Η δύσκολη συνεννόηση στην Κύπρο
Η ελληνική πλευρά ερμηνεύει την ομοσπονδοποίηση της Κύπρου ως μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας από ενιαίο κράτος σε διζωνικό, δικοινοτικό ομοσπονδιακό. Παράλληλα και σε συνάρτηση με αυτή την θέση δεν αποδέχεται την διχοτόμηση της κυριαρχίας ανάμεσα στις δύο συνιστώσες πολιτείες που θα δημιουργηθούν, θεωρώντας ότι η κυριαρχία είναι μια και αδιαίρετη αφού εκπηγάζει από τον λαό στο σύνολο του. Από την άλλη, η θέση της τουρκικής πλευράς βασίζεται στην μεθοδολογία της «συγκέντρωσης» στην οποία μια ομοσπονδία δημιουργείται από δύο ή περισσότερες υπάρχουσες κυρίαρχες κρατικές οντότητες.
Ο ΝΕΟΦΥΤΟΣ ΚΑΡΚΩΤΗΣ είναι νομικός, με έδρα του την Κύπρο
Υπό το φως των πιο πάνω, παρατηρούμε ότι το θεωρητικό και κανονιστικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εδράζεται η ΔΔΟ τόσο ως μορφή συναινετικής δημοκρατίας όσο και ως «εθνο-ομοσπονδιακό» πολιτειακό σχήμα υπέχει εγγενείς αδυναμίες και εν γένει δυσεφάρμοστα στοιχεία. Αδυναμίες και στοιχεία που αναφύονται από την ίδια την θεσμική διάρθρωση του κράτους, την βάση κατανομής εξουσιών, και τον τρόπο λειτουργίας των πολιτειακών μηχανισμών. Στην συντριπτική πλειοψηφία των παραδειγμάτων όπου εφαρμόστηκε το άνω πλαίσιο επέφερε ακριβώς τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που επιδίωκε, ενώ οι εθνικές συγκρούσεις όχι μόνο δεν ελαττώνονται αλλά αναπαράγονται με φρενήρεις ρυθμούς και επιταχύνονται με απύθμενη ένταση. Στις πλείστες δε περιπτώσεις τα κράτη διασπάστηκαν ή τροποποίησαν τις πολιτειακές τους ρυθμίσεις, ενώ τα υπόλοιπα κλονίζονται συστηματικά από πολιτικές κρίσεις.
Αυτό που συνάγεται εμπειρικά ως εύληπτο και αβίαστο συμπέρασμα από την εφαρμογή τέτοιων διευθετήσεων, είναι το γεγονός ότι ακόμα και αν υπάρχει μερική βούληση για συνεργασία, οι ίδιοι οι πολιτειακοί θεσμοί –με τον τρόπο που θεμελιώνονται- λειτουργούν ως αντίρροπα και υπονομευτικά εργαλεία. Σε μια κοινωνία που είναι βαθιά διαιρεμένη σε εθνικό, θρησκευτικό ή γλωσσικό επίπεδο και οι διαιρέσεις αυτές λαμβάνουν γεωγραφική διάσταση η οποία μάλιστα ήταν απότοκο βίας (όπως στη Κύπρο), τέτοιου τύπου ρυθμίσεις δεν επιτρέπουν την αλληλο-ενσωμάτωση και συνεργασία των πολιτών. Ούτε παρέχουν την δυνατότητα διαμόρφωσης κοινής κουλτούρας αρχών, θέσεων, και πολιτικών προγραμμάτων. Αντί δηλαδή οι διαφορές να υπερβαίνονται στα πλαίσια μιας διαλεκτικής ιστορικής κίνησης που θα επιτρέπει το άλμα σε ένα ανώτερο επίπεδο για ξεπέρασμα των αντιθέσεων, αυτές οι διαφορές μονιμοποιούνται μέσω της συνταγματικής και πολιτειακής θεσμοθέτησής τους.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ: