Μη φοβού για τις αγορές ομολόγων | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Μη φοβού για τις αγορές ομολόγων

Πώς λειτουργούν τα κρατικά χρέη στην ευρωζώνη

Ήταν αυτός ο ιδιότυπος αγνωστικισμός των επενδυτών που έκανε την ΟΝΕ τόσο ευεργετική για τα μέλη της ΟΝΕ: οι κυβερνήσεις που υιοθέτησαν το ευρώ θεωρήθηκαν σχεδόν ισότιμες, σε ότι αφορά στο νόμισμα και τον πληθωριστικό κίνδυνο. Η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία μπορούσαν να δανειστούν με σχετικά χαμηλά επιτόκια, ειδικά σε σύγκριση με τα μη-μέλη της ΟΝΕ που διέθεταν παρόμοια οικονομικά μεγέθη. Αλλά το 2009, μετά από περίπου μια δεκαετία από τη σύγκλιση των ομολόγων της ευρωζώνης, τα επιτόκια άρχισαν να αποκλίνουν γρήγορα. Μέχρι το 2010, η τυπική απόκλιση των μακροπρόθεσμων επιτοκίων στη ζώνη του ευρώ ήταν 21 φορές μεγαλύτερη από ό, τι ήταν το 2007. Με άλλα λόγια, οι κανόνες των επενδυτών για την αξιολόγηση των δανειζόμενων κρατών είχαν αλλάξει. Οι επενδυτές είχαν αρχίσει να δίνουν προσοχή στα επίπεδα του ελλείμματος και του χρέους, ιδίως μεταξύ των πληγωμένων χωρών της περιφέρειας.

Και όμως οι χρηματοπιστωτικές αγορές εξακολουθούν να ενδιαφέρονται περισσότερο για τη μεγάλη εικόνα. Ναι, η ελληνική κυβέρνηση έχει προειδοποιηθεί επανειλημμένα να περάσει ένα πακέτο περικοπών των δημοσίων δαπανών. Και ναι, η ευρωζώνη έχει πιέσει προς την μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, καθώς και προς την ενίσχυση των ισολογισμών των τραπεζών. Αλλά οι επενδυτές φαίνονται επίσης αβέβαιοι για το ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για την επίτευξη αυτών των αποτελεσμάτων. (Βλέπε για περαιτέρω λεπτομέρειες, το έργο του πολιτικού επιστήμονα Henry Farrell και του οικονομολόγου John Quiggin [1] για την άνοδο και την πτώση του κεϋνσιανισμού). Όλοι οι επενδυτές υποψιάζονταν ότι η χρεοκοπία, η εγχώρια πολιτική αναταραχή ή η διάλυση της ΟΝΕ θα μπορούσε να είναι οικονομικά καταστροφική. Αλλά είναι διχασμένοι σχετικά με το κατά πόσον τα φορολογικά κίνητρα (τα οποία φαινόταν ότι ήθελαν οι αγορές στην αρχή της κρίσης), η λιτότητα (που οι αγορές απαιτούσαν πιο πρόσφατα) ή ίσως μια ενδιάμεση στρατηγική, είναι η καλύτερη απάντηση. Η αβεβαιότητα των παικτών της αγοράς για το ποιο είναι το σωστό μοντέλο σημαίνει ότι οι κυβερνήσεις έχουν σημαντική αυτονομία. Κατά συνέπεια, όταν ο νέος Γάλλος Πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ δεσμεύθηκε να ακολουθήσει μια πιο σοσιαλιστική οικονομική πολιτική, στις αγορές ομολόγων τον υποδέχθηκαν με ένα χασμουρητό.

Είναι χρήσιμο να θυμόμαστε ότι οι επαγγελματίες επενδυτές αξιολογούνται με βάση τις επιδόσεις τους, συγκρινόμενοι με μια ομάδα - υπόδειγμα, σε ένα δεδομένο τρίμηνο ή χρόνο. Ο χρονικός τους ορίζοντας είναι μικρός και το καθήκον τους είναι να προβλέψουν πώς θα ανταποκριθούν οι άλλοι παίκτες της αγοράς σε μια αλλαγή πολιτικής (και όχι το πώς τα πράγματα θα εξελιχθούν σε μια δεκαετία). Λαμβάνοντας υπόψη όλα αυτά, σε περιόδους αναταραχής, γίνεται δύσκολο να προβλεφθεί το πώς «η αγορά» θα αξιολογήσει συγκεκριμένες πολιτικές αποφάσεις. Αν κάποιοι επενδυτές είναι υπέρ των περικοπών δαπανών, ενώ άλλοι ανησυχούν ότι οι περικοπές θα θέσουν σε κίνδυνο την οικονομική ανάκαμψη, τότε η συνολική αντίδραση της αγοράς θα είναι αρκετά υποτονική.

Σήμερα, εάν οι κυβερνήσεις αρχίσουν να προσφέρουν μια σαφή αίσθηση του τι μπορεί να είναι μια καλή πολιτική απάντηση - αν μπορούν να υποστηρίξουν, για παράδειγμα, ότι ορισμένοι τύποι δημοσίων δαπανών πρέπει να διατηρηθούν, ακόμα και αν αυτό οδηγήσει σε βραχυπρόθεσμη αύξηση των ελλειμμάτων και του χρέους - τότε μπορεί και πάλι να είναι σε θέση να καθοδηγήσουν τις δυνάμεις της αγοράς, αντί να καθοδηγούνται από αυτές. Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να μιλούν συλλογικά, γεγονός που καθιστά όλο και πιο σημαντική την αντίδραση των άλλων ευρωπαίων ηγετών στις προτάσεις οικονομικής πολιτικής του Ολάντ, καθώς και στις προτάσεις της Γερμανίδας καγκελάριου Άνγκελα Μέρκελ για ένα νέο σύνολο κανόνων σε πανευρωπαϊκή κλίμακα σχετικά με τις εθνικές δημοσιονομικές πολιτικές. Είτε οι ηγέτες της Ευρώπης συμφωνήσουν τελικά σε μεγαλύτερους φορολογικούς περιορισμούς είτε σε ένα πρόγραμμα οικονομικής τόνωσης είτε σε κάποιο ενδιάμεσο δρόμο, η συμφωνία μεταξύ των κυβερνήσεων είναι το κλειδί. Μια τέτοια συμφωνία, σχεδόν ανεξάρτητα από την ουσία της, θα επιτρέψει στις κυβερνήσεις να καθοδηγήσουν τις αγορές, και όχι το αντίστροφο.

Επιπλέον, όσο οι παράγοντες της αγοράς συνεχίζουν να επικεντρώνονται στην μεγάλη εικόνα, οι επενδυτές θα ανταποκρίνονται περισσότερο στο σύνολο των αποτελεσμάτων (όπως το κατά πόσον ή όχι τα δημοσιονομικά ελλείμματα μπορούν να περικόπτονται) παρά σε συγκεκριμένες πολιτικές αποφάσεις. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα συνολικά αποτελέσματα είναι πιο εύκολο να επιτευχθούν πολιτικά ή οικονομικά, αλλά οι πολιτικοί καλά θα κάνουν να ανησυχούν λιγότερο για τις αντιδράσεις των αγορών κεφαλαίου απέναντι σε συγκεκριμένα μέτρα. Αντ' αυτού, θα πρέπει να ανησυχούν για το πώς θα διαβεβαιώσουν ομάδες με πολιτική έκφραση ή θα προστατέψουν σκληρά πληγείσες εγχώριες κοινωνικές ομάδες, όσο και για το πώς θα εξασφαλίσουν την ορθή διαχείριση του προφίλ του δημοσίου χρέους της χώρας τους. Και, για να επανέλθουμε στο παράδειγμα της Γαλλίας, οι αγορές κεφαλαίων δεν μισούν απαραιτήτως τις αριστερόστροφες κυβερνήσεις: σε αυτή την εποχή της αβεβαιότητας, οι αγορές μπορούν να νοιάζονται λιγότερο για την σοσιαλιστική ταμπέλα και περισσότερο σχετικά με το αν ο Ολάντ είναι σε θέση να οικοδομήσει ένα συνασπισμό (στη χώρα του καθώς και στην Ευρώπη) για να προχωρήσει την οικονομική πολιτική.

Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/137711/layna-mosley/dont-sweat-th...

Συνέσεις:
[1] http://www.henryfarrell.net/Keynes.pdf