Μια μεγάλη στρατηγική για την Ουκρανία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Μια μεγάλη στρατηγική για την Ουκρανία

Πώς να ελιχθεί ανάμεσα στην Ρωσία και την Δύση

Μια γυναίκα παίρνει μέρος σε διαδήλωση μπροστά από την ρωσική πρεσβεία στο Κίεβο ζητώντας την απελευθέρωση της Ουκρανίδας πιλότου του στρατού, Nadezhda Savchenko, από την Ρωσία, στις 22 Μαρτίου 2016. Οι πινακίδες γράφουν (από αριστερά): «Ελευθερία για την Nadezhda Savchenko», «Η Ναντέζντα δεν θα να σπάσει». GLEB GARANICH / REUTERS
--------------------------------------------

Οι επιτακτικές γεωπολιτικές πραγματικότητες που αντιμετωπίζει η Ουκρανία σήμερα και στο άμεσο μέλλον είναι επομένως τριών κατευθύνσεων: Η συνεχής υπαρξιακή απειλή από την Ρωσία, η συνεχιζόμενη έλλειψη αξιοπιστίας της Ευρώπης, και η συνεχιζόμενη υποταγή της πολιτικής των Ηνωμένων Πολιτειών για την Ουκρανία στις αμερικανο-ρωσικές σχέσεις. Η μεγάλη στρατηγική της Ουκρανίας πρέπει να δομηθεί ανάλογα με τις προκλήσεις και τις ευκαιρίες που θέτουν αυτές οι πραγματικότητες.

Πρώτα και πιο προφανώς, η Ουκρανία πρέπει να έχει ένοπλες δυνάμεις που είναι αρκετά ισχυρές για να αποτρέψουν οποιαδήποτε ρωσική επίθεση εκτός από έναν πυρηνικό πόλεμο πλήρους κλίμακας. Ο στρατός της Ουκρανίας θα πρέπει να αναδιαρθρωθεί για να καλύψει αυτή την απειλή, και πρέπει να εξοπλιστεί αρκετά καλά για να αποκρούσει οποιαδήποτε μαζική αεροπορική επίθεση ή επίθεση με τανκς, επίσης. Κεντρικό σε αυτό το ζήτημα είναι το ερώτημα αν οι ανάγκες ασφαλείας της Ουκρανίας εξυπηρετούνται καλύτερα με έναν μεγάλο υποχρεωτικό στρατό ή μια μικρή επαγγελματική δύναμη και με μια σειρά από σταθερές οχυρώσεις ή μια στρατηγική κινητής άμυνας. Η γνώμη των ειδικών στην Ουκρανία και την Δύση, κατατείνει στο ότι μια άκρως επαγγελματική κινητή δύναμη είναι το καλύτερο στοίχημα της Ουκρανίας. Ένας τέτοιος στρατός θα είναι ακριβός.

Δεύτερον, η Ουκρανία πρέπει να έχει μια οικονομία που να μπορεί τόσο να στηρίξει μια τέτοια τεράστια εξοπλιστική προσπάθεια όσο και να παρέχει στον πολύπαθο πληθυσμό της Ουκρανίας ένα απαιτούμενο επίπεδο διαβίωσης. Η Ουκρανία θα πρέπει να επωφεληθεί από τον οικονομικό πόλεμο της Ρωσίας, συμπεριλαμβανομένων των εμπάργκο σε μια σειρά ουκρανικών προϊόντων, και να μειώσει στο ελάχιστο τους οικονομικούς δεσμούς της με την Ρωσία, ενώ θα ανοίγει την οικονομία της στον κόσμο κατά το μέγιστο. Συγκεκριμένα, έχοντας μειώσει δραστικά από το 2014 τις εισαγωγές φυσικού αερίου από -και την αμυντική συνεργασία με- την Ρωσία, η Ουκρανία πρέπει να βεβαιωθεί ότι ποτέ ξανά δεν θα γίνει εξαρτώμενη από την Ρωσία για τις ενεργειακές της ανάγκες και τις ανάγκες ασφαλείας της.

Τρίτον, η Ουκρανία πρέπει να αντιμετωπίσει την χρήση της ήπιας δύναμης της Ρωσίας που στοχεύσει στην υπονόμευση της Ουκρανίας. Κλειδί για την επίθεση της ρωσικής ήπιας δύναμης είναι η αντίληψη ότι υπάρχει ένας «ρωσικός κόσμος» που αποτελείται από όλους τους Ρώσους και τους ρωσόφωνους, τον οποίο το Κρεμλίνο είναι υποχρεωμένο να προστατεύσει. Υπάρχει μόνο ένας τρόπος να ξεφύγει η οποιαδήποτε χώρα είναι παγιδευμένη σε αυτόν τον «ρωσικό κόσμο»: Με την σταδιακή μείωση της χρήσης της ρωσικής γλώσσας και την αντικατάστασή της με την ιθαγενή γλώσσα. Έτσι, επίσης, η Ουκρανία θα πρέπει, όπως και τα κράτη της Βαλτικής, να προσπαθήσει να κάνει την ουκρανική και την αγγλική γλώσσα τις γλώσσες του καθημερινού δημόσιου λόγου και να περιορίσει τα ρωσικά σε γλώσσα του νοικοκυριού, περιορισμένη όλο και περισσότερο σε έναν γηράσκοντα πληθυσμό. Μια τέτοια στροφή μπορεί να εισαχθεί, χωρίς να παραβιάζονται τα ανθρώπινα ή πολιτιστικά δικαιώματα, καθιστώντας ουσιαστικά την ουκρανική την μόνη γλώσσα των ενόπλων δυνάμεων.

Οι εξωτερικές σχέσεις της Ουκρανίας θα πρέπει να διαρθρωθούν γύρω από αυτές τις τρεις γεωπολιτικές πραγματικότητες. Δεδομένου ότι η Ρωσία θα είναι πάντα μια απειλή και η Ευρώπη θα παραμείνει πιθανώς αναξιόπιστη, η Ουκρανία θα πρέπει να επικεντρώσει τις προσπάθειές της στην οικοδόμηση συμμαχιών με τις χώρες που αντιμετωπίζουν εξίσου δυσάρεστες γεωπολιτικές επιλογές. Η Λευκορωσία, η Εσθονία, η Λετονία, η Λιθουανία, η Μολδαβία, η Πολωνία και η Ρουμανία έχουν από καιρό στριμωχτεί μεταξύ της Γερμανίας και της Ρωσίας και υπόκειται στις ιμπεριαλιστικές φιλοδοξίες τους. Αλλά τώρα, η Γερμανία είναι καλόπιστη. Αν και επεκτατική, η Ρωσία είναι οικονομικά και πολιτικά αδύναμη, στηριζόμενη πάνω στο βαθιά διεφθαρμένο και ασταθές φασιστοειδές καθεστώς που κατασκευάστηκε από τον Πούτιν. Εν τω μεταξύ, τα κράτη που είναι ανάμεσα, έχουν ως επί το πλείστον οικοδομήσει σταθερούς πολιτικούς και οικονομικούς θεσμούς και στρατούς. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, ο τότε πρόεδρος της Ουκρανίας, Λεονίντ Κραβτσούκ, υπερασπίστηκε το όραμα μιας συμμαχίας από την Βαλτική ως την Μαύρη Θάλασσα. Αυτό δεν υλοποιήθηκε ποτέ επειδή οι γείτονες της Ουκρανίας δικαιολογημένα επέλεξαν την συμμετοχή στην ΕΕ [7] και το ΝΑΤΟ [8]. Αυτό το όραμα έχει πρόσφατα αναβιώσει ως το σχέδιο Intermarium [στμ: εσωθαλάσσιο, μεταξύ δύο θαλασσών], ως αποτέλεσμα της επιθετικότητας του Πούτιν και της αναιμικής αντίδρασης της Δύσης. Στην ιδανική περίπτωση, τα κράτη Intermarium θα περιλαμβάνουν επίσης την Τουρκία.

Φυσικά, η Ουκρανία πρέπει να συνεχίσει να διατηρεί τις καλύτερες δυνατές σχέσεις με την Ευρώπη, την Ρωσία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η διπλωματία πάντα θα έχει σημασία. Αλλά καμιά ουκρανική διπλωματία δεν θα μετατρέψει την Ρωσία σε έναν φιλικό γείτονα. Όπως υποδηλώνει η ιστορία, μόνο ο μετασχηματισμός της Ρωσίας σε ένα μικρότερο ή μη αυτοκρατορικό κράτος θα το κάνει αυτό. Ούτε θα πείσει η ουκρανική διπλωματία την Δυτική Ευρώπη ότι οι Ουκρανοί αξίζουν ένα ευρωπαϊκό μέλλον όσο και οι Γερμανοί ή οι Γάλλοι. Μόνο μια πλούσια και ισχυρή Ουκρανία μπορεί να το κάνει αυτό. Ως εκ τούτου, η ουκρανική διπλωματία προς τις Ηνωμένες Πολιτείες γίνεται όλο και πιο σημαντική. Η Ουκρανία θα πρέπει να επικεντρωθεί στην προώθηση των βαθύτερων δυνατών οικονομικών και πολιτιστικών δεσμών με τις Ηνωμένες Πολιτείες και στο να υπενθυμίζει στην Ουάσιγκτον ότι η υπαρξιακή απειλή της Ρωσίας στην Ουκρανία είναι μια στρατηγική απειλή για τις Ηνωμένες Πολιτείες.