Η Αμερική και η Κίνα πρέπει να μιλήσουν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Αμερική και η Κίνα πρέπει να μιλήσουν

Η έλλειψη διαλόγου, συναντήσεων, και ανταλλαγών [ιδεών] αυξάνει τον κίνδυνο σύγκρουσης

Όπως διαπίστωσε ο Kennedy σε συζητήσεις στο Πεκίνο αργότερα το 2022, οι κινεζικές ελίτ πίστευαν πραγματικά ότι η επέκταση του ΝΑΤΟ είχε δημιουργήσει ανησυχίες στην Ρωσία για την ασφάλειά της, γεγονός που οδήγησε τον Πούτιν στην απόφαση να επιτεθεί. Ταυτόχρονα, οι συνομιλίες του αποκάλυψαν επίσης ένα εκπληκτικό επίπεδο διαφωνίας με την ισχυρή πολιτική υποστήριξη του Σι προς τον Πούτιν και την απροθυμία του να καταδικάσει την εισβολή˙ αρκετές κινεζικές ελίτ με τις οποίες μίλησε ο Kennedy είδαν αυτήν την αντίδραση να μετατρέπει ουσιαστικά μια ρωσική στρατηγική [4] γκάφα σε κινεζική. Αυτή η έλλειψη συναίνεσης μεταξύ Κινέζων αξιωματούχων και ειδικών μπορεί να βοηθήσει να εξηγηθεί γιατί το Πεκίνο δυσκολεύτηκε να βρει μια λειτουργική προσέγγιση και ένα σταθερό μήνυμα.

Οι συζητήσεις στην Ουάσιγκτον και το Πεκίνο αποκάλυψαν επίσης πολύ διαφορετικές εντυπώσεις σχετικά με την πιθανότητα σύγκρουσης για την Ταϊβάν. Στις αρχές του 2022, ορισμένοι Αμερικανοί εξέφρασαν στον Wang κάποια ανησυχία ότι η Κίνα θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί την εστίαση της Ουάσινγκτον στον πόλεμο στην Ουκρανία για να εξαπολύσει στρατιωτική επίθεση στην Ταϊβάν. Μήνες αργότερα, αφού η Νάνσι Πελόζι, τότε πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ, επισκέφθηκε [5] την Ταϊβάν τον Αύγουστο, αρκετοί Αμερικανοί με τους οποίους μίλησε ο Wang, συμπεριλαμβανομένων ανώτερων στρατιωτικών αξιωματούχων των ΗΠΑ, υπέθεσαν ότι το Πεκίνο θα μπορούσε να έχει ένα χρονοδιάγραμμα για την κατάληψη της Ταϊβάν με την βία. Αυτή η εικασία θα μπορούσε να βασίζεται σε εκθέσεις των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, αλλά επίσης να προκλήθηκε από ορισμένες κινεζικές αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που καλούσαν τον κινεζικό στρατό να «απελευθερώσει» την Ταϊβάν και να εκπληρώσει την αποστολή της εθνικής επανένωσης.

Αντίθετα, με βάση τις συνομιλίες του με αξιωματούχους και εμπειρογνώμονες του ΚΚΚ, ο Kennedy κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία έκανε την Κίνα περισσότερο συγκρατημένη, όχι λιγότερο. Ορισμένοι στον κινεζικό στρατό φάνηκε να πιστεύουν ότι η Ουάσινγκτον ωθούσε κρυφά το Πεκίνο να επιτεθεί στην Ταϊβάν, ώστε να εγκλωβιστεί σε μια «παγίδα της Ταϊβάν» παρόμοια με την εμπειρία των ΗΠΑ στο Βιετνάμ και το Αφγανιστάν. Επιπλέον, ειδικοί στην κινεζική τεχνολογική πολιτική επεσήμαναν ότι ακόμη και αν ο κινεζικός στρατός δεν αντιμετώπιζε καμία αντίσταση στην Ταϊβάν και καταλάμβανε το νησί χωρίς να ρίξει ούτε έναν πυροβολισμό, η ικανότητα κατασκευής ημιαγωγών της Ταϊβάν δεν θα μετατρεπόταν ξαφνικά σε ικανότητα της ηπειρωτικής χώρας. Τα σχέδια κατασκευής ημιαγωγών είναι πολύ πολύπλοκα για να τα χειριστούν μόνοι τους ακόμη και εξειδικευμένοι ξένοι, οι πρώτες ύλες από τους προμηθευτές και οι παραγγελίες από τους πελάτες θα σταματούσαν γρήγορα, και οι πάροχοι εξοπλισμού θα μπορούσαν εύκολα να πειράξουν μερικές γραμμές κώδικα ή να αλλάξουν την θερμοκρασία στις εγκαταστάσεις για να καταστήσουν αδύνατη την παραγωγή.

ΒΓΕΙΤΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΦΟΥΣΚΑ ΣΑΣ

Τα ταξίδια μας μάς βοήθησαν να κατανοήσουμε γιατί οι προσπάθειες σταθεροποίησης των σχέσεων κατά την διάρκεια της προεδρίας Μπάιντεν έχουν μέχρι στιγμής αποτύχει και γιατί εκτροχιάστηκαν νωρίτερα φέτος, όταν ένα κινεζικό αερόστατο μεγάλου υψομέτρου [6] εντοπίστηκε πάνω από την αμερικανική ενδοχώρα και τελικά καταρρίφθηκε από τον αμερικανικό στρατό. Η ανεπάρκεια επαφών και διαλόγου έχει καταστήσει την σχέση εύθραυστη˙ δεν υπάρχει πλέον σχεδόν κανένα περιθώριο για λάθη ή παρεξηγήσεις. Δεδομένων των πιθανοτήτων μιας τυχαίας κρίσης, δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο για την ανοικοδόμηση των δεσμών μεταξύ των δύο χωρών.

Ένα μέρος για να ξεκινήσει κάποιος θα ήταν το απλό θέμα των ταξιδιών. Η απόκτηση βίζας για την Κίνα έχει γίνει ευκολότερη από τον Ιανουάριο, και η Ουάσινγκτον έχει καταργήσει όλες τις απαιτήσεις για τεστ που σχετίζονται με την COVID για τους ταξιδιώτες από την Κίνα. Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν πολύ λίγες πτήσεις μεταξύ των δύο χωρών˙ η τεράστια ανεκπλήρωτη ζήτηση έχει ανεβάσει την τιμή ορισμένων εισιτηρίων οικονομικής θέσης μετ' επιστροφής στα 7.000 δολάρια. Οι αεροπορικές εταιρείες και στις δύο χώρες θέλουν να προσθέσουν περισσότερες πτήσεις, αλλά διστάζουν να το πράξουν επειδή οι δύο κυβερνήσεις δεν έχουν ακόμη καταλήξει σε συμφωνία για την άρση ορισμένων περιορισμών που επέβαλαν όταν ξεκίνησε η πανδημία. Επιπλέον, οι αμερικανικές αεροπορικές εταιρείες διστάζουν να προσθέσουν περισσότερες πτήσεις επειδή, ως αποτέλεσμα του πολέμου στην Ουκρανία, δεν μπορούν να πετάξουν μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας μέσω της συντομότερης πολικής διαδρομής, γεγονός που δίνει στις κινεζικές αεροπορικές εταιρείες ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Η Ουάσινγκτον και το Πεκίνο θα πρέπει να πιέσουν τις αεροπορικές εταιρείες να προσθέσουν τουλάχιστον μερικές ακόμη απευθείας πτήσεις το συντομότερο δυνατό και να συνεχίσουν να εργάζονται προς την κατεύθυνση μιας πιο βιώσιμης λύσης που θα επιτρέψει την αποκατάσταση των πτήσεων τουλάχιστον στο 80% των προ της πανδημίας επιπέδων μέχρι το τέλος του έτους.

Το Πεκίνο και η Ουάσιγκτον θα πρέπει επίσης να παρέχουν μεγαλύτερη διαβεβαίωση στους Αμερικανούς και τους Κινέζους φοιτητές, ακαδημαϊκούς, επιχειρηματίες, ειδικούς σε θέματα ιατρικής, και δημοσιογράφους που επιθυμούν να επισκεφθούν την άλλη χώρα ότι είναι ευπρόσδεκτοι και ότι οι δραστηριότητές τους θα προστατεύονται και θα ενθαρρύνονται. Για παράδειγμα, τα στελέχη χρειάζονται διαβεβαιώσεις ότι οι υπάλληλοί τους θα τύχουν δίκαιης μεταχείρισης και μεγαλύτερη βεβαιότητα σχετικά με το ποιες επιχειρήσεις επιτρέπονται και ποιες όχι. Και οι μελετητές χρειάζονται μεγαλύτερη σαφήνεια σχετικά με τον τρόπο συμμόρφωσης με τους κανόνες που αφορούν την συνεργατική έρευνα, ώστε να μην προσκρούσουν σε ζητήματα εθνικής ασφάλειας.