπαράγονται. Όπως απέδειξε τραγικά η πανδημία της COVID-19 [13], από την στιγμή που ένα νέο παθογόνο έχει μολύνει έναν άνθρωπο, ίσως να μην υπάρχει τρόπος να ξαναβάλουμε το τζίνι στο μπουκάλι. Και παρόλο που μόλις εννέα κράτη διαθέτουν πυρηνικά όπλα –με την Ρωσία και τις Ηνωμένες Πολιτείες να ελέγχουν περισσότερο από το 90% όλων των πυρηνικών κεφαλών– ο κόσμος διαθέτει χιλιάδες βιολογικά εργαστήρια. Από αυτά, δεκάδες -απλωμένα σε πέντε ηπείρους- έχουν άδεια να πειραματιστούν με τα πιο επικίνδυνα παθογόνα του κόσμου.

Ακόμη χειρότερα, το ιστορικό ασφάλειας της βιολογικής έρευνας είναι ακόμη πιο θλιβερό από αυτό των πυρηνικών όπλων [14]. Το 2007, ο αφθώδης πυρετός, ο οποίος εξαπλώνεται γρήγορα στους πληθυσμούς των ζώων και μπορεί εύκολα να προκαλέσει οικονομική ζημιά δισεκατομμυρίων δολαρίων, διέρρευσε όχι μια αλλά δυο φορές από το ίδιο βρετανικό εργαστήριο μέσα σε λίγες εβδομάδες, ακόμη και μετά από κρατική παρέμβαση. Και οι εργαστηριακές διαρροές έχουν ήδη οδηγήσει σε απώλεια ανθρώπινων ζωών, όπως όταν ο οπλισμένος άνθρακας δραπέτευσε από ένα εργοστάσιο συνδεδεμένο με το σοβιετικό πρόγραμμα βιο-όπλων στο Sverdlovsk το 1979, σκοτώνοντας δεκάδες. Ίσως πιο ανησυχητικό είναι ότι γενετικά στοιχεία υποδηλώνουν πως η πανδημία της «ρωσικής γρίπης» του 1977 ίσως να προήλθε από πειράματα σε ανθρώπους που αφορούσαν ένα στέλεχος γρίπης το οποίο είχε κυκλοφορήσει την δεκαετία του 1950. Περίπου 700.000 άνθρωποι πέθαναν.

Συνολικά, εκατοντάδες κατά λάθος λοιμώξεις έχουν συμβεί μόνο στα εργαστήρια των ΗΠΑ —μια ανά 250 ανθρωπο-έτη εργαστηριακής εργασίας. Δεδομένου ότι υπάρχουν δεκάδες εργαστήρια υψηλής ασφάλειας στον κόσμο, καθένα από τα οποία απασχολεί δεκάδες, ίσως και εκατοντάδες, επιστήμονες και άλλο προσωπικό, ένα τέτοιο ποσοστό ισοδυναμεί με πολλαπλές τυχαίες μολύνσεις ετησίως. Οι κοινωνίες πρέπει να μειώσουν σημαντικά αυτό το ποσοστό. Εάν αυτές οι εγκαταστάσεις αρχίσουν ποτέ να εργάζονται με παθογόνα επιπέδου εξάλειψης, το πρόωρο τέλος της ανθρωπότητας θα είναι απλώς θέμα χρόνου.

ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

Παρά αυτό το αυξανόμενο επίπεδο κινδύνου, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι η ανθρωπότητα θα μπορέσει να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για να προστατευθεί. Στην πραγματικότητα, υπάρχουν πολλά εμπόδια για τον επαρκή μετριασμό του κινδύνου.

Το πιο θεμελιώδες ζήτημα είναι οδυνηρά γνωστό από τους αγώνες της κλιματικής [15] διπλωματίας τα τελευταία χρόνια. Κατά την καύση ορυκτών καυσίμων, μεμονωμένες χώρες αποκομίζουν τα περισσότερα από τα οφέλη, αλλά άλλες χώρες και οι μελλοντικές γενιές θα επωμιστούν το μεγαλύτερο μέρος του κόστους. Ομοίως, η ενασχόληση με επικίνδυνη βιολογική έρευνα υπόσχεται πατενταρισμένα φάρμακα που θα μπορούσαν να ενισχύσουν την οικονομία και το κύρος μιας χώρας -αλλά ένα παθογόνο που θα απελευθερωθεί κατά λάθος σε αυτή την χώρα δεν θα σεβόταν τα σύνορα. Στην γλώσσα των οικονομολόγων, η επιβολή ενός ρίσκου στο μέλλον είναι αρνητικό εξωτερικό στοιχείο, και η παροχή μέτρων μείωσης του ρίκσου, όπως η θέσπιση συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης για νέες ασθένειες, αποτελεί παγκόσμιο δημόσιο αγαθό. (Σκεφτείτε πώς θα είχε ωφεληθεί ολόκληρος ο κόσμος εάν η COVID-19 [16], όπως το SARS μεταξύ 2002 και 2004, είχαν περιοριστεί σε μικρό αριθμό χωρών και στην συνέχεια είχε εξαλειφθεί). Αυτό είναι ακριβώς το είδος του καλού που ούτε η αγορά ούτε το διεθνές σύστημα θα παρέχει από προεπιλογή, επειδή οι χώρες έχουν ισχυρά κίνητρα για να χρησιμοποιούν «τζάμπα» τις συνεισφορές άλλων.

Η ανθρωπότητα έχει μια σειρά από τρόπους για να ξεφύγει από αυτή την δομική τραγωδία. Για να αμβλύνουν τις ανησυχίες για απώλεια εδάφους στον αγώνα για ασφάλεια, οι χώρες θα μπορούσαν να συνάψουν συμφωνίες για να απέχουν συλλογικά από την ανάπτυξη ιδιαίτερα επικίνδυνων τεχνολογιών όπως τα βιο-όπλα. Εναλλακτικά, ένας συνασπισμός προθύμων θα μπορούσε να συσπειρωθεί για να σχηματίσει αυτό που ο οικονομολόγος William Nordhaus αποκάλεσε ως μια «λέσχη» [17]. Τα μέλη μιας λέσχης συμβάλλουν από κοινού στην παροχή του παγκόσμιου δημόσιου αγαθού για το οποίο η λέσχη δημιουργήθηκε ώστε να προωθήσει. Ταυτόχρονα, δεσμεύονται να παρέχουν οφέλη το ένα στο άλλο (όπως οικονομική ανάπτυξη ή ειρήνη) επιβάλλοντας ταυτόχρονα κόστος (μέσω μέτρων όπως οι δασμοί) σε μη μέλη, παρακινώντας τους έτσι να συμμετάσχουν. Για παράδειγμα, οι λέσχες θα μπορούσαν να βασίζονται σε πρότυπα ασφαλείας για συστήματα τεχνητής νοημοσύνης ή σε ένα μορατόριουμ για επικίνδυνη βιολογική έρευνα.

Δυστυχώς, η αναζωπύρωση του ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων θέτει υπό αμφισβήτηση την πιθανότητα αυτών των κατορθωμάτων παγκόσμιας συνεργασίας. Ακόμη χειρότερα, οι γεωπολιτικές εντάσεις θα μπορούσαν να αναγκάσουν τα κράτη να αποδεχθούν ένα αυξημένο επίπεδο ρίσκου για τον κόσμο -και για τους εαυτούς τους- εάν το αντιλαμβάνονται ως ένα στοίχημα που αξίζει να πάρουν για να προωθήσουν τα συμφέροντά τους για την ασφάλεια. (Στα οκτώ χρόνια κατά τα οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες διατήρησαν τα βομβαρδιστικά σε συνεχή αεροπορική επιφυλακή, πέντε αεροσκάφη συνετρίβησαν ενώ μετέφεραν πυρηνικά φορτία). Και αν ακόμη και το πρόγραμμα βιο-όπλων ενός κράτους πειραματιζόταν με παθογόνα σε επίπεδο εξαφάνισης -ίσως σε μια ανόητη προσπάθεια να αναπτύξει τον απόλυτο αποτρεπτικό παράγοντα— το επόμενο εργαστηριακό ατύχημα θα μπορούσε να επισπεύσει μια παγκόσμια πανδημία πολύ χειρότερη από αυτήν της COVID-19 [18].