Ο μήνας του μέλιτος Μπάιντεν – Μπένετ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο μήνας του μέλιτος Μπάιντεν – Μπένετ

Για πόσο καιρό μπορούν οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ να λειαίνουν τις διαφωνίες τους;

Τον Δεκέμβριο, η πολιτική θέση του Μπένετ βελτιώθηκε όταν η κυβέρνηση κατάφερε να ψηφίσει έναν κρατικό προϋπολογισμό. Η ψήφιση του προϋπολογισμού έδωσε σταθερότητα στην κυβέρνηση του Μπένετ για ένα ή δύο χρόνια, [διάστημα που είναι] μια αιωνιότητα στην πολιτική του Ισραήλ. Αλλά με την απειλή της επιστροφής του Νετανιάχου εξουδετερωμένη για το άμεσο μέλλον, [η ψήφιση του προϋπολογισμού] σήμανε επίσης το τέλος του μήνα του μέλιτος Μπάιντεν-Μπένετ. Σε μια σειρά ζητημάτων, από το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν [4] μέχρι την κατασκευή ισραηλινών οικισμών στα κατεχόμενα εδάφη, αναδύονται σαφείς διαφωνίες, και η υπομονή αμφότερων των πλευρών εξαντλείται. Οι Ισραηλινοί αξιωματούχοι είναι ακόμη ευγνώμονες που συνεργάζονται με τον Μπάιντεν και όχι με έναν πιο αριστερό πρόεδρο, και ο Λευκός Οίκος προτιμά ακόμη τον Μπένετ έναντι του προκατόχου του. Αλλά σε ορισμένα μέτωπα, μια σύγκρουση μεταξύ των δύο πλευρών έχει γίνει αναπόφευκτη.

Ένας τομέας διαφωνίας, όπως πάντα, είναι το παλαιστινιακό ζήτημα. Ο κυβερνητικός συνασπισμός του Μπένετ περιλαμβάνει αριστερά, κεντρώα και δεξιά κόμματα, κάνοντας την πρόοδο προς μια λύση δύο κρατών πρακτικά αδύνατη στο εγγύς μέλλον. Αυτό το σημείο είναι προφανές στην κυβέρνηση Μπάιντεν, η οποία δεν έχει αυταπάτες ότι σύντομα το Ισραήλ θα διαλύσει τους οικισμούς και θα επαναχαράξει τα σύνορα. Η παρούσα κυβέρνηση του Ισραήλ περιλαμβάνει κόμματα που αντιτίθενται στην λύση των δύο κρατών και το παλαιστινιακό πολιτικό σύστημα είναι μοιρασμένο μεταξύ του γηράσκοντος Μαχμούντ Αμπάς στην Ραμάλα και της εξτρεμιστικής ηγεσίας της Χαμάς στην Γάζα. Η κυβέρνηση Μπάιντεν, εν τω μεταξύ, είναι εστιασμένη σε άλλα ζητήματα στην περιοχή και παγκοσμίως. Για την Ουάσιγκτον, λοιπόν, η ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση απλώς δεν είναι κορυφαία προτεραιότητα αυτή την στιγμή.

Όμως τον Ιανουάριο, μου είπαν Ισραηλινοί αξιωματούχοι, ο Λευκός Οίκος κατέστησε σαφές στο Ισραήλ ότι προκλητικά βήματα επί του πεδίου, ιδιαιτέρως η επαναλαμβανόμενη βία εναντίον Παλαιστινίων πολιτών από Ισραηλινούς εποίκους, θα μπορούσαν να σύρουν τον Μπάιντεν σε μια αρένα που θα προτιμούσε να αποφύγει. Αυτό είναι ένα σημαντικό μήνυμα που δεν έχει εσωτερικευθεί πλήρως από όλους τους παίκτες στην ποικιλόμορφη κυβέρνηση συνασπισμού του Μπένετ, όπως φαίνεται από τα αποκαλυπτήρια, στα τέλη Ιανουαρίου, ενός σχεδίου για την κατασκευή ενός νέου οικισμού στην καρδιά της Δυτικής Όχθης. Ο υπουργός Εξωτερικών του Ισραήλ, Γιαΐρ Λαπίντ, έστειλε επιστολή στον Μπένετ -η οποία διέρρευσε γρήγορα στον Τύπο- προειδοποιώντας ότι εάν το σχέδιο εγκρίνετο, θα προκαλούσε μεγάλη κρίση με την κυβέρνηση Μπάιντεν. Μια πηγή κοντά στον Λαπίντ μού είπε ότι ο Υπουργός Εξωτερικών ανησυχεί ότι ο Μπένετ «δοκιμάζει την υπομονή του προέδρου γι’ αυτό, με τον λάθος τρόπο».

ΣΥΜΦΩΝΙΑ Ή ΜΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ;

Για το Ιράν, τόσο ο Μπάιντεν όσο και ο Μπένετ κληρονόμησαν μια άθλια κατάσταση. Η απόφαση του Τραμπ, το 2018, να αποσυρθεί από την πυρηνική συμφωνία του Ιράν -με την ισχυρή ενθάρρυνση του Νετανιάχου- έχει περιγραφεί [5] δημοσίως από μια σειρά ανώτερων απόστρατων αξιωματικών της ισραηλινής άμυνας ως πλήρης καταστροφή. Η απόσυρση επέτρεψε στο Ιράν να πλησιάσει περισσότερο από ποτέ στο καθεστώς ενός κράτους [που βρίσκεται] στο πυρηνικό κατώφλι. Γι’ αυτό ακόμη και ο Moshe Yaalon, πρώην Υπουργός Άμυνας του Ισραήλ που αντιτάχθηκε στην πυρηνική συμφωνία, είπε ότι, όσον αφορά την πολιτική για το Ιράν, η απόσυρση του Τραμπ από αυτήν ήταν «το κύριο λάθος της τελευταίας δεκαετίας».

Τόσο ο Μπάιντεν όσο και ο Μπένετ συνειδητοποιούν ότι οι προκάτοχοί τους άφησαν σε αυτούς ένα χάος, αλλά μπορεί να μην συμφωνούν στο πώς θα το συμμαζέψουν. Ο Μπάιντεν, όπως ο Τραμπ, ο Ομπάμα, και ο Τζορτζ Μπους [ο νεότερος] πριν από αυτόν, δεν έχει καμία πρόθεση να ξεκινήσει πόλεμο με το Ιράν. Ο Danny Citrinowicz, ένα πρώην στέλεχος για το Ιράν στην Διεύθυνση Στρατιωτικών Πληροφοριών (Military Intelligence Directorate) του Ισραήλ, μου είπε τον Νοέμβριο ότι ο Μπάιντεν έχει μόνο μια πραγματική επιλογή για το Ιράν: να φτάσει σε μια νέα συμφωνία, η οποία πιθανότατα δεν θα είναι τόσο διαφορετική από την προηγούμενη. Το Ισραήλ, πρόσθεσε, δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να την αποδεχτεί.

Ο Μπένετ και ορισμένα ανώτερα πρόσωπα στην κυβέρνησή του επιμένουν, τουλάχιστον στις δημόσιες δηλώσεις τους, ότι υπάρχουν άλλες επιλογές. Προειδοποιούν τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες παγκόσμιες δυνάμεις να μην συμβιβαστούν σε μια «κακή συμφωνία» με την Τεχεράνη και τονίζουν ότι το Ισραήλ παραμένει πρόθυμο και ικανό να δράσει στρατιωτικά μόνο του, αν υποχρεωθεί. Υπάρχει λόγος να μην ληφθούν τοις μετρητοίς αυτές οι απειλές, καθώς ο πόλεμος με το Ιράν θα σήμαινε πιθανότατα εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες, θύματα στο Ισραήλ, μαζί με εκτεταμένη καταστροφή στις μεγαλύτερες πόλεις της χώρας. Αλλά το γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μιλούν με μια φωνή για αυτό το ζήτημα και το Ισραήλ με μια άλλη, θα μπορούσε να δημιουργήσει εντάσεις μεταξύ των στενών συμμάχων, ανεξάρτητα από το πώς θα εξελιχθούν οι διαπραγματεύσεις για τα πυρηνικά.