Οι προοπτικές που διαγράφονται για την παγκόσμια οικονομία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οι προοπτικές που διαγράφονται για την παγκόσμια οικονομία

Πού βρισκόμαστε δέκα χρόνια μετά τη Μεγάλη Οικονομική Κρίση

Η αύξηση της ανισοκατανομής του εισοδήματος και του πλούτου με την σειρά της επέφερε (και συνεχίζει να επιφέρει) πολιτικές και κοινωνικές αναταράξεις. Η εκλογή του προέδρου Trump στην Αμερική ή το Brexit, είναι εκφάνσεις αυτού του φαινομένου. Η παραδοσιακή ιδεολογική διάκριση μεταξύ «δεξιάς» και «αριστεράς» σταδιακά υποκαθίσταται από μια νέα διάκριση μεταξύ «παγκοσμιοποίησης» και «εθνικοποίησης». Το αρχικό όνειρο μιας ανοικτής κοινωνίας χωρίς σύνορα στην διακίνηση αγαθών, εργασίας, κεφαλαίου και τεχνολογίας, αποδείχθηκε για κάποιους εργαζόμενους απατηλό και για άλλους –ακόμα χειρότερα– εφιάλτης. Το πρόβλημα εστιάζεται στις αγορές εργασίας των αναπτυγμένων χωρών και κυρίως στους εργαζόμενους χαμηλής εξειδίκευσης. Αυτή η ομάδα εργαζομένων βάλλεται από δύο πλευρές. Από τη μια, πλήττεται από το φθηνό εργατικό κόστος των αναδυομένων οικονομιών. Από την άλλη, η ολοένα αυξανόμενη υιοθέτηση τεχνολογιών αιχμής στην παραγωγική διαδικασία των αναπτυγμένων χωρών καθιστά τους εργαζόμενους χαμηλής εξειδίκευσης όχι απλά προσωρινά άνεργους (unemployed) αλλά μόνιμα άνεργους (unemployable). Αυτό το φαινόμενο, το οποίο αναφέρεται συνήθως ως «labor mismatch», απεικονίζεται και στα στατιστικά στοιχεία για την αμερικανική αγορά εργασίας. Παρότι το ποσοστό ανεργίας είναι σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα (κάτω από 4%), το ποσοστό συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό (labor force participation rate) είναι στο επίπεδο που ήταν στα τέλη της δεκαετίας του ’70, δηλαδή γύρω στο 63%. Αυτό σημαίνει ότι πολλοί εργαζόμενοι έχουν αποθαρρυνθεί τόσο πολύ από την αδυναμία τους να βρουν μια αξιοπρεπή εργασία, που έχουν αποσυρθεί από την αγορά εργασίας και δεν είναι πλέον καταγεγραμμένοι στο επίσημο εργατικό δυναμικό της χώρας. Το φαινόμενο αυτό είναι ιδιαίτερα έντονο στους εργαζόμενους στην βιομηχανία: Μεταξύ του 2000 και του 2010 η απασχόληση στην αμερικανική βιομηχανία μειώθηκε περισσότερο από 33%. Ο αριθμός των βιομηχανικών εργατών που έχασαν τις δουλειές τους αγγίζει τα έξι εκατομμύρια. Αυτό θεωρείται το μεγαλύτερο αρνητικό σοκ στην αμερικανική αγορά εργασίας, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου της μεγάλης ύφεσης του ‘29.

Ο ΠΑΡΑΓΩΝ ΚΙΝΑ

Συναφής με την διαμάχη σχετικά με τα οφέλη και το κόστος της παγκοσμιοποίησης είναι και ο πρόσφατος εμπορικός πόλεμος μεταξύ Αμερικής και Κίνας. Φαινομενικά, η αιτία που προτάσσεται ως κυρίαρχη για τον εμπορικό πόλεμο είναι το συνεχώς διευρυνόμενο έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο της Αμερικής έναντι της Κίνας. Συγκεκριμένα, οι αμερικανικές εισαγωγές από την Κίνα ανέρχονται στα 540 δισ. δολάρια ενώ οι αντίστοιχες εξαγωγές είναι μόνο 120 δισ. δολάρια. Αξίζει να σημειωθεί ότι ένα σημαντικό μέρος αυτών των εισαγωγών άφορα σε προϊόντα, όπως υπολογιστές, κινητά τηλέφωνα, υποδήματα κλπ, τα οποία παράγονται στην Κίνα από αμερικανικές εταιρείες. Το επί σειράν ετών εμπορικό πλεόνασμα της Κίνας συσσωρεύεται με τη μορφή εξωτερικού χρέους της Αμερικής έναντι της Κίνας. Στο τέλος του 2018, το αμερικανικό χρέος προς την Κίνα άγγιζε τα 1,12 τρισ. δολάρια.
Τα παραπάνω στοιχεία καταδεικνύουν ότι το εμπορικό πρόβλημα της Αμερικής έναντι της Κίνας δεν είναι πρόσφατο. Επί σειρά ετών η Αμερική και η Κίνα είχαν υιοθετήσει μια «σιωπηρή συμφωνία» σύμφωνα με την οποία η Κίνα θα δανείζει την Αμερική προκειμένου η τελευταία να αγοράζει τα προϊόντα της. Κατά συνέπεια, θα μπορούσε να αναρωτηθεί κάποιος, τι προκάλεσε την κατάρρευση αυτής της συμφωνίας; Γιατί μόλις τώρα ανακάλυψε η Αμερική το εμπορικό πρόβλημά της με την Κίνα και αντέδρασε με τέτοια σφοδρότητα; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα έχει δύο σκέλη:

(i)Καταλύτης στην αναγωγή του εμπορικού προβλήματος σε εμπορικό πόλεμο ήταν η εκλογή του προέδρου Trump. Στο παρελθόν, και άλλες αμερικανικές κυβερνήσεις (σχεδόν όλες) εξέφραζαν παράπονα τόσο στην ίδια την Κίνα όσο και στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου σχετικά με αθέμιτες πρακτικές που εφάρμοζε αυτή η χώρα στην προώθηση των εξαγωγών της (όπως για παράδειγμα την επί χρόνια τεχνητή υποτίμηση του κινεζικού νομίσματος). Ο πρόεδρος Trump θεώρησε ότι η διπλωματική οδός δεν φέρνει αποτελέσματα και προχώρησε σε πιο «πειστικά» μέτρα όπως η επιβολή δασμών στις εισαγωγές κινεζικών προϊόντων.

(ii)Πίσω από τον εμπορικό πόλεμο μεταξύ των δύο χωρών υποκρύπτεται μια άλλη, σοβαρότερη ίσως πηγή τριβής μεταξύ τους: Επί χρόνια η Κίνα χρησιμοποιεί διάφορες μεθόδους και τεχνάσματα προκειμένου να υποκλέψει τεχνολογία αιχμής και πνευματικά δικαιώματα από αμερικανικές εταιρείες. Τον Ιούνιο του 2018 το Τμήμα Εμπορίου και Βιομηχανικής Πολιτικής του Λευκού Οίκου εξέδωσε μια μελέτη με τίτλο «Πώς η οικονομική επιθετικότητα της Κίνας απειλεί τις τεχνολογίες και τα πνευματικά δικαιώματα (IP) των Ηνωμένων Πολιτειών και του κόσμου». Το κείμενο αυτό -γραμμένο σε μη-διπλωματική γλώσσα- κατηγορεί ευθέως την κινεζική κυβέρνηση ότι υποθάλπει την κλοπή τεχνολογίας τόσο από την Αμερική όσο και από τον υπόλοιπο κόσμο. Συγκεκριμένα, οι συγγραφείς της μελέτης ισχυρίζονται ότι η κινεζική βιομηχανική πολιτική υλοποιείται (μεταξύ άλλων) μέσω «State-sponsored IP theft through physical theft, cyber-enabled espionage and theft, evasion of U.S. export control laws, and counterfeiting and piracy». Κατά συνέπεια, η επιβολή δασμών στις κινεζικές εισαγωγές δεν αποτελεί για την Αμερική απλώς ένα εργαλείο πολιτικής για τη μείωση του εμπορικού της ελλείμματος, αλλά ένα ισχυρό όπλο εξαναγκασμού της κινεζικής κυβέρνησης να εγκαταλείψει την πολιτική κλοπής αμερικανικής τεχνολογίας. Αυτό το σημείο τριβής είναι ιδιαιτέρως σύνθετο και ως εκ τούτου δύσκολο να επιλυθεί. Ένα από τα πιο ακανθώδη ζητήματα στην επικείμενη «συμφωνία» μεταξύ Αμερικής-Κίνας για την λήξη του εμπορικού πολέμου είναι το πώς θα εφαρμοστούν (και ποιά θα είναι) τα μέτρα ελέγχου για την συμμόρφωση της Κίνας ως προς το σεβασμό των αμερικανικών πνευματικών δικαιωμάτων.