Πώς ο πόλεμος στην Ουκρανία θα μπορούσε να γίνει ακόμη χειρότερος | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς ο πόλεμος στην Ουκρανία θα μπορούσε να γίνει ακόμη χειρότερος

Η Ρωσία και η Δύση διακινδυνεύουν να διολισθήσουν σε έναν φονικό φαύλο κύκλο

Κατά την διάρκεια της πρώτης εβδομάδας της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, οι Ρώσοι ηγέτες έθεσαν επανειλημμένα την προοπτική μιας πυρηνικής απάντησης σε περίπτωση που οι Ηνωμένες Πολιτείες ή οι εταίροι τους στο ΝΑΤΟ παρέμβουν στον πόλεμο. Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, ολοκλήρωσε την ομιλία του [με την οποία] ανακοίνωσε τον πόλεμο στην Ουκρανία, προειδοποιώντας πως «οποιοσδήποτε προσπαθήσει να παρέμβει… πρέπει να γνωρίζει ότι η απάντηση της Ρωσίας θα είναι άμεση και θα σας οδηγήσει σε τέτοιες συνέπειες που δεν έχετε ξαναζήσει στην ιστορία σας». Στην συνέχεια τόνισε τα «πλεονεκτήματα της Ρωσίας σε αρκετούς από τους πιο πρόσφατους τύπους πυρηνικών όπλων», ενώ διέταξε τις ρωσικές στρατηγικές πυρηνικές δυνάμεις [να βρίσκονται] σε επιφυλακή. Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, επέστρεψε σε αυτό το μοτίβο λίγες ημέρες αργότερα, σημειώνοντας ότι ένας τρίτος παγκόσμιος πόλεμος θα ήταν πυρηνικός πόλεμος και προτρέποντας τους Δυτικούς ηγέτες να εξετάσουν τι θα συνεπάγετο ένας «πραγματικός πόλεμος» με την Ρωσία. Το μήνυμα ήταν απόλυτα σαφές: η πυρηνική κλιμάκωση είναι πιθανή εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες ή οι εταίροι τους στο ΝΑΤΟ παρέμβουν στον πόλεμο της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας.

09032022-1.jpg

Ένα μέλος των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων κοντά στο Κίεβο, στην Ουκρανία, τον Μάρτιο του 2022. Carlos Barria / Reuters
----------------------------------------------

Οι παρατηρητές έχουν εκφράσει [το] σοκ [τους] για την ιδέα της επιστροφής στην ακροσφαλή πυρηνική [πολιτική] του Ψυχρού Πολέμου. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ προσπάθησε μάλιστα να καθησυχάσει τη Μόσχα, αναβάλλοντας μια δοκιμή διηπειρωτικού βαλλιστικού πυραύλου που είχε προγραμματιστεί για τις αρχές Μαρτίου. Αυτά τα βήματα είναι σαφώς για το καλύτερο˙ κανείς δεν θέλει μια ανταλλαγή πυρηνικών [χτυπημάτων]. Ωστόσο, η έντονη εστίαση στην πυρηνική κλιμάκωση κρύβει ένα εξίσου σημαντικό πρόβλημα: τον κίνδυνο συμβατικής κλιμάκωσης —δηλαδή, ενός μη πυρηνικού πολέμου ΝΑΤΟ-Ρωσίας. Η Δύση και η Ρωσία μπορεί τώρα να εισέρχονται στα τελικά στάδια ενός φαύλου κύκλου (spiral) ανασφάλειας -μιας σειράς αμοιβαία αποσταθεροποιητικών επιλογών- που θα μπορούσε να καταλήξει σε τραγωδία, προκαλώντας μια ευρύτερη ευρωπαϊκή πυρκαγιά, ακόμα κι αν δεν γίνει πυρηνική.

Πράγματι, οι επόμενες εβδομάδες είναι πιθανό να είναι πιο επικίνδυνες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να είναι ειδικά εστιασμένες στους κινδύνους κλιμάκωσης, καθώς ξεκινά η επόμενη φάση της σύγκρουσης, και θα πρέπει να επιμείνουν για την εξεύρεση τρόπων τερματισμού της σύγκρουσης στην Ουκρανία όταν παρουσιαστεί ένα παράθυρο ευκαιρίας. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει δύσκολες και δυσάρεστες επιλογές, όπως η άρση ορισμένων από τις χειρότερες κυρώσεις στην Ρωσία με αντάλλαγμα τον τερματισμό των εχθροπραξιών. Ωστόσο, αυτό θα είναι πιο αποτελεσματικό για την αποτροπή μιας ακόμη χειρότερης καταστροφής από οποιαδήποτε από τις άλλες διαθέσιμες επιλογές.

ΟΦΘΑΛΜΟΣ ΑΝΤΙ ΟΦΘΑΛΜΟΥ

Στην διάλεκτο των μελετών ασφαλείας, ένας φαύλος κύκλος ανασφάλειας προκύπτει όταν οι επιλογές που κάνει μια χώρα για να προωθήσει τα συμφέροντά της καταλήγουν να θέτουν σε κίνδυνο τα συμφέροντα μιας άλλης χώρας, η οποία απαντά με την σειρά της. Το αποτέλεσμα είναι ένας δυνητικός φαύλος κύκλος ακούσιας κλιμάκωσης, κάτι που έχει συμβεί πολλές φορές στο παρελθόν. Για παράδειγμα, η προσπάθεια της Γερμανίας στις αρχές του εικοστού αιώνα να χτίσει ένα ναυτικό παγκόσμιας κλάσης απείλησε τη ναυτική ισχύ από την οποία εξαρτάτο το Ηνωμένο Βασίλειο. Σε απάντηση, το Λονδίνο άρχισε να μεγεθύνει το δικό του ναυτικό. Η Γερμανία απάντησε με τον ίδιο τρόπο, και σύντομα είχε στηθεί το σκηνικό για τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι απαρχές του Ψυχρού Πολέμου μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Σοβιετικής Ένωσης μοιράζονται παρόμοια γένεση, καθώς και οι δύο πλευρές επιδίωξαν την επιρροή σε όλο τον κόσμο και ενεπλάκησαν σε μια κούρσα εξοπλισμών. Σε κάθε περίπτωση, ένας φαύλος κύκλος «οφθαλμός αντί οφθαλμού» οδήγησε τα κράτη σε σύγκρουση.

Σήμερα, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ρωσία [2] έχουν ήδη λάβει μέτρα για να υποστηρίξουν την πραγματική ή την αντιληπτή αίσθηση ανασφάλειας, ωθώντας την άλλη πλευρά να κάνει το ίδιο. Όπως υποστήριξαν οι μελετητές William Wohlforth και Andrey Sushentsov [3], σε όλη τη μεταψυχροπολεμική εποχή οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ρωσία έχουν εμπλακεί σε έναν φαύλο κύκλο σε αργή κίνηση, καθώς έκαστη [χώρα] επιδίωξε να αναδιαμορφώσει την ευρωπαϊκή ασφάλεια σύμφωνα με τις προτιμήσεις της και προσπάθησε να περιορίσει την αναπόφευκτη απάντηση της άλλης πλευράς. Πρόσφατα γεγονότα υπογραμμίζουν [αυτή] την τάση: η σύνοδος κορυφής του Βουκουρεστίου το 2008, στην οποία το ΝΑΤΟ δεσμεύτηκε να φέρει την Ουκρανία και την Γεωργία στην συμμαχία, ακολουθήθηκε από την εισβολή της Ρωσίας στην Γεωργία το 2008. Μια διαφωνία, το 2007, σχετικά με τα σχέδια της κυβέρνησης Μπους [του νεότερου] να τοποθετήσει αντιπυραυλική άμυνα στην Πολωνία και στην Δημοκρατία της Τσεχίας ακολουθήθηκε από ρωσικές παραβιάσεις των σχετικών συμφωνιών για τον έλεγχο των εξοπλισμών. Το 2014, η προσφορά της ΕΕ στην Ουκρανία για μια συμφωνία σύνδεσης επίσπευσε την επανάσταση του Μαϊντάν στο Κίεβο, ενισχύοντας τους ρωσικούς φόβους για ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και επιφέροντας την ρωσική κατάληψη της Κριμαίας εκείνο το έτος.

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ωστόσο, έχει ανεβάσει επικίνδυνα την ένταση και έχει επιταχύνει τον ρυθμό του φαύλου κύκλου. Ως απάντηση στην απρόκλητη και μη νομιμοποιημένη επίθεση της Μόσχας, οι Ηνωμένες Πολιτείες, το ΝΑΤΟ και τα κράτη-μέλη της ΕΕ έστειλαν στην Ουκρανία [4] σημαντικές ποσότητες φονικών όπλων, επέβαλλαν δρακόντειες κυρώσεις στην οικονομία της Ρωσίας, και ξεκίνησαν μια μακροπρόθεσμη στρατιωτική συσσώρευση. Επί του παρόντος, η Μόσχα βλέπει τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους εταίρους της να απειλούν να κάνουν την Ουκρανία de facto σύμμαχο -μια κατάσταση που η ίδια η επιθετικότητα της Μόσχας προκάλεσε- ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες βλέπουν τη Μόσχα να απειλεί τις βασικές αρχές που στηρίζουν την ειρήνη στην Ευρώπη.

Σίγουρα, με στρατιωτικούς όρους η Ρωσία [5] είναι δραματικά λιγότερο συγκρατημένη από την Δύση —βομβαρδίζοντας πόλεις της Ουκρανίας, για παράδειγμα— ενώ η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει κάνει ό,τι μπορεί για να σηματοδοτήσει την απροθυμία της να παρέμβει άμεσα στην σύγκρουση. Με βάση αυτό, μπορεί κάποιος να συμπεράνει ότι η μια πλευρά είναι πρόθυμη να κλιμακώσει και η άλλη όχι. Ωστόσο, οι φαύλοι κύκλοι ορίζονται από την τραγική τους φύση: ακόμη και κράτη που μπορεί να μην θέλουν να αντιμετωπίσουν άμεσα το ένα το άλλο καταλήγουν να ανταγωνίζονται και να διακινδυνεύουν τον πόλεμο. Καθώς η εισβολή της Ρωσίας συνεχίζεται, Δυτικά όπλα κατακλύζουν την Ουκρανία και οι κυρώσεις απειλούν να [προκαλέσουν] την κατάρρευση της ρωσικής οικονομίας. Κάθε πλευρά φαίνεται αφοσιωμένη στο να αυξήσει περαιτέρω την πίεση. Μπορεί να χρειαστεί μόνο μια σπίθα για να πυροδοτήσει μια ευρύτερη πυρκαγιά.

Ο ΔΙΕΥΡΥΝΟΜΕΝΟΣ ΣΤΡΟΒΙΛΟΣ

Για προφανείς λόγους, μεγάλο μέρος της ανησυχίας για την κλιμάκωση έχει εστιάσει στο πυρηνικό ζήτημα. Η ανακοίνωση του Πούτιν [6] ότι οι ρωσικές στρατηγικές πυρηνικές δυνάμεις θα ανέλθουν σε υψηλότερη κατάσταση συναγερμού, ήταν μια σαφής προσπάθεια να αποτρέψει την άμεση Δυτική στρατιωτική δράση, αυξάνοντας το διακύβευμα. Όμως, μολονότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έχουν δίκιο να παίρνουν στα σοβαρά την πυρηνική κλιμάκωση, δεν θα πρέπει να αγνοήσουν τους κινδύνους ενός συμβατικού πολέμου μεταξύ του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας. Εξάλλου, χαμηλού επιπέδου συμβατικές συγκρούσεις μεταξύ πυρηνικών δυνάμεων έχουν συμβεί και αλλού, συμπεριλαμβανομένων των συγκρούσεων μεταξύ της Κίνας και της Σοβιετικής Ένωσης την δεκαετία του 1960 και του πολέμου του 1999 στην [περιοχή] Kargil, μεταξύ της Ινδίας και του Πακιστάν.

Οι μελετητές έχουν αναπτύξει μια θεωρία για να εξηγήσουν γιατί συμβαίνουν τέτοιες συγκρούσεις: το παράδοξο σταθερότητας-αστάθειας (stability – instability paradox), στο οποίο τα κράτη που έχουν βρεθεί σε αδιέξοδο στον πυρηνικό τομέα μπορεί να είναι πιο πρόθυμα να κλιμακώσουν με συμβατικούς όρους. Υπάρχουν πολλά μονοπάτια μέσω των οποίων μπορεί σήμερα να συμβεί μια τέτοια κλιμάκωση σε έναν ευρύτερο πόλεμο. Ένα σενάριο απορρέει από τον οικονομικό πόλεμο που έχει εξαπολύσει η Δύση εναντίον της Ρωσίας την τελευταία εβδομάδα. Με το να αποτρέψει το Κρεμλίνο να χρησιμοποιήσει τα συναλλαγματικά του αποθέματα και με το να εφαρμόσει ελέγχους στις εξαγωγές για να εμποδίσει την Ρωσία να εισάγει προϊόντα υψηλής τεχνολογίας, η Ουάσιγκτον και οι σύμμαχοί της έχουν εισέλθει σε αχαρτογράφητα νερά: τέτοιες κυρώσεις δεν έχουν χρησιμοποιηθεί ποτέ εναντίον μιας μεγάλης παγκόσμιας οικονομίας όπως η Ρωσία. Ακόμη και σε λίγες μέρες, η επίδραση αυτών των μέτρων έχει γίνει ευρέως αισθητή: το ρούβλι κατέρρευσε, Ρώσοι πολίτες σχημάτισαν ουρές στις τράπεζες για να αποσύρουν τις αποταμιεύσεις τους, η ρωσική κυβέρνηση επέβαλε ελέγχους κεφαλαίων, και Δυτικές εταιρείες όπως η BP και η Ikea εξήλθαν ταχέως από την ρωσική αγορά.

Είναι δύσκολο να σκεφτεί κάποιος ιστορικούς παραλληλισμούς με αυτή την ξαφνική απομόνωση μιας μεγάλης οικονομίας, και οι λίγες συγκρίσιμες ιστορικές περιπτώσεις -η Ιταλία την δεκαετία του 1930, η Ιαπωνία την δεκαετία του 1940- δεν προμηνύουν κάτι καλό. Πράγματι, εάν η οικονομική ζημιά στην Ρωσία γίνει αρκετά σοβαρή, ο Πούτιν μπορεί να αποφασίσει ότι αξίζει να ανταποδώσει με μη στρατιωτικά μέσα, όπως οι κυβερνοεπιθέσεις. Μπορεί να αποφασίσει ότι τα πράγματα είναι αρκετά άσχημα ώστε να αξίζει να παραιτηθεί από τα ενεργειακά έσοδα και να κλείσει ορισμένους αγωγούς φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, κάτι που θα εκτόξευε τις τιμές της ενέργειας στα ύψη. Η Ρωσία προφανώς θα ήλπιζε να χρησιμοποιήσει αυτά τα βήματα για να αποκτήσει μόχλευση στην Δυτική πολιτική, αλλά [αυτά] θα μπορούσαν εύκολα να γίνουν μπούμερανγκ: οι κυβερνοεπιθέσεις θα μπορούσαν να προκαλέσουν διαβουλεύσεις βάσει του Άρθρου 5 της ιδρυτικής συνθήκης του ΝΑΤΟ, το οποίο ορίζει ότι μια επίθεση εναντίον ενός κράτους-μέλους θα θεωρηθεί επίθεση εναντίον όλων. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε κυβερνοεπιθέσεις στην Ρωσία ως αντίποινα και να συνεχίσει από εκεί. Θα μπορούσε κάποιος να ελπίζει ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα βρουν διεξόδους σε αυτό το στάδιο, αλλά δεν υπάρχουν εγγυήσεις.

Υπάρχει επίσης σοβαρός κίνδυνος η σύγκρουση στην Ουκρανία [7] να διαχυθεί πέρα από τα σύνορά της. Η Ευρώπη ξεκίνησε μια ταχεία περίοδο επανεξοπλισμού, με δραματικά μεταβαλλόμενες συνθήκες ασφαλείας επί του πεδίου. Οι ενέργειες της Ρωσίας στην Ουκρανία έχουν κρύψει την de facto στρατιωτική προσάρτηση της Λευκορωσίας και οι δυνάμεις των ΗΠΑ έχουν συρρεύσει στην περιοχή για να ενισχύσουν τα ανατολικά κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ. Αυτό έχει αυξήσει τις εντάσεις και έχει κάνει πιο πιθανή την ακούσια αντιπαράθεση μεταξύ των πλευρών.

Εν μέσω της επίθεσης της Ρωσίας στην Ουκρανία, για παράδειγμα, τέσσερα ρωσικά αεροσκάφη παραβίασαν τον σουηδικό εναέριο χώρο. Αν και συμβαίνει συχνά σε καιρό ειρήνης, [μια τέτοια ενέργεια] είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη κατά την διάρκεια ενός πολέμου με ανταλλαγή πυρών και θα μπορούσε εύκολα να «τραβήξει» αντιαεροπορικά πυρά. Το πρόβλημα θα ήταν χειρότερο εάν ρωσικά αεροσκάφη παραβίαζαν ακούσια τον εναέριο χώρο ενός κράτους-μέλους του ΝΑΤΟ που συνορεύει με την σύγκρουση. Μια άλλη πιθανότητα: από την έναρξη της σύγκρουσης και μετά, έχουν εισρεύσει όπλα στην Ουκρανία για να ενισχύσουν την άμυνά της, αρχικά από αέρος αλλά πιο πρόσφατα από την ξηρά, μέσω μεταφορών από τα κράτη του ΝΑΤΟ που συνορεύουν με την εμπόλεμη ζώνη. Εάν ο πόλεμος συνεχιστεί, η Ρωσία μπορεί να αποφασίσει να διακόψει αυτές τις μεταφορές, επιτιθέμενη, για παράδειγμα, σε γραμμές ανεφοδιασμού που οδηγούν από τα σημεία μεταφοράς˙ τέτοιες προσπάθειες μπορεί να σκοτώσουν ή να βλάψουν ακούσια προσωπικό του ΝΑΤΟ. Και πάλι, ένας κλιμακούμενος φαύλος κύκλος θα μπορούσε να επικρατήσει. Αυτά τα προβλήματα θα γίνουν μόνο πιο πιεστικά εάν η Ρωσία συνεχίσει να καταλαμβάνει εδάφη εντός της Ουκρανίας και οι χερσαίες διαδρομές για ανεφοδιασμό γίνουν πιο περιορισμένες.

Τέλος, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος της ανεξάρτητης [δράσης] από τοπικούς συμμάχους, κάτι που μπορεί να «τραβήξει» την Ρωσία και το υπόλοιπο ΝΑΤΟ σε άμεση σύγκρουση. Μέχρι στιγμής, η ενότητα εντός της συμμαχίας είναι εντυπωσιακή, αλλά τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ [που βρίσκονται] εγγύτερα στην Ρωσία —ιδίως η Πολωνία και τα τρία κράτη της Βαλτικής (Εσθονία, Λετονία και Λιθουανία)— είναι εκείνα που υπήρξαν από τους πιο ένθερμους και ενεργούς υποστηρικτές του εξοπλισμού της Ουκρανίας. Αυτό έχει συμπεριλάβει αμφιλεγόμενες ανακοινώσεις, όπως μια απροσδόκητη προσφορά [8] —που έκτοτε αποσύρθηκε— για να δοθούν στην Ουκρανία πλεονάζοντα ευρωπαϊκά μαχητικά αεροσκάφη. Εάν οι Ρώσοι καταλάβουν το Κίεβο ή ανατρέψουν την ουκρανική κυβέρνηση, αυτά τα κράτη θα είναι πιθανώς ισχυροί υποστηρικτές του εξοπλισμού και της υποστήριξης μιας εξέγερσης εντός της Ουκρανίας. Τι θα κάνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες εάν η Ρωσία βομβαρδίσει ένα ουκρανικό στρατόπεδο ή μια αποστολή ανεφοδιασμού, για παράδειγμα, σε πολωνικό έδαφος; Τι θα συμβεί εάν Λιθουανοί στρατιώτες —επιχειρώντας ίσως μόνοι τους ή έχοντας διαβάσει λανθασμένα έναν χάρτη— σκοτωθούν ενώ παραδίδουν όπλα στις ουκρανικές δυνάμεις; Όπως φαίνεται στις συγκρούσεις από την Κολομβία έως την Συρία, αυτού του είδους η υποστήριξη διακινδυνεύει να θολώσει τα όρια μεταξύ εμπόλεμων και μη εμπόλεμων, αυξάνοντας δραματικά τους κινδύνους ενός ευρύτερου πολέμου.

ΜΕΝΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ

Θεωρείται ευρέως ότι ένας συμβατικός πόλεμος [μεταξύ] μεγάλων δυνάμεων είναι αδύνατος στην πυρηνική εποχή. Η λογική είναι σαφής: το διακύβευμα είναι απλώς πολύ υψηλό για τα κράτη με πυρηνικά όπλα ώστε να λάβουν αυτού του είδους την απόφαση. Ωστόσο, οι φαύλοι κύκλοι ανασφάλειας έχουν την δική τους λογική και η Ουάσιγκτον πρέπει να λάβει υπόψη της τα μαθήματα της ιστορίας.

Μολονότι η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει υπάρξει σχετικά προσεκτική και συνετή στην προσέγγισή της για τον εξοπλισμό της Ουκρανίας, μπορεί να πλησιάζει ταχέως μια πιο επικίνδυνη περίοδο αυτής της σύγκρουσης. Οι άμυνες της Ουκρανίας έχουν λειτουργήσει καλύτερα από όσο αναμενόταν. Ωστόσο, οι πιθανότητες είναι με το μέρος της Ρωσίας και οι ρωσικές δυνάμεις πιθανώς θα καταλάβουν περισσότερες ουκρανικές πόλεις και θα προκαλέσουν μεγαλύτερο κακό στους Ουκρανούς αμάχους, αυξάνοντας έτσι την ηθική κατακραυγή για τις ενέργειες της Ρωσίας. Η πίεση στις Δυτικές κυβερνήσεις να προσφέρουν πρόσθετη βοήθεια στην Ουκρανία πιθανώς θα αυξηθεί, ιδιαίτερα εάν ξεσπάσει μια εξέγερση στις κατεχόμενες από την Ρωσία περιοχές.

Η κυβέρνηση Μπάιντεν θα πρέπει να είναι εξαιρετικά επιφυλακτική σχετικά με την απάντηση σε μια τέτοια πίεση. Ειδικότερα, ο οπλισμός και η υποστήριξη μιας εξέγερσης θα θόλωνε το όριο μεταξύ του να είναι υποστηρικτική δρώσα και του να είναι συμπολεμίστρια. Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει επίσης να είναι έτοιμες να περιορίσουν τους συμμάχους τους. Για παράδειγμα, μπορεί να είναι δελεαστικό για τις χώρες [που βρίσκονται] εγγύτερα στην σύγκρουση να εξετάσουν μονομερή βήματα, όπως η υποστήριξη μιας εξέγερσης ή η προσφορά ασφαλούς καταφυγίου στο έδαφός τους στους Ουκρανούς μαχητές. Εντούτοις, δεν θα ήταν απαράδεκτο να γίνει σαφές ότι σε τέτοιες περιπτώσεις οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να ερμηνεύσουν χαλαρά τις δεσμεύσεις του Άρθρου 5, κάτι που σημαίνει ότι εάν η Ρωσία ανταποδώσει, οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να μην υποχρεωθούν να απαντήσουν με στρατιωτική βία. Μέσα στον παρόντα φαύλο κύκλο, ο Μπάιντεν και η ομάδα του πρέπει να καθορίσουν πού βρίσκονται τα όρια των Ηνωμένων Πολιτειών και να εστιάσουν στο να παραμείνουν για τα καλά μέσα σε αυτά.

Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να περιοριστούν οι κίνδυνοι κλιμάκωσης στην Ευρώπη είναι να τερματιστεί η σύγκρουση στην Ουκρανία. Αυτό θα είναι δύσκολο, ίσως αδύνατο, να γίνει βραχυπρόθεσμα, δεδομένης της βαναυσότητας της ρωσικής συμπεριφοράς, των ασυμβίβαστων απαιτήσεων εκάστης πλευράς, και της κατανοητής επιθυμίας της Δύσης να στηρίξει την Ουκρανία. Κάποια στιγμή, ωστόσο, οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να χρειαστεί να χρησιμοποιήσουν τη μόχλευση τους με όλα τα μέρη -για παράδειγμα, την προοπτική άρσης των πιο δρακόντειων κυρώσεων στην Ρωσία, [και] τη μείωση της στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία- για να οδηγήσουν σε μια κατάπαυση του πυρός ή σε μια διευθέτηση. Μια τέτοια κίνηση θα ισοδυναμούσε με μια ριζική αλλαγή στη μέχρι τώρα πολιτική των ΗΠΑ. Επειδή, όμως, η εναλλακτική μπορεί να είναι να συρθούν σε μια άμεση στρατιωτική εμπλοκή με την Ρωσία, η ρεαλιστική εξέταση των συμφερόντων των ΗΠΑ μπορεί να απαιτήσει μια προσαρμογή πορείας. Τελικά, το μόνο τραγικότερο πράγμα από τον σημερινό πόλεμο θα ήταν ένας ακόμη μεγαλύτερος, πιο αιματηρός πόλεμος.

Σύνδεσμοι:
[1]https://www.cornellpress.cornell.edu/book/9781501725050/rising-titans-falling-giants/
[2]https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-03-04/what-if-russia-loses
[3]https://link.springer.com/article/10.1057/s41311-020-00229-5
[4]https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-03-01/return-containment
[5]https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2021-09-27/kremlins-strange-victory
[6] https://www.foreignaffairs.com/articles/russian-federation/2022-03-02/be...
[7] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-02-25/putins-blunder
[8] https://newlinesmag.com/reportage/is-poland-sending-fighter-jets-to-ukra...
Copyright © 2022 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-03-08/how-war-ukrai...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition