Η διεθνοτική κρίση του 2001 στην Βόρεια Μακεδονία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η διεθνοτική κρίση του 2001 στην Βόρεια Μακεδονία

Τα αίτια, η πορεία, και η κατάληξη όπως κρίνονται 20 χρόνια μετά

Για τα δύο κοινοβουλευτικά αλβανικά κόμματα, το ΚΔΕ και το ΔΚΑ, το οποίο συμμετείχε στην κυβέρνηση, η εμφάνιση του ΕΑΣ προκάλεσε έντονη αμηχανία, με την αρχική τους αντίδραση να είναι από επιφυλακτική έως και αρνητική. Έπειτα από τις πρώτες συγκρούσεις στο χωριό Τανουσέφτσι, τον Φεβρουάριο του 2001, ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Πολιτικής και μέλος του ΔΚΑ, Μπεντρεντίν Ιμπραΐμι (Bedredin Ibraimi), όπως και ο Αντιπρόεδρος του ΔΚΑ, Μέντου Θάτσι, με δηλώσεις τους χαρακτήρισαν τον ΕΑΣ ως «προδότη για την αλβανική υπόθεση», προσθέτοντας ότι η «κάθε κυβέρνηση έχει το δικαίωμα να ασκεί την εξουσία της σε όλο το έδαφος που κυβερνά» (Rusi 2004: 7). Σε ανακοίνωσή τους, στις 20 Μαρτίου, τα δύο κόμματα κάλεσαν «τις ομάδες των ενόπλων να καταθέσουν τα όπλα ώστε να αρχίσει ο διάλογος αλλά και την κυβέρνηση να αρχίσει τις μεταρρυθμίσεις και τον διάλογο για τα προβλήματα των Αλβανών» (Διαμαντής 21/3/2001).

Ξεκάθαρα η ηγεσία και των δύο κομμάτων αισθανόταν «στριμωγμένη», μέσω της αυξανόμενης κριτικής από το εσωτερικό αλβανικό ακροατήριο, αλλά και της πίεσης από τον διεθνή παράγοντα που ζητούσε αποκήρυξη του ΕΑΣ και των μεθόδων του. Αυτό ήταν ιδιαίτερα εμφανές και για τον Αρμπέν Τζαφέρι, τον ηγέτη του ΔΚΑ, ο οποίος κατά το παρελθόν -πριν την συμμετοχή του κόμματός του στην κυβέρνηση συνασπισμού του Γκεοργκίεφσκι- είχε ασκήσει επανειλημμένα έντονη κριτική στην σλαβομακεδονική ελίτ για την στάση της απέναντι στα προβλήματα της αλβανικής κοινότητας. Έτσι, την ίδια ημέρα που το κόμμα του, μαζί με το ΚΔΕ, κάλεσαν τον ΕΑΣ να «καταθέσει τα όπλα του», ο Τζαφέρι δήλωσε ότι «όλα πλέον εξαρτώνται από την κυβέρνηση, προσθέτοντας ότι το κόμμα του δεν υποστηρίζει την χρήση βίας, αλλά ούτε και την ανάλογη επίδειξη δύναμης από το κράτος, τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι «πρέπει να αποφευχθεί ο γιουγκοσλαβικός τρόπος επίλυσης των προβλημάτων» ζητώντας τον εκδημοκρατισμό της κρίσης (αναφέρεται σε Διαμαντής 21/3/2001).

Αλλά και ο ηγέτης του ΚΔΕ, Ιμέρ Ιμέρι, επιχείρησε να κρατήσει αποστάσεις τόσο από τον ΕΑΣ όσο και από την κυβέρνηση. Λίγες ώρες μετά την έναρξη μιας νέας «εκκαθαριστικής επιχείρησης» από τις δυνάμεις ασφαλείας, στις 25 Μαρτίου, εναντίον θέσεων του ΕΑΣ γύρω από την πόλη του Τετόβου, ο Ιμέρι σε συνέντευξη Τύπου στο Τέτοβο, ζήτησε από τον πρόεδρο Τραϊκόφσκι «να σταματήσει αμέσως την επίθεση κατά των ανταρτών και των απλών πολιτών» αλλά και από τους ενόπλους του ΕΑΣ «να αφήσουν τα όπλα τους και να επιστρέψουν αμέσως στα σπίτια τους». Ο Ιμέρι κάλεσε την διεθνή κοινότητα να αντιληφθεί την σοβαρότητα της κατάστασης που διαμορφωνόταν: «ο αριθμός των μαχητών στα βουνά αυξάνεται δραματικά και αν τα αιτήματά μας δεν εισακουστούν, μια μεγάλη επίθεση θα γίνει την άνοιξη με τον αλβανικό πληθυσμό να παίρνει επίσης τα όπλα» (Διαμαντής 26/3/2001). Ο Ιμέρι ζήτησε από την διεθνή κοινότητα να «πιέσει την κυβέρνηση να διαπραγματευτεί με τους αντάρτες… Αλλιώς η Δύση θα πληρώσει ακριβά που δεν ακούει τα επιχειρήματά μας» (δήλωση Ιμέρι στο περιοδικό Spiegel, αναφέρεται σε Διαμαντής 26/3/2001).

Στις 19 Μαρτίου, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφάσισε να εμπλακεί άμεσα στις διπλωματικές προσπάθειες επίλυσης της κρίσης στη Βόρεια Μακεδονία. Κατά την διάρκεια συνόδου των Υπουργών Εξωτερικών υιοθετήθηκε διακήρυξη καταδίκης της «προσπάθειας αποσταθεροποίησης της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας», αποφασίστηκε η υπογραφή Συμφωνίας Σύνδεσης μαζί της και ταυτόχρονα, αποφασίστηκε να μεταβούν στα Σκόπια ο αρμόδιος επίτροπος για την Κοινή Εξωτερική Πολιτική Άμυνας και Ασφάλειας, Χαβιέρ Σολάνα (Javier Solana) και ο επίτροπος για τις Εξωτερικές Σχέσεις Κρις Πάτεν (Chris Patten) «για να συζητήσουν με τα νόμιμα κόμματα… για την επίτευξη εκεχειρίας στην περιοχή» (Μοσχονάς 20/3/2001). Κατά την διάρκεια της ίδιας συνόδου, ο ΓΓ του ΝΑΤΟ, Τζορτζ Ρόμπερτσον (George Robertson), ανακοίνωσε την ανάπτυξη νατοϊκών δυνάμεων της KFOR κατά μήκος των συνόρων Κοσόβου και Βόρειας Μακεδονίας, ικανοποιώντας ουσιαστικά το αίτημα της κυβέρνησης για καλύτερη φύλαξη των συνόρων (Μοσχονάς 20/3/2001).

16052021-2.jpg

Ο πρωθυπουργός της πΓΔΜ και πρόεδρος του κυβερνώντος κόμματος VMRO-DPMNE Λιούμπσκο Γκεοργκιέφσκι (αριστερά) και ο προεδρικός υποψήφιος του κόμματος Μπόρις Τραϊκόφσκι χειροκροτούν την στιγμή που το εκλιγικό κέντρο του VMRO ανακοίνωσε τα πρώτα ανεπίσημα αποτελέσματά του στις προεδρικές εκλογές στα Σκόπια στα τέλη 14 Νοεμβρίου. Ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Τραϊκόφσκι, υποψήφιος της κεντροδεξιάς κυβέρνησης, κέρδισε τις προεδρικές εκλογές της πΓΔΜ στα εκλογές τις οποίες η πρώην κομμουνιστική αντιπολίτευση χαρακτήρισε νοθευμένες. Ο Τραϊκόφσκι, 43 ετών, ξεπέρασε τον νικητή του πρώτου γύρου, Τίτο Πετκόφσκι, της Σοσιαλδημοκρατικής Συμμαχίας, με μαζική υποστήριξη της τελευταίας στιγμής από Αλβανούς. STR OLD/REUTERS
----------------------------------------------------------------------