Η Ρωσία δεν είναι υπερδύναμη της Μέσης Ανατολής | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Ρωσία δεν είναι υπερδύναμη της Μέσης Ανατολής

Η Ουάσινγκτον δεν πρέπει να υπερεκτιμά την απειλή από τη Μόσχα

Η παρέμβαση της Ρωσίας στην Λιβύη επίσης απέτυχε στους στόχους της. Ξεκινώντας στα τέλη του 2019, η Μόσχα ανέπτυξε μισθοφόρους από την λεγόμενη ομάδα Wagner για να πολεμήσουν για λογαριασμό του πολέμαρχου Khalifa Haftar, ενός άλλοτε στοιχείου της CIA [4] που εδρεύει στο ανατολικό μισό της χώρας. Αλλά η Μόσχα είχε πάντα αμφιβολίες για την στρατιωτική ικανότητα του Λίβυου διοικητή και την πίστη του στην Ρωσία. Και στα μέσα του 2020, αφού οι τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις κατέφτασαν για να ενισχύσουν τον αντίπαλο του Χαφτάρ, την αναγνωρισμένη από τον ΟΗΕ λιβυκή κυβέρνηση, η Ρωσία εγκατέλειψε την επίθεσή της στην πρωτεύουσα της Τρίπολης και στράφηκε στο διπλωματικό κομμάτι.

Οι προσπάθειες της Ρωσίας να αυξήσει την επιρροή της σε άλλα μέρη της περιοχής έχουν αποδειχθεί ακόμη χειρότερες. Ούτε η Αλγερία ούτε η Αίγυπτος, που αμφότερες αγοράζουν τεράστιες ποσότητες ρωσικών όπλων, δεν ήταν πρόθυμες να δημιουργήσουν σταθερές στρατηγικές συνεργασίες με τη Μόσχα ή να της παραχωρήσουν αξιόπιστη, μακροπρόθεσμη πρόσβαση σε αεροπορικές βάσεις ή ναυτικές εγκαταστάσεις. Η εμπορική διείσδυση της Ρωσίας στην περιοχή είναι επίσης αρκετά περιορισμένη. Σε αντίθεση με την Σοβιετική Ένωση, το σημερινό ρωσικό κράτος δεν ασχολείται με την χρηματοδότηση μαζικών έργων ανάπτυξης και υποδομής. Οι ρωσικές εταιρείες έχουν πλέον απλούστερους στόχους -να κερδίζουν χρήματα- αλλά αυτό που φέρνουν στο τραπέζι δεν είναι πάντα ανταγωνιστικό προς τις κινεζικές, αμερικανικές, ή ευρωπαϊκές εταιρείες.

Αυτή η περιορισμένη επιρροή αντανακλά το γεγονός ότι τα πολιτικά εργαλεία της Ρωσίας δεν είναι κατάλληλα για την αντιμετώπιση των τρομακτικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η περιοχή. Αυτά περιλαμβάνουν τις συνέπειες της πανδημίας COVID-19, καθώς και βαθύτερες πληγές όπως η αυταρχική διακυβέρνηση, η διαφθορά, και οι ανεκπλήρωτες απαιτήσεις των ολοένα και νεαρότερων πληθυσμών για οικονομικές ευκαιρίες. Και παρόλο που οι Ηνωμένες Πολιτείες στερούνται επίσης εύκολων απαντήσεων σε αυτές τις γενεακές προκλήσεις, τουλάχιστον έχουν την καλοσύνη να προσεγγίσουν την περιοχή μέσω ενός πιο ολιστικού πλαισίου με επίκεντρο τα δικαιώματα, ειδικά υπό την διοίκηση του προέδρου Joe Biden [5]. Στην Λιβύη, για παράδειγμα, οι πολίτες εξακολουθούν να σημειώνουν με εκτίμηση τις μετεπαναστατικές προσπάθειες της Ουάσινγκτον να καλλιεργήσει την κοινωνία των πολιτών, την εκπαίδευση, τα ελεύθερα μέσα ενημέρωσης και την τοπική διακυβέρνηση, κάτι που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την εστίαση της Ρωσίας στα όπλα, τις υποδομές, και την ενέργεια –για να μην πούμε τίποτα για τους αξιόπιστους ισχυρισμούς του ΟΗΕ για εγκλήματα πολέμου που διέπραξαν οι μισθοφόροι της ομάδας Wagner.

ΒΑΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΡΩΣΙΚΗ ΑΠΕΙΛΗ ΣΤΟ ΣΩΣΤΟ ΤΗΣ ΜΕΓΕΘΟΣ

Κανείς δεν πρέπει να έχει ψευδαισθήσεις σχετικά με την ικανότητα του Κρεμλίνου για κακές πράξεις σε αυτήν την ταραγμένη περιοχή. Αλλά τα συμφέροντα των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή προωθούνται καλύτερα από μια νηφάλια, καθαρή εκτίμηση για τις συγκεκριμένες προκλήσεις που θέτει η ρωσική δραστηριότητα -όχι με συναγερμό που κόβει την ανάσα. Συγκεκριμένα, η Ουάσινγκτον πρέπει να αναγνωρίσει ότι σε πολλές περιπτώσεις, η Μόσχα θα υπολείπεται λόγω των περιορισμένων δυνατοτήτων της και της ικανότητας των τοπικών δρώντων να μπερδεύουν τα σχέδιά της.

Έχοντας αυτούς τους περιορισμούς κατά νου, η Ουάσινγκτον θα πρέπει να αποφύγει να δει την περιοχή μέσα από έναν ψυχροπολεμικό φακό. Δεν είναι κάθε εξέλιξη στη Μέση Ανατολή κέρδος ή απώλεια σε μια ανοικτή δια πληρεξουσίων μάχη μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας. Για παράδειγμα, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ θα πρέπει να απέχουν από τον ανταγωνισμό με τη Μόσχα για να προσφέρουν όλο και μεγαλύτερες πωλήσεις όπλων σε χώρες της περιοχής. Τα αυταρχικά αραβικά κράτη έχουν κατακτήσει την τέχνη της χρήσης ρωσικών προσεγγίσεων για να αναζητήσουν ευνοϊκότερους όρους από την Ουάσινγκτον. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν πρέπει να υποκύψουν σε αυτό το παίγνιο.

Ωστόσο, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ δεν πρέπει να δειλιάζουν να αντιστέκονται στις ρωσικές δραστηριότητες στη Μέση Ανατολή με κάποια στοχευμένη αντίδραση -είτε μέσω διπλωματικών, οικονομικών, ή στρατιωτικών μέσων είτε μέσω πιο μυστικών μορφών πίεσης. Για παράδειγμα, αφότου η Μόσχα άρχισε να τυπώνει πλαστά λιβυκά χαρτονομίσματα για να βοηθήσει την κυβέρνηση του Χαφτάρ να χρηματοδοτήσει τον εαυτό της, οι Αμερικανοί αξιωματούχοι προφανώς ενημέρωσαν τους εταίρους τους στη Μάλτα, οι οποίοι κατέσχεσαν [6] μια αποστολή που μετέφερε πλαστά λιβυκά χαρτονομίσματα [υποτιθέμενης] αξίας άνω του 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων. Μια άλλη υπόδειξη των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών οδήγησε στην σύλληψη δύο Ρώσων πρακτόρων στην πρωτεύουσα της Λιβύης. Και μερικές φορές οι Ηνωμένες Πολιτείες μπόρεσαν να στρέψουν την προσοχή των πολιτών στην ρωσική παραβατικότητα -όπως όταν η Αμερικανική Διοίκηση Αφρικής (U.S. Africa Command) δημοσίευσε εικόνες που τεκμηρίωναν την στρατιωτική συσσώρευση της Ρωσίας στην Λιβύη, παρέχοντας στοιχεία ότι παραβίαζε το εμπάργκο όπλων του ΟΗΕ. Τέτοια μέτρα είναι απίθανο να επηρεάσουν την συνολική αποφασιστικότητα της Ρωσίας να δημιουργεί προβλήματα, αλλά μπορεί να απογοητεύσουν ή να επιβραδύνουν τις πιο κακοήθεις μορφές ρωσικής πολιτικής τέχνης.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η θέση της Ουάσινγκτον στην ευρύτερη Μέση Ανατολή επηρεάστηκε από το φιάσκο στο Αφγανιστάν [7]. Ωστόσο, τελικά τα στοιχεία των ΗΠΑ στην περιοχή είναι ακόμα ασυναγώνιστα: η πολιτική και οικονομική επιρροή των Ηνωμένων Πολιτειών, η σκληρή ισχύς, η ήπια ισχύς, ο εναγκαλισμός της πολυμερούς διπλωματίας, και η ηγεσία μιας βασισμένης σε κανόνες παγκόσμιας τάξης εξακολουθούν να τους δίνουν το πάνω χέρι έναντι όλων των αντιπάλων τους. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ θα πρέπει να επικεντρωθούν στην ενίσχυση αυτών των πλεονεκτημάτων αντί να διογκώνουν την απειλή που θέτει η Μόσχα.