Το τέλος της εποχής του Wilsonισμού | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το τέλος της εποχής του Wilsonισμού

Γιατί απέτυχε ο φιλελεύθερος διεθνισμός*

Εν τω μεταξύ, ο χείμαρρος της τεχνολογικής καινοτομίας και της αλλαγής που είναι γνωστός ως «επανάσταση της πληροφορίας» δημιουργεί εμπόδια για τους στόχους του Wilsonισμού μέσα σε χώρες και στο διεθνές σύστημα. Η ειρωνεία είναι ότι οι Ουιλσονικοί συχνά πιστεύουν ότι η τεχνολογική πρόοδος θα κάνει τον κόσμο πιο κυβερνήσιμο και την πολιτική πιο ορθολογική -ακόμα κι αν προσθέτει επίσης στον κίνδυνο του πολέμου καθιστώντας τον πολύ πιο καταστροφικό. Ο ίδιος ο Ουίλσον πίστευε ακριβώς αυτό, όπως και οι κατασκευαστές των μεταπολεμικών τάξεων και οι φιλελεύθεροι που προσπάθησαν να επεκτείνουν την υπό την ηγεσία των ΗΠΑ τάξη μετά τον Ψυχρό Πόλεμο. Ωστόσο, κάθε φορά, αυτή η πίστη στις τεχνολογικές αλλαγές ήταν λανθασμένη. Όπως φαίνεται πιο πρόσφατα με την άνοδο του Διαδικτύου, παρόλο που οι νέες τεχνολογίες συμβάλλουν συχνά στην διάδοση φιλελεύθερων ιδεών και πρακτικών, μπορούν επίσης να υπονομεύσουν τα δημοκρατικά συστήματα και να βοηθήσουν τα αυταρχικά καθεστώτα.

Σήμερα, καθώς οι νέες τεχνολογίες διαταράσσουν ολόκληρες βιομηχανίες και καθώς τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ανατρέπουν τα μέσα ενημέρωσης και τις προεκλογικές εκστρατείες, η πολιτική γίνεται πιο ταραχώδης και πολωμένη σε πολλές χώρες. Αυτό καθιστά πιο πιθανή τη νίκη λαϊκιστών και κατά του κατεστημένου υποψηφίων από την αριστερά και την δεξιά σε πολλά μέρη του κόσμου. Καθιστά επίσης πιο δύσκολο για τους εθνικούς ηγέτες να επιδιώξουν τους συμβιβασμούς που αναπόφευκτα απαιτεί η διεθνής συνεργασία, και αυξάνει τις πιθανότητες οι νεοεκλεγείσες κυβερνήσεις να αρνηθούν να δεσμευτούν από τις πράξεις των προκατόχων τους.

Η επανάσταση της πληροφορίας αποσταθεροποιεί την διεθνή ζωή με άλλους τρόπους που καθιστούν δυσκολότερο να την διαχειριστούν οι βασισμένοι σε κανόνες διεθνείς οργανισμοί. Ας πάρουμε, για παράδειγμα, το ζήτημα του ελέγχου των εξοπλισμών, μια κεντρική ανησυχία της εξωτερικής πολιτικής του Wilsonισμού μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και ένα θέμα που έγινε ακόμη πιο σημαντικό μετά την ανάπτυξη των πυρηνικών όπλων. Οι Wilsonιστές δίνουν προτεραιότητα στον έλεγχο των όπλων όχι μόνο επειδή ο πυρηνικός πόλεμος θα μπορούσε να καταστρέψει την ανθρώπινη φυλή, αλλά και επειδή, ακόμη και αν δεν χρησιμοποιηθούν, τα πυρηνικά όπλα ή τα αντίστοιχά τους κάνουν εντελώς ανέφικτο το όραμα του Wilsonισμού για μια εντελώς βασισμένη σε κανόνες διεθνή τάξη. Τα όπλα μαζικής καταστροφής εγγυώνται ακριβώς το είδος της κρατικής κυριαρχίας που οι Wilsonιστές πιστεύουν ότι δεν συμβιβάζεται με τη μακροπρόθεσμη ασφάλεια της ανθρωπότητας. Δεν μπορεί κανείς εύκολα να πραγματοποιήσει μια ανθρωπιστική παρέμβαση ενάντια σε μια πυρηνική δύναμη.

Ο αγώνας ενάντια στην διάδοση των πυρηνικών είχε τις επιτυχίες του και η εξάπλωση των πυρηνικών όπλων έχει καθυστερήσει -αλλά δεν έχει σταματήσει, και ο αγώνας γίνεται σκληρότερος με την πάροδο του χρόνου. Στην δεκαετία του 1940, χρειάστηκε το πλουσιότερο έθνος του κόσμου και μια σύμπραξη κορυφαίων επιστημόνων για την συναρμολόγηση του πρώτου πυρηνικού όπλου. Σήμερα, επιστημονικά ιδρύματα δεύτερης και τρίτης κατηγορίας σε χώρες χαμηλού εισοδήματος μπορούν να διαχειριστούν αυτόν τον άθλο. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να εγκαταλειφθεί η καταπολέμηση της διάδοσης [των πυρηνικών]. Είναι απλώς μια υπενθύμιση ότι δεν έχουν όλες οι ασθένειες θεραπεία.

Επιπλέον, η τεχνολογική πρόοδος στην οποία βασίζεται η επανάσταση της πληροφορίας επιδεινώνει σημαντικά το πρόβλημα του ελέγχου των εξοπλισμών. Η ανάπτυξη των κυβερνο-όπλων και η πιθανότητα βιολογικοί παράγοντες να προκαλέσουν στρατηγική ζημιά σε εχθρούς -όπως καταδεικνύεται ξεκάθαρα από την πανδημία της COVID-19- χρησιμεύουν ως προειδοποιήσεις ότι νέα εργαλεία διεξαγωγής πολέμου θα είναι πολύ πιο δύσκολο να παρακολουθούνται ή να ελέγχονται από όσο η πυρηνική τεχνολογία. Ο αποτελεσματικός έλεγχος εξοπλισμών σε αυτούς τους τομείς μπορεί να μην είναι δυνατός. Η επιστήμη αλλάζει πολύ γρήγορα, η έρευνα πίσω από αυτά είναι πολύ δύσκολο να εντοπιστεί, και πάρα πολλές από τις βασικές τεχνολογίες δεν μπορούν να απαγορευτούν εντελώς επειδή έχουν επίσης ευεργετικές πολιτικές εφαρμογές.

Επιπλέον, οικονομικά κίνητρα που δεν υπήρχαν στον Ψυχρό Πόλεμο ωθούν τώρα τις κούρσες εξοπλισμών σε νέους τομείς. Τα πυρηνικά όπλα και η τεχνολογία πυραύλων μεγάλης εμβέλειας ήταν εξαιρετικά ακριβά και απέφεραν λίγα οφέλη στην πολιτική οικονομία. Η βιολογική και τεχνολογική έρευνα, αντιθέτως, είναι ζωτικής σημασίας για οποιαδήποτε χώρα ή εταιρεία ελπίζει να παραμείνει ανταγωνιστική τον 21ο αιώνα. Μια ανεξέλεγκτη, πολυπολική κούρσα εξοπλισμών σε μια γκάμα τεχνολογιών αιχμής βρίσκεται στον ορίζοντα και θα υποσκάψει τις ελπίδες για μια αναζωογονημένη Wilsonιανή τάξη.

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΘΕΝΑΝ

Μια από τις κεντρικές υποθέσεις πίσω από την επιδίωξη μιας Wilsonικής τάξης είναι η πεποίθηση ότι καθώς οι χώρες αναπτύσσονται, γίνονται πιο παρόμοιες με τις ήδη ανεπτυγμένες χώρες και τελικά θα συγκλίνουν στο φιλελεύθερο καπιταλιστικό μοντέλο που διαμορφώνει την Βόρεια Αμερική και την Δυτική Ευρώπη. Το Wilsonικό σχέδιο απαιτεί υψηλό βαθμό σύγκλισης για να πετύχει˙ τα κράτη-μέλη μιας Wilsonικής τάξης πρέπει να είναι δημοκρατικά και πρέπει να είναι πρόθυμα και ικανά να διεξάγουν τις διεθνείς σχέσεις τους εντός φιλελεύθερων πολυμερών θεσμών.

Τουλάχιστον για μεσοπρόθεσμα, η πίστη στην σύγκλιση δεν μπορεί πλέον να διατηρηθεί. Σήμερα, η Κίνα, η Ινδία, η Ρωσία, και η Τουρκία φαίνονται λιγότερο πιθανό να συγκλίνουν στην φιλελεύθερη δημοκρατία από όσο το 1990. Αυτές οι χώρες και πολλές άλλες έχουν αναπτυχθεί οικονομικά και τεχνολογικά όχι για να γίνουν περισσότερο σαν την Δύση αλλά μάλλον για να επιτύχουν μια βαθύτερη ανεξαρτησία από την Δύση και να επιδιώξουν τους πολιτιστικούς και πολιτικούς στόχους τους.