Η Ελλάδα, το Ευρώ και ο Τρίτος Δρόμος για την Ευρώπη | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Ελλάδα, το Ευρώ και ο Τρίτος Δρόμος για την Ευρώπη

Διαχωρίζοντας τη Δημοσιονομική από τη Νομισματική Ένωση

Η Γερμανία, ο βασικός ταμίας της ευρωζώνης, ήταν πρόθυμη να εγκρίνει την ιδέα μιας δημοσιονομικής ένωσης, αλλά μόνο μετά από μια μακρά διαδικασία ενσωμάτωσης, όταν η κρίση θα έχει ήδη επιλυθεί. Επίσης, επιμένει για ισχυρούς νέους κανόνες που θα περιορίζουν το ποσό των χρημάτων που μεμονωμένες χώρες θα μπορούν να δανειστούν και την επιβολή κυρώσεων σε εκείνους που παραβιάζουν τους κανόνες αυτούς. Εν τω μεταξύ, ο ολλανδός πρωθυπουργός Mark Rutte, πρότεινε τη δημιουργία θέσης του «τσάρου» για τον προϋπολογισμό στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ο οποίος θα αστυνομεύει τις χώρες για την τήρηση των κανόνων. Αν οι χώρες συνεχίζουν να παραβιάζουν τους κανόνες, ο τσάρος θα έχςι το δικαίωμα να τους πει πώς να διαχειριστούν τις οικονομίες τους, για παράδειγμα, λέγοντάς τους να αυξήσουν τους φόρους. Αν δεν κάνουν αυτό που θα τους ειπωθεί, θα πρέπει να εγκαταλείψουν το κοινό νόμισμα.

Αλλά όλα αυτά τοποθετούνται μακριά στο μέλλον - αν όχι στο ποτέ. Μέχρι στιγμής, η διαχείριση της τρέχουσας κρίσης χαρακτηρίζεται από κατά περίπτωση διασώσεις. Σε αντάλλαγμα για δάνεια με χαμηλό επιτόκιο από διάφορα ευρωπαϊκά Ταμεία και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, οι αδύναμες χώρες έπρεπε να μεταρρυθμίσουν τις οικονομίες τους και να περικόψουν τον δανεισμό τους. Αυτές οι διασώσεις όντως εμπεριέχουν οικονομική ενίσχυση από δημοσιονομικά ισχυρές χώρες προς τις αδύναμες, αλλά όχι τόσο όσο θα συνέβαινε σε μια πλήρη δημοσιονομική ένωση.

Καθώς οι συνθήκες στην αγορά έχουν επιδεινωθεί και περισσότερες χώρες έχουν απορροφηθεί στη δίνη της οικονομικής κατάρρευσης, υπήρξαν πολλές διαφορετικές εκδόσεις αυτών των διασώσεων. Οι 17 χώρες της ευρωζώνης δυσκολεύονται να συμφωνήσουν για το τι πρέπει να κάνουν, γεγονός που οδηγεί σε διακυμάνσεις στη χάραξη πολιτικής, κάτι το οποίο έχει υπονομεύσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών και δημιούργησε περιττές οικονομικές δυσκολίες.

Παρόλα τα προβλήματά της, ωστόσο, η μέχρι τώρα πολιτική μεθόδευση έχει και κάποιες επιτυχίες. Οι πιο αδύναμες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν αναγκαστεί να εφαρμόσουν μεταρρυθμίσεις που είχαν αποφύγει εδώ και δεκαετίες. Πρόκειται για την απελευθέρωση των αγορών εργασίας, την εξάλειψη της φοροδιαφυγής, την άνοδο των υπερβολικά χαμηλών ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, την μείωση της γραφειοκρατίας, την ιδιωτικοποίηση κρατικών τομέων, καθώς και το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, όπως είναι τα φαρμακεία και οι υπηρεσίες ταξί. Αυτό συμβαίνει όχι μόνο στην Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, τις τρεις χώρες που έχουν λάβει πακέτα διάσωσης. Η Ιταλία και η Ισπανία έχουν επίσης υιοθετήσει τα δικά τους προγράμματα αναδιάρθρωσης, αν και διστακτικά. Αν τα κράτη αυτά ήταν σε θέση να εκδώσουν ευρωομόλογα, δεν θα είχαν το κίνητρο να προβούν σε μεταρρυθμίσεις.

Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΝΑ ΑΠΟΤΥΓΧΑΝΕΙΣ

Παρόλα αυτά, η τρέχουσα διαχείριση της κρίσης αποδείχθηκε ανεπαρκής σε ένα σημαντικό θέμα. Τουλάχιστον από τη στιγμή που αυτό το άρθρο πήγε προς δημοσίευση, σε καμιά αφερέγγυα χώρα δεν είχε επιτραπεί να χρεοκοπήσει. Τα χρέη Ελλάδα είναι εκτός ελέγχου , αλλά το σχέδιο διάσωσης που έχει επινοηθεί για τη χώρα την ευρωπαϊκή σύνοδο κορυφής τον Ιούλιο ενθαρρύνουν τις τράπεζες που της είχαν δανείσει χρήματα για να μετακυλήσουν τα χρέη της ή ή να παρατείνουν τους όρους αποπληρωμής τους. Αυτό είναι πολύ μακριά από μια σωστή αναδιάρθρωση χρέους, κάτι το οποίο θα άφηνε την Αθήνα με ένα χαμηλότερο επίπεδο του χρέους, ένα χρέος που θα μπορούσε ρεαλιστικά να εξυπηρετήσει.

Εταιρείες και ιδιώτες σε όλο τον κόσμο αναδιαρθρώνουν τα χρέη τους. Κυβερνήσεις εκτός της Ευρώπης αθετούν τις υποχρεώσεις τους. Γιατί θα πρέπει οι χώρες της ευρωζώνης να εξαιρούνται από την πτώχευση; Η ασυνέπεια πληρωμών δεν είναι κάτι ωραίο, φυσικά. Οι δανειστές χάνουν χρήματα. Οι οφειλέτες μπορεί να μποϊκοταριστούν για χρόνια ή να πρέπει να πληρώνουν υψηλότερα επιτόκια. Αλλά έτσι πρέπει να είναι τα πράγματα. Όπως και οι επενδυτές που κάνουν συνετά δάνεια, οι κυβερνήσεις που δανείζονται πάρα πολύ δεν θα πρέπει να παραμένουν στο απυρόβλητο. Εάν δεν αισθάνονται καθόλου πόνο, θα επαναλάβουν τα ίδια λάθη. Πράγματι, ο φόβος της αναγκαστικής κήρυξης πτώχευσης θα μπορούσε να αποτρέψει εξαρχής τις κυβερνήσεις από το να δημιουργούν περίσσεια χρεών. Η επιλογή της χρεοκοπίας με ελεγχόμενο τρόπο θα έπρεπε να είναι μέρος της τρέχουσας προσέγγισης για τη διαχείριση κρίσεων για εκείνες τις κυβερνήσεις που πραγματικά δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους: σίγουρα την Ελλάδα και, ενδεχομένως, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, επίσης.

Ωστόσο, οι περισσότεροι Ευρωπαίοι πολιτικοί έχουν μέχρι στιγμής θεωρήσει εξ ορισμού την χρεοκοπία ως ανάθεμα, επειδή έχουν φοβούνται μην μεταδοθεί. Εάν η Ελλάδα χρεοκοπούσε, οι τράπεζες που της δάνεισαν χρήματα θα μπορούσαν επίσης να χρεοκοπήσουν. Η αγορά ίσως συμπεράνει ότι κι άλλες αδύναμες κυβερνήσεις θα πτωχεύσουν, γεγονός που θα καταστήσει δύσκολη την άντληση κεφαλαίων. Ορισμένοι πολιτικοί φοβούνται ότι το χάος που θα δημιουργηθεί θα είναι ανάλογο ή ακόμα χειρότερο από το χάος που ακολούθησε την πτώχευση της Lehman Brothers. Υπήρξαν πράγματι ενδείξεις ότι η κρίση εξαπλώνεται στην Ιταλία: η κυβέρνησή της βρίσκει όλο και περισσότερο ακριβό το να δανείζεται χρήματα από την αγορά ομολόγων.