Η Υψηλή Στρατηγική της Ρωσίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Υψηλή Στρατηγική της Ρωσίας

Η μελέτη της περίπτωσης της Συρίας *

Με βάση τα παραπάνω γεγονότα, από πολιτική άποψη, η Ρωσία κατάφερε με επιτυχία να κρατήσει τον Bashar Al Assad στην εξουσία, με στόχο να εξασφαλίσει τα γεωπολιτικά και στρατηγικά συμφέροντά της στην Συρία. Επιπλέον, οι επιτυχημένες ενέργειες της Ρωσίας στη Συρία διευκολύνουν την εξουσία του Βλαντιμίρ Πούτιν στην αφήγηση του Κρεμλίνου για την επιστροφή της ρωσικής ισχύος στον κόσμο. Σε περιφερειακό επίπεδο, η πολιτική στρατηγική της Ρωσίας χρησιμοποιεί ως μέσο αρνητικά εξωτερικά στοιχεία, δηλαδή την τρομοκρατία και τους πρόσφυγες, τις γενοκτονίες και τις εκτελέσεις στην Συρία για την στήριξη των λαϊκιστικών πολιτικών κομμάτων στην Ευρώπη ενάντια στην ευρωπαϊκή ενότητα. Οι εξελίξεις του συριακού πολέμου έχουν αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων στη Μέση Ανατολή καθώς διαμορφώνουν ένα νέο γεωπολιτικό τοπίο στην Ευρασία.

Συνοπτικά, διάφορα κίνητρα ώθησαν τον πρόεδρο Πούτιν να επέμβει στρατιωτικά στην Συρία, με το σημαντικότερο να είναι η επιθυμία του να αποκαταστήσει την Ρωσία στο καθεστώς της πριν από το 1989 ως παγκόσμια δύναμη.

Επιπλέον, η ρωσική στρατηγική θέλει να διασφαλίσει την επιβίωση του καθεστώτος Assad ώστε να συνεχίσει την στρατιωτική παρουσία της στην Συρία με τη ναυτική βάση της Tartus και την αεροπορική βάση στο Hmeimim κοντά στην Latacia, την οποία η Ρωσία θεωρεί ακρογωνιαίο λίθο της στρατηγικής της παρουσίας στην Ανατολική Μεσόγειο και στη νοτιοανατολική πλευρά της Ευρώπης. Με αυτόν τον τρόπο, η Ρωσία προτίθεται να διατηρήσει το status quo της ως ισχυρός παράγοντας επιρροής στην περιοχή.

ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΥΣΗ

Οι εξελίξεις και οι συγκρούσεις παγκοσμίως θέτουν σε προβληματισμό τον στρατηγικό σχεδιασμό των ΗΠΑ και των συμμάχων τους καθώς εγείρουν την ανάγκη για δημιουργικότητα και διαδικαστικές βελτιώσεις. Ο στόχος της Ρωσίας είναι να παράγει μια σαφή στρατηγική και να στείλει ένα ισχυρό μήνυμα για τις παγκόσμιες προθέσεις της τόσο στους συμμάχους όσο και τους αντιπάλους της Ουάσινγκτον. Από την άλλη πλευρά, η υψηλή στρατηγική της Ρωσίας σε σχέση με την Δύση έχει πολλές διαφορές από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου.

Υπάρχουν μερικά διδάγματα που θα μπορούσε να πάρει η Δύση από την πρόκληση της υψηλής στρατηγικής της Ρωσίας. Η Ρωσία και ο Πούτιν δεν διαφημίζουν την δική τους στρατηγική. Οι αναλυτές στην Δύση πιστεύουν ότι ο οπορτουνισμός του Πούτιν επιχειρεί να εκμεταλλευτεί τις περιφερειακές δυνάμεις, τα μικρότερα κράτη και τους μη κρατικούς φορείς, χωρίς απαραίτητα να διαμορφώνει στρατηγικές συμπράξεις ή να συντονίζει κοινές δράσεις. Αλλά η πραγματικότητα ίσως είναι διαφορετική.

Η υψηλή στρατηγική της Ρωσίας κατάφερε σταδιακά να εξασφαλίσει την θέση της Ρωσίας ως ένα από τα νέα «κέντρα επιρροής» και να αναγνωρίζεται ευρέως, δίνοντας την αίσθηση συγχρόνως της φθίνουσας επιρροής της Δύσης στις παγκόσμιες εξελίξεις. Η Ρωσία εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία που δημιούργησε η πολύ αβέβαιη μεταβατική περίοδος στην Ουάσινγκτον και η αδυναμία που η ΕΕ έχει επιδείξει τα τελευταία χρόνια στην διαχείριση πολλαπλών κρίσεων όπως η Ελλάδα, το μεταναστευτικό και το Brexit.

Η στρατηγική της Μόσχας ήταν να αξιοποιήσει την ικανότητά της να αναπτύσσει και να οικοδομεί ισχυρές σχέσεις με όλες τις αναδυόμενες δυνάμεις και να υποστηρίζει το «πολυπολικό διεθνές σύστημα» έναντι των Δυτικού προσανατολισμού θεσμών-ιδρυμάτων –οργανισμών.

Η Ρωσία εργάστηκε για να υποστηρίξει άλλες δυνάμεις απέναντι στην Δύση. Η στρατηγική αυτή ξεκίνησε σταθερά από τα τέλη της δεκαετίας του '90, με την «στρατηγική εταιρική σχέση» με την Κίνα, η οποία σταδιακά έγινε μια πλατφόρμα για τις δύο χώρες να προωθήσουν την δημιουργία μιας «πολυπολικής» παγκόσμιας τάξης για να αντισταθμίσουν την Δυτική ηγεμονία. Το στρατηγικό τρίγωνο Ρωσία-Ινδία-Κίνα (RIC), το οποίο ξεκίνησε το 1998 από τη Μόσχα, προσπαθεί να εδραιώσει μια άλλη ενσάρκωση της πολυπολικής τάξης. Από αυτή την άποψη, ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO) και ο όμιλος BRICS υπήρξαν στρατηγικός στόχος για το Κρεμλίνο. Δηλώνουν την δυσαρέσκεια των μελών τους προς τις Δυτικές πολιτικές, τις μονομερείς κυρώσεις, την έλλειψη προθυμίας να μοιραστούν την επιρροή σε διεθνείς οργανισμούς και τις συνέπειες της «ηγεμονίας του δολαρίου», τον ρόλο του ΔΝΤ, της Παγκόσμιας Τράπεζας κλπ. Η Ρωσία προώθησε επίσης την αναβάθμιση της σημασίας του G20 έναντι του φόρουμ G7. Επιπλέον, η SCO αποφάσισε να ενσωματώσει την Ινδία και το Πακιστάν ως νέα μέλη, και να ωθήσει τις BRICS στην οικοδόμηση ενός παράλληλου συστήματος χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων τα οποία βρίσκονται ήδη σε φάση ανάπτυξης.

Αυτό το νέο μάθημα είναι η κατανόηση της τρέχουσας δημιουργίας ενός παράλληλου ανταγωνιστικού χρηματοπιστωτικού συστήματος. Ορισμένοι αναλυτές στην Δύση θεωρούν αυτό το παράλληλο σύστημα υποτιμημένο, αλλά στο μέλλον θα μπορούσε να διαδραματίσει βασικό ρόλο.

Ένα επιπλέον μάθημα σχετικά με την πολιτική στρατηγική και την τακτική είναι ότι η ρωσική αμυντική πολιτική έχει αναβαθμίσει τον τομέα πληροφοριών. Η Ρωσία παρεμβαίνει με διαφορετικούς τρόπους στην εσωτερική πολιτική των Δυτικών χωρών. Για παράδειγμα, η προπαγάνδα που μεταδίδεται μέσω οργανισμών – μέσων όπως το «RT» με τοn συνδυασμό επιθέσεων στον κυβερνοχώρο, όπως καταδεικνύεται από την πειρατεία στην DNC (Εθνική Επιτροπή του Δημοκρατικού κόμματος των ΗΠΑ) και ιδιωτικών μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου κατά την διάρκεια των εκλογών στις ΗΠΑ. Η Ρωσία δημιουργεί επίσης πολιτικές τριβές χρησιμοποιώντας προπαγάνδα και πληροφορίες εναντίον κυβερνήσεων που θα μπορούσαν να απειλήσουν την Ρωσία. Με αυτόν τον τρόπο στοχεύει να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη του Δυτικού κοινού κυρίως στις κυβερνήσεις του και να αποδυναμώσει τους συμμάχους του ΝΑΤΟ.