Πώς η Τεχνητή Νοημοσύνη θα αναδιαμορφώσει την παγκόσμια τάξη | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς η Τεχνητή Νοημοσύνη θα αναδιαμορφώσει την παγκόσμια τάξη

Ο επερχόμενος ανταγωνισμός μεταξύ του ψηφιακού αυταρχισμού και της φιλελεύθερης δημοκρατίας*

Ο ψηφιακός αυταρχισμός δεν περιορίζεται στην Κίνα. Το Πεκίνο εξάγει το μοντέλο του. Η προσέγγιση του Great Firewall στο Διαδίκτυο έχει εξαπλωθεί στην Ταϊλάνδη και το Βιετνάμ [18]. Σύμφωνα με δημοσιεύματα ειδήσεων, Κινέζοι ειδικοί παρείχαν υποστήριξη σε κυβερνητικούς λογοκριτές στην Σρι Λάνκα [19] και προμήθευσαν εξοπλισμό παρακολούθησης ή λογοκρισίας στην Αιθιοπία, το Ιράν, την Ρωσία, την Ζάμπια [20], και την Ζιμπάμπουε [21]. Νωρίτερα φέτος, η κινεζική εταιρεία τεχνητής νοημοσύνης Yitu πούλησε [22] «φορετές κάμερες με τεχνολογία αναγνώρισης προσώπου που τροφοδοτείται από τεχνητή νοημοσύνη» στις Αρχές επιβολής του νόμου της Μαλαισίας.

Γενικότερα, η Κίνα και η Ρωσία αντέκρουσαν την αντίληψη των ΗΠΑ για ένα ελεύθερο, χωρίς σύνορα, και παγκόσμιο Διαδίκτυο. Η Κίνα χρησιμοποιεί την διπλωματική της δύναμη και την ισχύ της στην αγορά για να επηρεάσει τα παγκόσμια τεχνικά πρότυπα και να κανονικοποιήσει την ιδέα ότι οι εγχώριες κυβερνήσεις πρέπει να ελέγχουν το Διαδίκτυο με τρόπους που περιορίζουν δραστικά την ατομική ελευθερία. Μετά από αναφερθέντες έντονους ανταγωνισμούς για επιρροή σε ένα νέο φόρουμ που θα θέσει διεθνή πρότυπα για την τεχνητή νοημοσύνη, οι Ηνωμένες Πολιτείες εξασφάλισαν την γραμματεία η οποία βοηθά στην καθοδήγηση των αποφάσεων του οργανισμού, ενώ το Πεκίνο φιλοξένησε την πρώτη του συνάντηση, τον Απρίλιο, και ο Wael Diab, ανώτερος διευθυντής στην Huawei, εξασφάλισε την προεδρία της επιτροπής. Για τις κυβερνήσεις που τα χρησιμοποιούν, αυτά τα μέτρα μπορεί να φαίνονται αμυντικά -απαραίτητα για την διασφάλιση του εσωτερικού ελέγχου- αλλά άλλες κυβερνήσεις μπορεί να τα εκλάβουν ως ισοδύναμα με επιθέσεις στον τρόπο ζωής τους.

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Η άνοδος ενός αυταρχικού τεχνολογικού μοντέλου διακυβέρνησης θα μπορούσε, ίσως αντίθετα από το ένστικτο, να αναζωογονήσει τις φιλελεύθερες δημοκρατίες. Το πώς ανταποκρίνονται οι φιλελεύθερες δημοκρατίες στις προκλήσεις και τις ευκαιρίες της τεχνητής νοημοσύνης εξαρτάται εν μέρει από το πώς τις αντιμετωπίζουν εσωτερικά και εν μέρει από το πώς αντιμετωπίζουν την αυταρχική εναλλακτική στο εξωτερικό. Και στις δύο περιπτώσεις, υπάρχουν λόγοι για συγκρατημένη αισιοδοξία.

Εσωτερικά, αν και οι εδραιωμένες δημοκρατίες θα χρειαστεί να καταβάλουν συντονισμένες προσπάθειες για να διαχειριστούν την άνοδο των νέων τεχνολογιών, οι προκλήσεις δεν είναι προφανώς μεγαλύτερες από εκείνες που οι δημοκρατίες έχουν ξεπεράσει στο παρελθόν. Ένας μεγάλος λόγος για αισιοδοξία είναι η εξάρτηση από την διαδρομή. Οι χώρες με ισχυρές παραδόσεις ατομικής ελευθερίας πιθανότατα θα πάνε προς μια κατεύθυνση με τη νέα τεχνολογία˙ εκείνες που δεν έχουν, πιθανότατα θα πάνε προς άλλη [κατεύθυνση]. Ισχυρές δυνάμεις εντός της κοινωνίας των ΗΠΑ έχουν από καιρό αντιδράσει εναντίον των εγχώριων κυβερνητικών προγραμμάτων μαζικής παρακολούθησης, αν και με ποικίλη επιτυχία. Στα πρώτα χρόνια αυτού του αιώνα, για παράδειγμα, η Defense Advanced Research Projects Agency άρχισε να κατασκευάζει εγχώρια συστήματα επιτήρησης «Total Information Awareness» για να συγκεντρώνει ιατρικά, οικονομικά, φυσικά, και άλλα δεδομένα. Η αντίθεση από τα μέσα ενημέρωσης και τις ομάδες πολιτικών ελευθεριών οδήγησε το Κογκρέσο να αποχρηματοδοτήσει το πρόγραμμα, αν και άφησε ορισμένες εναλλακτικές κρυφές από το κοινό εκείνη την εποχή. Οι περισσότεροι πολίτες στις φιλελεύθερες δημοκρατίες αναγνωρίζουν την ανάγκη για κατασκοπεία στο εξωτερικό και την εγχώρια αντιτρομοκρατική παρακολούθηση, αλλά ισχυροί έλεγχοι και ισορροπίες (checks and balances) περιορίζουν το οικοδόμημα ασφαλείας του κράτους. Αυτοί οι έλεγχοι και οι ισορροπίες δέχονται επίθεση σήμερα και χρειάζονται θωράκιση, αλλά αυτό θα είναι περισσότερο μια επανάληψη των προσπαθειών του παρελθόντος παρά μια ουσιαστικά νέα πρόκληση.

Στην Δύση, οι κυβερνήσεις δεν είναι οι μόνες που απειλούν τις ατομικές ελευθερίες. Οι ολιγοπωλιακές εταιρείες τεχνολογίας συγκεντρώνουν ισχύ καταβροχθίζοντας ανταγωνιστές και ασκώντας πίεση στις κυβερνήσεις για να θεσπίσουν ευνοϊκούς κανονισμούς. Ωστόσο, οι κοινωνίες έχουν ξεπεράσει αυτήν την πρόκληση παλαιότερα, μετά από προηγούμενες τεχνολογικές επαναστάσεις. Σκεφτείτε τον πόλεμο κατά των τραστ από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Theodore Roosevelt, την διάλυση της AT&T την δεκαετία του 1980, και τα όρια που έθεσαν οι ρυθμιστικές Αρχές στην Microsoft κατά την άνοδο του Διαδικτύου την δεκαετία του 1990.

Οι ψηφιακοί γίγαντες βλάπτουν επίσης την ποικιλομορφία των μέσων ενημέρωσης και την υποστήριξη για περιεχόμενο δημόσιου ενδιαφέροντος, καθώς επίσης δημιουργούν και μια Άγρια Δύση στην πολιτική διαφήμιση. Όμως οι προηγούμενες ριζοσπαστικές νέες τεχνολογίες, όπως το ραδιόφωνο και η τηλεόραση, έθεταν παρόμοια προβλήματα και οι κοινωνίες ανταποκρίθηκαν στην πρόκληση. Στο τέλος, η ρύθμιση πιθανότατα θα καλύψει την διαφορά με τους νέους ορισμούς «media» και «εκδότη» που δημιουργήθηκαν από το Διαδίκτυο. Ο Διευθύνων Σύμβουλος του Facebook, Mark Zuckerberg, αντιστάθηκε στην επισήμανση της πολιτικής διαφήμισης με τον ίδιο τρόπο που απαιτείται για την τηλεόραση, έως ότου η πολιτική πίεση τον ανάγκασε [να υποκύψει] πέρυσι.

Οι φιλελεύθερες δημοκρατίες είναι απίθανο να κερδίσουν τον ψηφιακό αυταρχισμό. Πρόσφατες δημοσκοπήσεις υποδηλώνουν ότι ένα μειούμενο ποσοστό στις Δυτικές κοινωνίες θεωρεί την δημοκρατία ως «ουσιώδη», αλλά αυτό απέχει πολύ από μια πραγματική αποδυνάμωση της Δυτικής δημοκρατίας.