Τα μαθήματα που δεν έχει διδαχθεί η Γερμανία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Τα μαθήματα που δεν έχει διδαχθεί η Γερμανία

Το Βερολίνο πρέπει να μειώσει την εξάρτησή του όχι μόνο από την Ρωσία, αλλά και από την Κίνα

Το Βερολίνο έχει συμβιβαστεί με την αποτυχία της προσέγγισής του για «αλλαγή μέσω του εμπορίου» έναντι της Ρωσίας. Το ίδιο δεν μπορεί να ειπωθεί για τον τρόπο με τον οποίο το Βερολίνο συνεργάζεται με το Πεκίνο. Ένας από τους βασικούς υπεύθυνους χάραξης πολιτικής που πιέζει να αντλήσει τα σωστά διδάγματα από την εξάρτηση της Γερμανίας από την Ρωσία είναι η Γερμανίδα υπουργός Εξωτερικών, Annalena Baerbock. Σε ομιλία της τον Σεπτέμβριο, παρακάλεσε τους Γερμανούς επιχειρηματικούς ηγέτες να μην «ακολουθούν μόνο το ρητό “πρώτα η επιχείρηση”, χωρίς να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τους μακροπρόθεσμους κινδύνους και τις εξαρτήσεις».

Το γερμανικό κατεστημένο θα πρέπει να λάβει υπόψη του την προειδοποίησή της διότι οι παραλληλισμοί μεταξύ Κίνας και Ρωσίας είναι προφανείς. Το 2017, ο ειδικός σε θέματα Κίνας και πρώην σύμβουλος της αυστραλιανής κυβέρνησης, John Garnaut, υποστήριξε ότι το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ) έχει «αναζωογονήσει την ιδεολογία σε βαθμό που δεν έχουμε δει από την Πολιτιστική Επανάσταση». Η παρατήρηση αυτή επιβεβαιώθηκε τα επόμενα χρόνια: ο Κινέζος πρόεδρος, Xi Jinping [11], εγκατέστησε τον εαυτό του ως έναν de facto ηγέτη για όλη του την ζωή και περιβάλλεται από ανθρώπους που δεν του φέρνουν αντίρρηση. Όπως και στην Ρωσία, η ιδεολογία υπερισχύει όλο και περισσότερο του οικονομικού ορθολογισμού στην Κίνα. Εάν ο Xi αποφασίσει να ακολουθήσει το όνειρό του να θέσει την Ταϊβάν υπό κινεζικό έλεγχο [12], ανεξάρτητα από το οικονομικό κόστος, τα κύματα κρούσης για την Γερμανία θα επισκιάσουν εκείνα που προκάλεσε η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι η εξάρτηση της Γερμανίας από την Ρωσία [13] περιοριζόταν ουσιαστικά στους υδρογονάνθρακες. Η εξάρτηση της Γερμανίας από την Κίνα, αντίθετα, περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα κρίσιμων προϊόντων και υλικών που απαιτούνται για την βιομηχανία, όπως το λίθιο και το κοβάλτιο, καθώς και τα ορυκτά σπάνιων γαιών που είναι ζωτικής σημασίας για τη μετάβαση της Γερμανίας σε μηδενικές εκπομπές άνθρακα. Και ενώ η Ρωσία ήταν μια σημαντική αλλά όχι ζωτικής σημασίας αγορά για την γερμανική βιομηχανία, η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Γερμανίας εκτός Ευρώπης. Επιπλέον, η εξάρτηση του Βερολίνου από τον ασιατικό γίγαντα αυξάνεται: Οι γερμανικές επενδύσεις στην Κίνα βρίσκονται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα. Το ίδιο ισχύει και για τις γερμανικές εισαγωγές από την Κίνα και το εμπορικό έλλειμμα της Γερμανίας με το Πεκίνο.

Οι μεγαλύτερες εταιρείες της Γερμανίας [14] αντιτίθενται σε οποιαδήποτε σύγκριση μεταξύ της Ρωσίας και της Κίνας. Το περασμένο καλοκαίρι, ο Herbert Diess, τότε διευθύνων σύμβουλος της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας Volkswagen, δήλωσε ότι αναμένει από το ΚΚΚ υπό τον Xi να προχωρήσει σε «περαιτέρω άνοιγμα» και να αναπτύξει «θετικά το σύστημα αξιών του». Η παρουσία της Volkswagen στην Κίνα, διαβεβαίωσε, θα μπορούσε να «συμβάλει σε αυτήν την αλλαγή». Ο διάδοχός του, Oliver Blume, υπερασπίστηκε την παρουσία εργοστασίου της Volkswagen στην Xinjiang, όπου η Κίνα πραγματοποιεί μαζικές, συστηματικές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά του κυρίως μουσουλμανικού πληθυσμού των Ουιγούρων. Ο Blume υποστήριξε ότι η παρουσία της εταιρείας στην Xinjiang «μεταφέρει τις αξίες μας στον κόσμο». Σίγουρα έχει οικονομικό κίνητρο να παρουσιάσει την συμπεριφορά της εταιρείας με αυτόν τον τρόπο: περισσότερο από το 40% των παγκόσμιων εσόδων της Volkswagen και πιθανότατα μεγαλύτερο μέρος των κερδών της προέρχεται από τις πωλήσεις στην κινεζική αγορά. Και η Volkswagen δεν είναι η μόνη που επιδιώκει να συνεχίσει το αφήγημα της «αλλαγής μέσω του εμπορίου» με το Πεκίνο. Η γιγαντιαία γερμανική εταιρεία χημικών BASF επενδύει δέκα δισεκατομμύρια ευρώ σε ένα νέο συγκρότημα παραγωγής στη νότια Κίνα, ενώ η ηγεσία της εταιρείας προειδοποιεί τους Γερμανούς πολιτικούς και το κοινό να αποφεύγουν το «China bashing» [στμ: τις λεκτικές επιθέσεις κατά της Κίνας].

Ο Scholz προειδοποίησε τις γερμανικές εταιρείες «να μην βάζουν όλα τα αυγά σε ένα καλάθι» και επέκρινε ορισμένες από αυτές ότι «αγνοούν εντελώς τους κινδύνους» που συνεπάγεται η μεγάλη εξάρτηση από την κινεζική αγορά. Αλλά δεν έχει παρακρατήσει την πολιτική υποστήριξη στους ηγέτες της βιομηχανίας που αψήφησαν τις συμβουλές του. Για παράδειγμα, στο πρόσφατο ταξίδι του στο Πεκίνο, συμπεριέλαβε στην αντιπροσωπεία του τους διευθύνοντες συμβούλους της BASF και της Volkswagen. Ο Scholz επέτρεψε επίσης στην κινεζική κρατική ναυτιλιακή εταιρεία Cosco να αποκτήσει μερίδιο σε τερματικό σταθμό στο κύριο λιμάνι της Γερμανίας, το Αμβούργο, και δεν εμπόδισε τον κινεζικό τεχνολογικό γίγαντα Huawei να αναλάβει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του 5G στην Γερμανία.

Ενώ η Huawei έχει αποκλειστεί από το κεντρικό δίκτυο 5G της Γερμανίας, σχεδόν το 60% του 5G RAN της χώρας, ή αλλιώς του Radio Access Network (Δικτύου Ραδιοπρόσβασης), παρέχεται από την Huawei˙ στο Βερολίνο, ο αριθμός αυτός πλησιάζει το 100%, σύμφωνα με επικείμενη έκθεση της Strand Consult, μιας παγκόσμιας συμβουλευτικής εταιρείας τηλεπικοινωνιών. Καθώς οι λειτουργίες πραγματοποιούνται όλο και περισσότερο στο cloud, η διάκριση μεταξύ δικτύων πυρήνα και δικτύων πρόσβασης μειώνεται. Αυτό καθιστά την εξάρτηση από την Huawei ως κρίσιμο πάροχο δικτύων πρόσβασης σε κίνδυνο για την ασφάλεια. Επιπλέον, καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες εντείνουν την πολιτική κυρώσεων κατά των κινεζικών παρόχων υψηλού κινδύνου, η εξάρτηση της Γερμανίας από την Huawei βρίσκεται σε επισφαλές έδαφος. Όλα αυτά υποδηλώνουν ότι η πολυδιαφημισμένη Zeitenwende της Γερμανίας στην πολιτική της για την Ρωσία δεν είναι ακόμη μια πλήρης Zeitenwende στην πολιτική της Γερμανίας έναντι της Κίνας.