Ο πειρασμός της Ουκρανίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο πειρασμός της Ουκρανίας

Ο Μπάιντεν πρέπει να αντισταθεί στις εκκλήσεις να πολεμήσει έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο

Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει κάνει την στρατηγική πειθαρχία όχι μόνο πιο απαραίτητη αλλά και πιο εφικτή. Μετατρέποντας την Ευρώπη σε έναν πιο ενοποιημένο και αποφασιστικό γεωπολιτικό δρώντα, ο πόλεμος έχει δημιουργήσει διεθνείς δυναμικές που είναι ευνοϊκές για την αυτοσυγκράτηση των ΗΠΑ. Ο Μπάιντεν [6] θα πρέπει να απορρίψει την ψυχροπολεμική στρατηγική τού να διαιρέσει τον κόσμο και να κρατήσει τον μισό ως εξαρτώμενο από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Δεν θα πρέπει να επιτρέψει στην επιθετικότητα του Πούτιν να καθορίσει την αντίληψη των Ηνωμένων Πολιτειών για τον εαυτό τους και για τον ρόλο τους στον κόσμο. Αντίθετα, θα πρέπει να επιδιώξει να κάνει τον κόσμο ανθεκτικό —πιο ικανό για αποτελεσματική και συλλογική δράση και λιγότερο εξαρτώμενο από την στρατιωτική προστασία των ΗΠΑ.

Το πρώτο βήμα είναι να υποστηρίξει την Ουκρανία, αποφεύγοντας την κλιμάκωση σε μια άμεση σύγκρουση μεταξύ των αμερικανικών και των ρωσικών δυνάμεων. Έχοντας χαλυβδώσει την εγχώρια και την διεθνή δράση, η κυβέρνηση Μπάιντεν θα πρέπει να αποφύγει τον ρητορικό πληθωρισμό των στόχων της και να εμμείνει σε έναν ξεκάθαρο σκοπό: όχι να υπερασπιστεί την Ουκρανία, αλλά μάλλον να βοηθήσει την Ουκρανία να υπερασπιστεί τον εαυτό της και να τερματίσει τον πόλεμο. Κατά συνέπεια, η κυβέρνηση θα πρέπει να πιέσει για μια ειρηνευτική διευθέτηση με τόσο σθένος όσο έχει επιδείξει στην επιβολή κόστους στην Ρωσία [7].

Μια συμφωνία κατόπιν διαπραγματεύσεων θα απαιτήσει σχεδόν σίγουρα την άρση τουλάχιστον ορισμένων από τις πιο σκληρές κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας, συμπεριλαμβανομένου του παγώματος των περιουσιακών στοιχείων της ρωσικής κεντρικής τράπεζας. Η κυβέρνηση θα πρέπει να επικοινωνήσει προληπτικά μια προσφορά ελάφρυνσης των κυρώσεων στη Μόσχα, η οποία σε διαφορετική περίπτωση μπορεί να μην πιστέψει ότι μια τέτοια ελάφρυνση είναι δυνατή. Σε συνδυασμό με μια δέσμευση της Ουκρανίας να εγκαταλείψει την προσπάθεια να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, ο Μπάιντεν θα πρέπει επίσης να είναι προετοιμασμένος να δηλώσει δημόσια ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιτίθενται στην περαιτέρω εξέταση των προοπτικών ένταξης της Ουκρανίας, οι οποίες δεν ήταν εξ’ αρχής υψηλές. Μετά τον πόλεμο, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να συνεχίσουν να στέλνουν όπλα στην Ουκρανία για να την βοηθήσουν να αμυνθεί. Δεν θα ήταν απαραίτητο ή σοφό να δεσμευτούν ότι θα πάνε σε πόλεμο για λογαριασμό της Ουκρανίας, μια δέσμευση που θα μείωνε την αμερικανική ασφάλεια και θα διεύρυνε τον στρατιωτικό ρόλο των ΗΠΑ στην Ευρώπη.

Ενώ θα αποφεύγει τα χειρότερα αποτελέσματα στην Ουκρανία, ο Μπάιντεν θα πρέπει να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία που προκύπτει σπανίως, για να βάλει την ευρωπαϊκή τάξη ασφαλείας στην οδό προς την αυτάρκεια. Με τεράστια οικονομική και δημογραφική υπεροχή, η Ευρώπη είναι περισσότερο από ικανή να αναπτύξει στρατιωτική ισχύ για να εξισορροπήσει με την Ρωσία. Τώρα, φαίνεται όλο και πιο πρόθυμη να το κάνει. Αλλά εάν η Ουάσιγκτον δεν κάνει στην άκρη, η αλλαγή δεν θα συμβεί.

Ο Μπάιντεν θα πρέπει να στηρίξει την ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία και να φτιάξει ένα εξαετές πλάνο, για να καλύψει την υπόλοιπη θητεία του και την επόμενη, για να κάνει τη μετάβαση της ευρωπαϊκής άμυνας στην ευρωπαϊκή ηγεσία. Η κυβέρνηση θα πρέπει να πιέσει τις ευρωπαϊκές χώρες να παράσχουν νέο ανθρώπινο δυναμικό στις ανατολικές χώρες του ΝΑΤΟ και να αντικαταστήσουν τα επιπλέον στρατεύματα των ΗΠΑ που εστάλησαν εκεί από τον Ιανουάριο και μετά. Και θα πρέπει να βοηθήσει τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες να συντονίσουν τα επόμενα βήματά τους: να βελτιώσουν την ετοιμότητα και την βιωσιμότητα των δυνάμεών τους, να αναπτύξουν ικανότητες για υψηλής ποιότητας επιχειρήσεις, και να εναρμονίσουν τις αμυντικές ικανότητες της ΕΕ με εκείνες ενός ΝΑΤΟ [8] υπό την ηγεσία της Ευρώπης και με την υποστήριξη των ΗΠΑ.

Ο περιορισμός των βαρών των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ευρώπη θα ενίσχυε την στρατηγική τους στην Ασία. Ο Μπάιντεν θα απάλλασσε τον εαυτό του και τους διαδόχους του από το να αντιμετωπίσουν την επιλογή μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης που οι υποστηρικτές της πρωτοκαθεδρίας θα επέβαλαν στις επόμενες γενιές: να αποδυναμώσει την άμυνα των Ηνωμένων Πολιτειών στον Ινδο-Ειρηνικό στην περίπτωση ενός ευρωπαϊκού πολέμου με την Ρωσία ή να προετοιμαστεί να πολεμήσει δύο πολέμους μεταξύ μεγάλων δυνάμεων, αυξάνοντας τις αμυντικές δαπάνες σε τόσο υψηλό [επίπεδο] ώστε να προκαλέσει πολιτικό αντίκτυπο. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ πρέπει να αποφύγουν αυτές τις απαράδεκτες επιλογές. Ούτε χρειάζεται να παραιτηθούν από έναν στρατηγικό ανταγωνισμό με την Κίνα ο οποίος είναι τόσο έντονος και συμπεριληπτικός ώστε να μοιάζει με τον πρώιμο Ψυχρό Πόλεμο.

Η στρατιωτική αυτοσυγκράτηση είναι επιθυμητή για στρατηγικούς λόγους, αλλά είναι επίσης απαραίτητη για να απελευθερώσει την πολιτική των ΗΠΑ ώστε να επιδιώξει αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία. Οι προτεραιότητες που προσδιόρισε ο Μπάιντεν όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του —η παροχή ευημερίας στους απλούς Αμερικανούς και η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής [9] και των πανδημιών— παραμένουν εξίσου σημαντικές σήμερα, και ο πόλεμος τις έχει κάνει ακόμη πιο δύσκολο να αντιμετωπιστούν. Ο πόλεμος της Ρωσίας και οι Δυτικές κυρώσεις διακινδυνεύουν να πυροδοτήσουν μια παγκόσμια ύφεση ή να συμβάλουν σε μια περίοδο στασιμοπληθωρισμού. Ένας καθοδικός οικονομικός φαύλος κύκλος θα μπορούσε ακόμη και να συνοδεύσει έναν καθοδικό φαύλο κύκλο ασφαλείας˙ oι χώρες θα μπορούσαν να διαιρεθούν σε οικονομικά μπλοκ από τον φόβο ότι οι γεωπολιτικές έκτακτες ανάγκες μπορεί μια μέρα να τις υποχρεώσουν ξαφνικά να ενταχθούν σε μια ομάδα ή σε μια άλλη.