Η ηλεκτρονική δημοκρατία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η ηλεκτρονική δημοκρατία

Πώς οι κυρώσεις θα μπορούσαν να βλάψουν τις startup του Ιράν

Περίπου έναν μήνα αφότου η Apple και η Google απέσυραν ιρανικές εφαρμογές από τα καταστήματά τους, Ευρωπαίοι ηγέτες επιχειρήσεων, επιχειρηματίες [επενδυτικών] κεφαλαίων και πολιτικοί έδειξαν την προθυμία τους να διερευνήσουν ευκαιρίες στο Ιράν στο 4ο Ευρω-ιρανικό Φόρουμ [24] που διεξήχθη στις 3-4 Οκτωβρίου. Η εκδήλωση ήταν σε μεγάλο βαθμό ενημερωτική, αλλά η Helga Schmid, που εκπροσωπεί την Υπηρεσία Εξωτερικής Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκμεταλλεύθηκε την ευκαιρία για να επιβεβαιώσει την ισχυρή δέσμευση της Ευρώπης [25] σε όλα τα κομμάτια της [πυρηνικής συμφωνίας] JCPOA. Οι ηγέτες των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων συζήτησαν για συνεργασία στα πάντα, από τις έξυπνες μεταφορές και τον τουρισμό έως τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και το λιανικό εμπόριο. Οι ηγέτες από ιρανικές εταιρείες ιδιωτικών κεφαλαίων συζήτησαν με τους ευρωπαϊκούς επενδυτικούς οργανισμούς για την επέκταση της πρόσβασης σε επιχειρηματικά κεφάλαια. Μερικές ημέρες μετά την εκδήλωση, η ιταλική εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων Azimut ανακοίνωσε συμφωνία [26] για να αποκτήσει το 20% της Mofid Entekhab, της μεγαλύτερης ανεξάρτητης εταιρείας διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων στο Ιράν, για να διευκολύνει την πρόσβαση των ξένων επενδυτών στις ιρανικές κεφαλαιαγορές.

Εν τω μεταξύ, η νοτιοαφρικανική MTN, η σουηδική Pomegranate [27] και η Indigo Holdings της Νήσου του Μαν [28] έχουν επενδύσει στον τομέα της τεχνολογίας, τον οποίο θεωρούν ιδιαίτερα ελκυστικό λόγω της υψηλής διείσδυσης στο Διαδίκτυο και της χρήσης κινητών τηλεφώνων, του περιορισμένου ανταγωνισμού από μεγάλες ψηφιακές πλατφόρμες, και των ανεκμετάλλευτων δυνατοτήτων που προκλήθηκαν από τα χρόνια της απομόνωσης. Αυτές οι επιχειρήσεις λειτουργούν με την συνεργασία -και χρησιμεύουν ως αντιστάθμισμα- της ιρανικής κυβερνητικής επιρροής. Ειδικότερα, η εταιρεία που διαθέτει το Snapp, μια κινητή εφαρμογή κλήσης ταξί, χρηματοδοτείται από την Irancell [29], μια κοινή επένδυση μεταξύ της κρατικής εταιρείας Iran Electronics Industries και της νοτιοαφρικανικής εταιρείας τηλεπικοινωνιών MTN.

Οι ξένες εταιρείες έχουν ήδη δείξει την προθυμία τους να επενδύσουν στο Ιράν, παρά την απειλή αντιποίνων από τις ΗΠΑ. Αυτή η προθυμία μάλλον θα συνεχιστεί, ιδίως αν οι Ηνωμένες Πολιτείες αποτύχουν να διακρίνουν μεταξύ εχθρικών δρώντων και οντοτήτων που συμβάλλουν στην γνήσια διαφοροποίηση του ιδιωτικού τομέα. Τις ημέρες πριν και μετά την απόφαση του Trump να απο-εγκρίνει την JCPOA, οι ηγέτες τόνισαν τα οφέλη ασφαλείας και τα οικονομικά οφέλη της συμφωνίας, ενώ η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης επανέλαβε [16] στις 16 Οκτωβρίου ότι η ΕΕ παραμένει «αφοσιωμένη στην συνεχιζόμενη πλήρη και αποτελεσματική εφαρμογή όλων των τμημάτων της JCPOA».

Η τεχνολογική σκηνή του Ιράν αναπτύσσεται, με την βοήθεια πολλών υψηλής εξειδίκευσης καινοτόμων [ατόμων] και νέων πολιτικών που προωθούν έναν γνήσιο ανταγωνισμό στον ιδιωτικό τομέα. Ωστόσο, η μη ισορροπημένη εφαρμογή αυτών των πολιτικών, σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα όσον αφορά την πρόσβαση σε ξένη χρημαοδότηση, κράτησε πίσω το οικοσύστημα των startup του Ιράν, ειδικά σε σύγκριση με περιφερειακές ατμομηχανές όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Κατάρ. Η συνέχιση των οικονομικών μεταρρυθμίσεων εγχωρίως και η αύξηση της εμπιστοσύνης μεταξύ των επενδυτών στο εξωτερικό -μια τάση που έχει σταματήσει λόγω της επαναξιολόγησης της JCPOA στις Ηνωμένες Πολιτείες- είναι αυτά που το Ιράν χρειάζεται να επιτύχει ως μια περιφερειακή δύναμη στην τεχνολογική καινοτομία.

Copyright © 2017 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/iran/2017-10-31/electronic-republic