Αξιολογώντας την εξωτερική πολιτική του Μπαράκ Ομπάμα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Αξιολογώντας την εξωτερική πολιτική του Μπαράκ Ομπάμα

Ένας προοδευτικός πραγματιστής προσπαθεί να αλλάξει την ιστορία

Αλλά όταν ο Ομπάμα, ακολουθώντας το ρεαλιστικό ένστικτό του, έδωσε στον Τζορτζ Μίτσελ, τον ειδικό απεσταλμένο του στη Μέση Ανατολή, το πράσινο φως για να διαπραγματευτεί κάτι λιγότερο από ένα πλήρες πάγωμα του εποικισμού με τη νεοεκλεγείσα κυβέρνηση Νετανιάχου, ο πρόεδρος απέτυχε να προσαρμόσει τον διακηρυγμένο στόχο του. Αυτό άνοιξε ένα χάσμα ανάμεσα σε αυτό που η διοίκηση Ομπάμα απαιτεί δημοσίως και την πραγματικότητα του τι τελικά επιτυγχάνει (ένα πρόβλημα που επίσης προέκυψε με την ομιλία του προέδρου που προέβλεπε ένα παλαιστινιακό κράτος που θα καλωσοριζόταν στη σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ το 2011, κάτι που η διοίκηση Ομπάμα τελικά έπρεπε να απορρίψει). Η προσπάθεια χάλασε τις αμερικανο-ισραηλινές σχέσεις και έφερε ένα μορατόριουμ που απογοήτευσε τους Άραβες.

Στην πραγματικότητα, σε γενικές γραμμές, οι σχέσεις του Ομπάμα με τους Ισραηλινούς ήταν περιέργως άτονες. Η ομιλία - υπερπαραγωγή που έκανε στο Κάιρο το 2009 απευθυνόταν σαφώς στους Άραβες, αλλά δεν υπήρχαν αντίστοιχες επισκέψεις στο Ισραήλ ή ομιλίες που απευθύνονταν σε Ισραηλινούς, με αποτέλεσμα να χάσει την ισραηλινή κοινή γνώμη από νωρίς. Αυτό, με τη σειρά του, βοήθησε να ματαιωθεί η ειρηνευτική διπλωματία του προέδρου μειώνοντας τη δυνατότητα επιρροής πάνω στον Νετανιάχου, ο οποίος παρακολουθεί τις δημοσκοπήσεις μανιωδώς και συνειδητοποίησε ότι αψηφώντας έναν πρόεδρο που θεωρείται εχθρικός είχε περισσότερα να κερδίσει παρά να χάσει στο εσωτερικό της χώρας του. Από τον αντιπρόεδρο Τζόζεφ Μπάιντεν και τον επιτελάρχη του Λευκού Οίκου Rahm Emanuel ως την υπουργό Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον και τον σύμβουλο της Κλίντον, Ντένις Ρος, ο Ομπάμα είχε μια σειρά από συμβούλους οι οποίοι συνιστούσαν μεγαλύτερες προσπάθειες για να αλλάξει τα μυαλά των Ισραηλινών, αλλά ο ίδιος ο πρόεδρος σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να κερδίσει το Ισραήλ εντείνοντας την υποστήριξή του επί της ασφάλειας της χώρας, μην καταλαβαίνοντας ότι αυτό που η ισραηλινή κοινή γνώμη πραγματικά λαχταρούσε ήταν την προσοχή και την στοργή του.

Όλα αυτά θα μπορούσαν να έχουν ξεχαστεί ή συγχωρεθεί αν ο Ομπάμα είχε επιτύχει να φέρει τον αραβικό κόσμο σε μια πιο ενθαρρυντική διπλωματική στάση. Αλλά όταν αποδείχθηκε ανίκανος να εκπληρώσει τις υποσχέσεις του για την επίλυση του παλαιστινιακού προβλήματος και να κλείσει το Γκουαντάναμο, ο αραβικός κόσμος απογοητεύτηκε από τον Ομπάμα, γυρίζοντας τελικά την πλάτη του σ' αυτόν, όταν στράφηκε προς τις ισραηλινές θέσεις όσο πλησίαζε ο αγώνας για την επανεκλογή του. Ο πρόεδρος κατέληξε με τη χειρότερη εκτίμηση των δύο κόσμων, χάνοντας την υποστήριξη των Ισραηλινών και των Αράβων και μην έχοντας επιτύχει τίποτα.

Σίγουρα, ο Ομπάμα δεν βρήκε πρόθυμους συνεργάτες στον Νετανιάχου και τον Αμπάς. Αλλά τα δικά του στραβοπατήματα κατέληξαν να τους αφήσουν και τους δύο επί ξύλου κρεμάμενους. Αν αποφασίσει να δοκιμάσει και πάλι σε μια δεύτερη θητεία, θα χρειαστεί Ισραηλινούς και Παλαιστίνιους εταίρους που να είναι πρόθυμοι να αναλάβουν κινδύνους για την ειρήνη και την υπεράσπιση των αναγκαίων και οδυνηρών συμβιβασμών. Αλλά θα πρέπει επίσης να εργαστεί πολύ περισσότερο μαζί με αυτούς, αντί απέναντι σε αυτούς.

ΑΝΟΙΞΗ ΕΝΟΨΕΙ;

Η αραβική αφύπνιση είναι το μεγαλύτερο απρόσμενο γεγονός που έτυχε στον Ομπάμα μέχρι σήμερα. Ο πρόεδρος έχει διαχειριστεί την αναταραχή και τις εντάσεις σχετικά καλά, αναγνωρίζοντας ότι αυτά τα επαναστατικά σκιρτήματα δεν αφορούν τις Ηνωμένες Πολιτείες και ότι ως εκ τούτου οι ΗΠΑ έχουν περιορισμένη ικανότητα να επηρεάζουν τα αποτελέσματά τους. Αντίθετα με τη διάρκεια των διαδηλώσεων στον απόηχο των ιρανικών εκλογών του Ιουνίου 2009, όταν ο Ομπάμα φίμωσε την κριτική του ενώ το ιρανικό καθεστώς κατέστειλε το δημοκρατικό κίνημα, ο πρόεδρος έθεσε την φωνή των Ηνωμένων Πολιτειών πίσω από τα λαϊκά αιτήματα για ελευθερία και δημοκρατία σε όλο τον αραβικό κόσμο και βοήθησε στην ανατροπή αντιλαϊκών δικτατόρων στην Αίγυπτο, τη Λιβύη και την Υεμένη, ενώ έκανε ό, τι καλύτερο για να προστατεύσει τα συμφέροντα των ΗΠΑ στη σταθερότητα του Κόλπου. Υπήρξαν και κάποια λάθη τακτικής: η ταπείνωση του Αιγύπτιου προέδρου Χόσνι Μουμπάρακ, η αποτυχία να πιέσει αποτελεσματικά για ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις στο Μπαχρέιν και η επακόλουθη βραδύτητα να πιέσει για την αποπομπή του προέδρου της Συρίας, Μπασάρ αλ-Άσαντ. Αλλά σε γενικές γραμμές, ο ενστικτώδης ιδεαλισμός του Ομπάμα έθεσε τις Ηνωμένες Πολιτείες στη σωστή πλευρά της ιστορίας και ο έμφυτος πραγματισμός του τον έχει εξυπηρετήσει καλά στο να πετύχει μια νέα ισορροπία μεταξύ των αμερικανικών αξιών και των στρατηγικών συμφερόντων των Ηνωμένων Πολιτειών σε μια ασταθή περιοχή.

Στην Αίγυπτο, η υποστήριξη του Ομπάμα στη διατήρηση του ρόλου του στρατού ήταν σημαντική για την επίτευξη μιας γρήγορης έναρξης της διαδικασίας μετάβασης, αλλά το στοίχημα του αιγυπτιακού στρατού ότι θα είναι η μαμή της αιγυπτιακής δημοκρατίας δεν έχει ακόμα εξελιχθεί όπως αναμενόταν. Παρά το γεγονός ότι το Ανώτατο Συμβούλιο των Ενόπλων Δυνάμεων (SCAF), ο προσωρινός φορέας εξουσίας της Αιγύπτου, επανέλαβε την πρόθεσή του να τιμήσει όλες τις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας, συμπεριλαμβανομένης της συνθήκη ειρήνης με το Ισραήλ, έχει αποδειχθεί ανίκανο στο χειρισμό των λαϊκών αιτημάτων και στην προστασία των δικαιωμάτων των μειονοτήτων. Ακόμη χειρότερα, αντί να διασφαλιστεί η ομαλή μετάβαση που ο Ομπάμα ζήτησε από τις πρώτες ημέρες της επανάστασης, ο στρατός προσπάθησε να προστατέψει τα ειδικά συμφέροντά του και να θέσει εαυτόν πάνω από το σύνταγμα.