Η πολιτική της Αμερικής για την Κίνα δεν λειτουργεί | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η πολιτική της Αμερικής για την Κίνα δεν λειτουργεί

Οι κίνδυνοι μιας ευρείας αποσύνδεσης

Στην πραγματικότητα, πολλές χώρες κάνουν το αντίθετο από αυτό που επιδιώκουν οι πιο σκληροπυρηνικές φωνές στην Ουάσιγκτον. Αντί να αποσυνδεθούν ή να απεμπλακούν οικονομικά, πολλές χώρες εμβαθύνουν το εμπόριο με την Κίνα, ακόμη και όταν αντισταθμίζουν την πιθανή κινεζική πίεση διαφοροποιώντας τις επιχειρηματικές δραστηριότητες, δημιουργώντας νέες αλυσίδες εφοδιασμού σε τρίτες χώρες, και μειώνοντας την έκθεσή τους στους πιο ευαίσθητους τομείς. Ίσως αυτός είναι ο λόγος που, το 2020, παρά τις πολυετείς αμερικανικές προειδοποιήσεις, η Κίνα ξεπέρασε τις Ηνωμένες Πολιτείες ως ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τόσο οι εξαγωγές της ΕΕ όσο και οι εισαγωγές από την Κίνα αυξήθηκαν το 2022. Και οι ηγέτες της Ασίας και της Ευρώπης, παρακινούμενοι από την επίσκεψη του Γερμανού καγκελαρίου, Όλαφ Σολτς, στο Πεκίνο τον Νοέμβριο του 2022, φαίνονται τώρα έτοιμοι να ανοίξουν τον δρόμο προς την πόρτα του Κινέζου προέδρου, Xi Jinping, με τα ταξίδια του προέδρου των Φιλιππίνων, Ferdinand Marcos, Jr., του Γάλλου προέδρου, Emmanuel Macron, και της Ιταλίδας πρωθυπουργού, Giorgia Meloni, να είναι πιθανό να οδηγήσουν σε μια ευρύτερη τάση.

Η προσέγγιση της Ουάσιγκτον για «λιγότερη Κίνα» πηγαίνει ακόμη χειρότερα στον παγκόσμιο Νότο. Το κινεζο-αφρικανικό εμπόριο έφτασε σε ιστορικό υψηλό το 2021, αυξανόμενο κατά 35% από το 2020. Μια εντατική εκστρατεία των ΗΠΑ για να απωθήσουν κινεζικές εταιρείες τεχνολογίας όπως η Huawei από την βασική αρχιτεκτονική τηλεπικοινωνιών, τα πήγε σχετικά καλά στην Ευρώπη και την Ινδία, αλλά πολύ φτωχά σχεδόν παντού αλλού. Απλώς δείτε την Σαουδική Αραβία. Ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της είναι η Κίνα και το σχέδιο μεταρρυθμίσεών της «Vision 2030» βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην προσδοκώμενη συνεργασία με κινεζικές εταιρείες τεχνολογίας, συμπεριλαμβανομένων των Alibaba και Huawei, ακόμη και σε ευαίσθητες περιοχές που βρίσκονται στο στόχαστρο της Ουάσιγκτον, όπως η τεχνητή νοημοσύνη (artificial intelligence, ΑΙ) και οι υπηρεσίες cloud. Η Ινδονησία, μια τεράστια ασιατική δημοκρατία που η Ουάσιγκτον έχει φλερτάρει για να αντισταθμίσει την κινεζική επιρροή, έχει καταστήσει την Huawei συνεργάτη της για λύσεις κυβερνοασφάλειας, ακόμη και για κυβερνητικά συστήματα.

Αυτές οι προσπάθειες των ΗΠΑ είναι πιθανό να είναι ακόμη λιγότερο επιτυχημένες τώρα που η Κίνα ανοίγει ξανά [μετά την COVID-19]. Το Πεκίνο αντιστοιχίζει την στρατηγική της Ουάσιγκτον για «λιγότερη Κίνα» με την δική του στρατηγική για «περισσότερα από όλους εκτός από την Αμερική».

Το Πεκίνο αντιστρέφει τις περιοριστικές πολιτικές του για την COVID-19, ανοίγει ξανά τα σύνορά του, φλερτάρει ξένους ηγέτες, και αναζητά ξένα κεφάλαια και επενδύσεις για να επανεκκινήσει την οικονομία του. Πέρυσι, ο Xi πραγματοποίησε τα πρώτα του μετά το ξέσπασμα της πανδημίας ταξίδια στο εξωτερικό στην Κεντρική Ασία και τη Μέση Ανατολή, υπογραμμίζοντας την στρατηγική του να αυξήσει την παγκόσμια συνδεσιμότητα της Κίνας. Με τον Xi να ταξιδεύει ξανά στον κόσμο μετά από μια τριετία παύσης, σκορπίζοντας ανανεωμένες υποσχέσεις για κινεζικές επενδύσεις, υποδομές, και εμπόριο σε κάθε στάση του, είναι η Ουάσιγκτον, κι όχι το Πεκίνο, που μπορεί σύντομα να απογοητευτεί.

Οι εμπορικοί κανόνες είναι ένα καλό παράδειγμα. Το 2017, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, αποχώρησε από την Trans-Pacific Partnership (TPP) και έξι χρόνια αργότερα, η Ουάσιγκτον σαφώς δεν έχει καμία πρόθεση να επανενταχθεί σε αυτήν. Ωστόσο, το Πεκίνο έχει υποβάλει αίτηση για να ενταχθεί στο Σύμφωνο, που τώρα ονομάζεται Συνολική και Προοδευτική Συμφωνία για Εταιρική Σχέση Υπερειρηνικού (Comprehensive and Progressive Agreement for Trans-Pacific Partnership, CPTPP). Η Κίνα έχει επίσης επικυρώσει την Περιφερειακή Συνολική Οικονομική Συνεργασία στην Ασία (Regional Comprehensive Economic Partnership in Asia), έχει υποβάλει αίτηση για να ενταχθεί στην Συμφωνία Συνεργασίας Ψηφιακής Οικονομίας (Digital Economy Partnership Agreement), και αναβάθμισε ή ξεκίνησε νέες συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου με χώρες από τον Ισημερινό έως τη Νέα Ζηλανδία. Η Κίνα είναι πλέον το μεγαλύτερο εμπορικό έθνος στον κόσμο. Σχεδόν τα δύο τρίτα όλων των χωρών εμπορεύονται περισσότερο με την Κίνα παρά με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Εν τω μεταξύ, οι Ηνωμένες Πολιτείες επιδιώκουν μια «εργατοκεντρική» εμπορική πολιτική που μοιάζει πολύ με προστατευτισμό. Και το Οικονομικό Πλαίσιο Ινδο-Ειρηνικού (Indo-Pacific Economic Framework) της Ουάσιγκτον φαίνεται δειλό συγκριτικά. Το πλαίσιο δυσκολεύεται, κυρίως επειδή αρνείται νέα πρόσβαση στην αγορά στις ίδιες τις χώρες που έχουν προσχωρήσει στα σύμφωνα που η Ουάσιγκτον απέφυγε.

Η Ουάσιγκτον ρισκάρει να πιέζει ενάντια στην οικονομική βαρύτητα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες κατάφεραν να ελέγξουν τις πιο ευαίσθητες τεχνολογίες, συμπεριλαμβανομένων των προηγμένων ημιαγωγών. Αλλά θα έχουν μικρότερη επιτυχία με μια στρατηγική που βασίζεται στην προώθηση της ευρύτερης τεχνολογικής αποσύνδεσης με την Κίνα, επειδή οι περισσότερες χώρες δεν ακολουθούν το παράδειγμά τους και ενδέχεται, τελικά, να βρουν τρόπους προσαρμογής.