Προς τα πού να οδεύσουν οι ΗΠΑ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Προς τα πού να οδεύσουν οι ΗΠΑ

Επανεκκινώντας την αμερικανική εξωτερική πολιτική

Η Ρωσία υποστηρίζει επιθετικά ακριβώς τέτοιες αντι-ΕΕ δυνάμεις προκειμένου να αποδυναμώσει και να διαιρέσει αυτό που βλέπει ως εχθρικό ξένο παράγοντα, και η παρεμβολή της Ρωσίας σε Δυτικές εκλογές πρέπει να διερευνηθεί διεξοδικά και να αντιμετωπιστεί επιθετικά. Η πρόκληση της Ουάσινγκτον θα είναι να βρει το πώς να στηρίξει την Ευρώπη και το ΝΑΤΟ και να ελέγξει την πολιτική πονηρία της Ρωσίας παραμένοντας ανοιχτή στην συνεργασία με την Μόσχα για να καταστήσει τουλάχιστον μέρη της Συρίας ασφαλή για τους κατοίκους, για την αντιτρομοκρατία και για άλλα θέματα κοινού ενδιαφέροντος. Η διοίκηση έχει δηλώσει ότι τα μέλη του ΝΑΤΟ πρέπει να δαπανήσουν περισσότερα για την άμυνα˙ προχωρώντας προς τα εμπρός, θα ήταν πιο χρήσιμο να συζητήσουμε πώς να πάρουμε περισσότερο αμυντικό αποτέλεσμα με τα χρήματα που δαπανώνται. Και αν και δεν υπάρχει περίπτωση να έρθει η Ουκρανία στο ΝΑΤΟ, υπάρχει μια [περίπτωση] να κάνει περισσότερα για να υποστηρίξει την αυτοάμυνα της. Σύμφωνα με αυτό, οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας που επιβλήθηκαν για τις ενέργειές της στην Ουκρανία θα πρέπει να συνεχιστούν μέχρι να σταματήσουν οι ενέργειες αυτές ή, στην περίπτωση της Κριμαίας, να αντιστραφούν.

13062017-3.jpg

Ο Trump στο Οβάλ Γραφείο, τον Απρίλιο του 2017. CARLOS BARRIA / REUTERS
--------------------------------------------------

Στη Μέση Ανατολή, η διοίκηση του Τραμπ βοηθήθηκε σημαντικά με το ταχύ, περιορισμένο αεροπορικό χτύπημα τον Απρίλιο ως απάντηση στην χρήση χημικών όπλων από την συριακή κυβέρνηση. Το χτύπημα ενίσχυσε τον διεθνή κανόνα κατά της χρήσης όπλων μαζικής καταστροφής και έστειλε ένα καθησυχαστικό μήνυμα στους τοπικούς εταίρους, οι οποίοι, κατά τα χρόνια του Ομπάμα, ανησυχούσαν όλο και περισσότερο για την προθυμία της Ουάσινγκτον να στηρίξει τις απειλές της με δράσεις. Η πρόκληση τώρα είναι να ενσωματωθούν τέτοιες ενέργειες σε μια ευρύτερη στρατηγική προς την συριακή κρίση και την Μέση Ανατολή γενικότερα.

Όσο επιθυμητή κι αν είναι η αλλαγή καθεστώτος στην Συρία, είναι απίθανο να συμβεί οποτεδήποτε σύντομα και θα ήταν απίστευτα δύσκολο και δαπανηρό να επιτευχθεί από έξω. Ούτε οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι σε καλή θέση για να εξασφαλίσουν ότι ένα διάδοχο καθεστώς θα είναι πιο επιθυμητό. Για το άμεσο μέλλον, λοιπόν, η Ουάσιγκτον πρέπει να επικεντρώσει την προσοχή της στην επίθεση στο Ισλαμικό Κράτος ή ISIS, και στην αποδυνάμωση της κατοχής της οργάνωσης στην επικράτεια του Ιράκ και της Συρίας. Ο ιρακινός στρατός είναι αρκετά ικανός να ελέγξει τις απελευθερωμένες περιοχές στο Ιράκ, αλλά δεν υπάρχει ακόμα κάτι αντίστοιχο με αυτό στην Συρία, οπότε θα πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα η δημιουργία μιας τέτοιας δύναμης, που θα προέρχεται κυρίως από τις τοπικές σουνιτικές ομάδες.

Η Τουρκία είναι σύμμαχος των ΗΠΑ, αλλά δεν μπορεί πλέον να θεωρείται αληθινός συνεργάτης. Υπό την ολοένα και πιο αυταρχική διακυβέρνηση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο κύριος στόχος της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής φαίνεται να είναι η καταστολή του κουρδικού εθνικισμού, ακόμη και με κόστος την υπονόμευση της προσπάθειας κατά του ISIS. Η Ουάσιγκτον επέλεξε σωστά να αυξήσει την ένοπλη υποστήριξή της στους Σύρους Κούρδους που πολεμούν το ISIS -και επειδή αυτό θα προκαλέσει τριβές με την Άγκυρα, θα πρέπει [η Ουάσιγκτον] να μειώσει την εξάρτηση των ΗΠΑ από την πρόσβαση στις τουρκικές στρατιωτικές βάσεις για αυτές και για άλλες επιχειρήσεις.

Η πυρηνική συμφωνία με το Ιράν είναι ατελής, αλλά η διοίκηση είχε δίκιο να μην την αποσύρει και να ξεκινήσει από την αρχή. Κάτι τέτοιο θα άφηνε την Ουάσιγκτον απομονωμένη, και την Τεχεράνη χωρίς περιορισμούς. Αυτό που πρέπει να κάνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι να επιμείνουν στην πλήρη συμμόρφωση με τους όρους της συμφωνίας, να αντιμετωπίσουν την περιφερειακή ώθηση του Ιράν για επιρροή όπου μπορούν, και να προετοιμαστούν για τον περιορισμό της πυρηνικής ισχύος του Ιράν μετά την λήξη της συμφωνίας. Ταυτόχρονα, η Ουάσινγκτον πρέπει να αντισταθεί στο να τραβηχτεί πολύ βαθιά προς την πλευρά της Σαουδικής Αραβίας και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων στην Υεμένη. Η σύγκρουση εκεί μετατρέπεται γρήγορα σε μια στρατιωτική καταστροφή και σε μια ανθρωπιστική τραγωδία [11], και το γεγονός ότι οι αντάρτες υποστηρίζονται από το Ιράν είναι ανεπαρκής δικαιολογία για να παγιδευτεί κανείς στον βάλτο.

Η κυβέρνηση Trump έχει πει διάφορα πράγματα σχετικά με τις προθέσεις της για αυτό που κάποτε ονομάζονταν «ειρηνευτική διαδικασία στην Μέση Ανατολή». [12] Το ατυχές γεγονός είναι ότι ούτε οι Ισραηλινοί ούτε οι Παλαιστίνιοι φαίνονται έτοιμοι να προχωρήσουν˙ το περισσότερο που η Ουάσινγκτον μπορεί να επιτύχει αυτή την στιγμή είναι να συγκρατήσει την κατάσταση από το να επιδεινωθεί περαιτέρω (πράγμα που είναι πολύ σημαντικό, διότι στην Μέση Ανατολή τα πράγματα μπορούν πάντα να πάνε χειρότερα). Δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι η κατάσταση είναι ώριμη για επίλυση ή φιλόδοξες διπλωματικές προσπάθειες. Αντί γι αυτά, η διοίκηση πρέπει να επικεντρωθεί στην μείωση των πιθανοτήτων βίας γύρω από τους ιερούς τόπους της Ιερουσαλήμ (κάτι που δίνει επιχειρήματα εναντίον της μετακίνησης της αμερικανικής πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ), στην ενίσχυση των μετριοπαθών Παλαιστινίων, στον περιορισμό των εποικιστικών δραστηριοτήτων και στην διερεύνηση μονομερών αλλά συντονισμένων ρυθμίσεων που θα βελτιώσουν το status quo και θέσουν το έδαφος για πιο φιλόδοξη διπλωματία οψέποτε τα κόμματα αποφασίσουν ότι είναι διατεθειμένα να κάνουν συμβιβασμούς για την ειρήνη.