Πώς θα γίνει ειρήνη με τον Πούτιν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς θα γίνει ειρήνη με τον Πούτιν

Η Δύση πρέπει να κινηθεί ταχέως για να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί τους, εν τω μεταξύ, δεν μπορούν να περιμένουν να μάθουν για πόσο καιρό μπορεί το Κρεμλίνο να επιβαρύνεται με το κόστος του πολέμου του. Πλησιάζουν γρήγορα το όριο των κυρώσεων [3] που μπορούν να επιβάλλουν χωρίς να υποστούν οι ίδιοι τις οικονομικές επιπτώσεις. Οι τιμές του φυσικού αερίου εκτινάσσονται, όπως εκτινάσσεται και το κόστος του σιταριού (τόσο η Ρωσία όσο και η Ουκρανία είναι μεγάλοι εξαγωγείς). Ο πληθωρισμός, [ο οποίος είναι] ήδη σοβαρός, αναμένεται να επιδεινωθεί και οι ρυθμοί οικονομικής ανάπτυξης να μειωθούν, παρουσιάζοντας τον κίνδυνο στασιμοπληθωρισμού του τύπου της δεκαετίας του 1970. Η διαταραχή των εφοδιαστικών αλυσίδων που ξεκίνησε κατά την διάρκεια της πανδημίας έχει επιδεινωθεί από τον πόλεμο, καθώς οι εταιρείες μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων αντιμετωπίζουν υψηλότερα ασφάλιστρα και τα αεροσκάφη μεταφοράς φορτίων υποχρεώνονται να χρησιμοποιήσουν μακρύτερες διαδρομές μετά την απόφαση της Ρωσίας να αρνηθεί τα δικαιώματα υπερπτήσεων σε 36 χώρες.

Το να παραταθεί η ρωσική επίθεση θα οδηγήσει στον θάνατο πολλών ακόμη αθώων Ουκρανών και θα προκαλέσει περαιτέρω οικονομική ζημιά στην Ουκρανία, που θα χρειαστούν χρόνια, ίσως δεκαετίες, για να επιδιορθωθεί. Και θα αυξήσει τις πιθανότητες να επεκταθεί ο πόλεμος πέρα από την Ουκρανία, παρασύροντας τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους στο ΝΑΤΟ [4] σε μια ένοπλη αντιπαράθεση με την Ρωσία. Η Μόσχα έχει ήδη δηλώσει ότι τα κονβόι που μεταφέρουν Δυτικά όπλα στην Ουκρανία είναι νόμιμοι στόχοι και έχει αυξήσει τα αεροπορικά χτυπήματα και τις πυραυλικές επιθέσεις σε τοποθεσίες κοντά στα σύνορα της Ουκρανίας με την Πολωνία. Οι απαιτήσεις για να δημιουργηθεί μια ζώνης απαγόρευσης πτήσεων πάνω από την Ουκρανία ή για να αυξηθούν οι κυρώσεις με στόχο να καταστραφεί η πολιτική τάξη του Πούτιν ενέχουν τον κίνδυνο καταστροφικών ακούσιων συνεπειών χωρίς να επιτευχθούν τα επιθυμητά αποτελέσματα.

ΚΑΙΡΟΣ ΝΑ ΑΡΧΙΣΟΥΝ ΟΙ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ

Παρόλο που η Ουκρανία και οι Δυτικοί υποστηρικτές της δεν είναι σε θέση να νικήσουν την Ρωσία σε οποιοδήποτε εύλογο χρονικό διάστημα, έχουν μόχλευση ώστε να πιέσουν για διαπραγματεύσεις. Η άκαμπτη αντίσταση του στρατού της Ουκρανίας και των άτακτων δυνάμεων πολλαπλασιάζουν τις ρωσικές απώλειες, οι οποίες -μαζί με τις επιδεινούμενες οικονομικές συνθήκες στην Ρωσία και τους φόβους της κυβερνώσας ελίτ για την λαϊκή δυσαρέσκεια- θα μπορούσαν να πιέσουν αρκετά τον Πούτιν για να τον κάνουν δεκτικό σε μια πολιτική διευθέτηση. Οι ηγέτες της Ουκρανίας, από την πλευρά τους, μπορεί να είναι ανοιχτοί σε μεγάλες παραχωρήσεις προκειμένου να τερματιστεί ο ανθρώπινος πόνος και η οικονομική ζημιά που προκλήθηκε από την ρωσική επίθεση. Το σημείο καμπής για να δεσμευθούν αμφότερα τα μέρη για το είδος της συμφωνίας που μπορεί να τερματίσει τον πόλεμο, ίσως απέχει μόλις μερικές εβδομάδες.

Αυτό σημαίνει ότι ήρθε η ώρα για να σκιαγραφήσουμε τα περιγράμματα μιας διπλωματικής λύσης. Είναι δικαίωμα των Ουκρανών, φυσικά, να αποφασίσουν τους αποδεκτούς όρους για να τερματίσουν την ένοπλη αντίστασή τους στην ρωσική επιθετικότητα. Αλλά οι διαπραγματεύσεις δεν θα περιοριστούν στην Ουκρανία και στην Ρωσία, καθώς οποιαδήποτε επίλυση της κρίσης θα πρέπει να θέσει επί τάπητος όχι μόνο τον γεωπολιτικό προσανατολισμό της Ουκρανίας, αλλά και τις ευρύτερες ανησυχίες της Μόσχας για την αρχιτεκτονική ασφαλείας της Ευρώπης. Για αυτές τις συζητήσεις, η Ρωσία δεν θα δεχθεί κανέναν άλλο συνομιλητή εκτός από τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη μόνη άλλη χώρα με επαρκή στρατιωτική ισχύ για να μεταβάλλει την ισορροπία δυνάμεων στην ήπειρο -και να ενεργήσει ως εγγυητής για μια τελική διευθέτηση.

Ύψιστης σημασίας σε αυτές τις διαπραγματεύσεις θα είναι το ζήτημα της επέκτασης του ΝΑΤΟ προς ανατολάς, το οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους έχουν μέχρι στιγμής αρνηθεί κατηγορηματικά να συζητήσουν με την Ρωσία. Είναι δύσκολο, ωστόσο, να φανταστούμε ότι ο Πούτιν θα εγκαταλείψει το αίτημά του να μπλοκαριστεί η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ πριν αποσύρει τα στρατεύματά του. Πριν από τον πόλεμο, η ένταξη στο ΝΑΤΟ [5] ήταν αδιαπραγμάτευτη για τον Ουκρανό πρόεδρο, Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Όμως οι πρόσφατες δηλώσεις του έχουν βάλει ξανά την ουδετερότητα στο τραπέζι. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους, εν τω μεταξύ, μπορεί να υποχρεωθούν να αποφασίσουν εάν είναι πρόθυμοι να κλείσουν την πόρτα του ΝΑΤΟ σε άλλες πρώην σοβιετικές χώρες που επιδιώκουν την ένταξη.

Η επόμενη πρόκληση είναι να βρεθεί μια ρύθμιση βάσει της οποίας μια στρατιωτικά αδέσμευτη —ή ουδέτερη— Ουκρανία μπορεί να είναι σίγουρη για την ασφάλειά της. Μετά την εισβολή της Ρωσίας, μια συμφωνία με όρους παρόμοιους με εκείνους του Μνημονίου της Βουδαπέστης (Budapest Memorandum) του 1994 -στο οποίο η Ρωσία, οι Ηνωμένες Πολιτείες, και το Ηνωμένο Βασίλειο πρόσφεραν διαβεβαιώσεις ασφαλείας με αντάλλαγμα το να εγκαταλείψει η Ουκρανία το πυρηνικό οπλοστάσιο που κληρονόμησε από την Σοβιετική Ένωση– δεν θα γίνει αποδεκτή από τους Ουκρανούς ηγέτες. Το Κίεβο αναμφίβολα θα προσβλέπει στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε άλλα μέλη του ΝΑΤΟ για όπλα και στρατιωτική εκπαίδευση, καθώς και για αρωγή στον εκσυγχρονισμό των αμυντικών του βιομηχανιών, ώστε να διασφαλίσει ότι η Ουκρανία θα έχει την ικανότητα αυτοάμυνας.

Η Ρωσία θα είναι ανήσυχη με ένα τέτοιο αποτέλεσμα, αλλά μπορεί να το αποδεχθεί εφόσον η Ουκρανία συμφωνήσει να μην επιτρέψει στρατεύματα, οπλισμό, ή βάσεις του ΝΑΤΟ στο έδαφός της. Σε αντάλλαγμα, η Ουκρανία μπορεί να επιδιώξει περιορισμούς στις στρατιωτικές αναπτύξεις της Ρωσίας στο έδαφός της που είναι γειτονικό στην Ουκρανία.