Η ακτινογραφία της προσέγγισης Ιράν – Σαουδικής Αραβίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η ακτινογραφία της προσέγγισης Ιράν – Σαουδικής Αραβίας

Οι ξεχωριστοί και συμπληρωματικοί στόχοι της Τεχεράνη, του Ριάντ, και του Πεκίνου

Οι ανωτέρω επαφές πέρα από το κίνητρο να αποσκιρτήσουν πρακτικά το Μπαχρέιν και τα ΗΑΕ από τις συμφωνίες του Αβραάμ, εντάσσονται και σε μια ευρύτερη ιρανική προσπάθεια αποκατάστασης σχέσεων με τις χώρες της ευρύτερης περιφέρειάς του. Η ιρανική πολιτική της προτεραιοποίησης της ανάπτυξης σχέσεων με γειτονικά κράτη αποβλέπει στην άρση της περιφερειακής απομόνωσης της χώρας και στη μείωση του βαθμού έκθεσης της ιρανικής οικονομίας στις αμερικανικές κυρώσεις, δημιουργώντας περισσότερες διόδους παράκαμψής τους.

Τρίτον, το Ιράν επιζητά οικονομικά οφέλη από την συμφωνία του Πεκίνου. Συγκεκριμένα, στο κοινό ανακοινωθέν το Ιράν κι η Σαουδική Αραβία δήλωσαν, μεταξύ άλλων, ότι θα εφαρμόσουν (ξανά) την «Γενική Συμφωνία Συνεργασίας στους Τομείς της Οικονομίας, του Εμπορίου, των Επενδύσεων, της Τεχνολογίας, της Επιστήμης, του Πολιτισμού, του Αθλητισμού, και της Νεολαίας» που είχαν υπογράψει το 1998 [34]. Μάλιστα, στον απόηχο της συμφωνίας, ο Σαουδάραβας υπουργός Οικονομικών εξέφρασε την ετοιμότητα της χώρας του να προχωρήσει «πολύ γρήγορα» σε επενδύσεις στο Ιράν [35]. Η ανωτέρω δήλωση προκάλεσε μια ιδιαιτέρως ενθουσιώδη ιρανική ανταπόκριση. Τουτέστιν, το ιρανικό υπουργείο Πετρελαίου ανακοίνωσε λίγες μέρες αργότερα ότι οποιαδήποτε ξένη επένδυση στο τομέα του πετρελαίου και φυσικού αερίου θα ήταν ευπρόσδεκτη [36].

To Press TV, το επίσημο διεθνές ειδησεογραφικό δίκτυο της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν στην αγγλική και γαλλική γλώσσα, σχολιάζοντας ένα άρθρο που αναλύει τις προοπτικές οικονομικής συνεργασίας σε διάφορους κλάδους μεταξύ Τεχεράνης και Ριάντ, πήρε την ευκαιρία για να εκφράσει απερίφραστα μια ανάλογη προσδοκία [37]. Τούτη η ιρανική θέρμη για σαουδαραβικές επενδύσεις γίνεται περισσότερο κατανοητή όταν αναλογιστεί κανείς το γεγονός ότι το Ιράν έχει μεγάλη ανάγκη από επενδύσεις στον ενεργειακό του τομέα, τις οποίες δεν μπορεί να καλύψει το ίδιο. Ο επικεφαλής της Εθνικής Ιρανικής Εταιρείας Πετρελαίου υπολόγισε εσχάτως ότι «για να αυξηθεί η ικανότητα παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου στην χώρα κατά 50%, χρειαζόμαστε μια επένδυση 160 δισεκατομμυρίων δολαρίων» [38]. Συν τοις άλλοις, γνωστοποιήθηκε ότι ένα Κοινό Εμπορικό Επιμελητήριο μεταξύ των δύο χωρών θα δημιουργηθεί σύντομα [39].

Από τα πρώτα απτά θετικά αποτελέσματα της συμφωνίας του Πεκίνου στην ιρανική οικονομία είναι το γεγονός ότι την επαύριον της ανακοινώσεώς της το ασθενές ιρανικό νόμισμα ανατιμήθηκε σημαντικά [40]. Μάλιστα, ένας πρώην βουλευτής της ιρανικής βουλής σημείωσε ότι «η μείωση της έντασης μεταξύ της Τεχεράνης και του Ριάντ, όπως ακριβώς ήταν σε θέση να μειώσει την τιμή του δολαρίου, των νομισμάτων και του χρυσού, μπορεί επίσης να μειώσει τον ολοένα αυξανόμενο πληθωρισμό» [41]. Σημειωτέον, ο έλεγχος του πληθωρισμού κι η ανάκαμψη της οικονομίας προσδιορίστηκαν προσφάτως από τον Αλί Χαμενεΐ ως η νούμερο ένα προτεραιότητα της χώρας για το νέο ιρανικό έτος [42]. Η αστάθεια της ιρανικής οικονομίας προσεγγίζεται ως ζήτημα εθνικής ασφαλείας από το ιρανικό καθεστώς, καθότι έχει προκαλέσει τα τελευταία χρόνια πολλές μαζικές διαδηλώσεις διαμαρτυρίας. Βλέπει την αυξανόμενη κοινωνική δυσαρέσκεια για τον ανεξέλεγκτο πληθωρισμό ως την σοβαρότερη απειλή εναντίον του. Ως εκ τούτου, το Ιράν προσμένει ότι η αποκλιμάκωση των σχέσεων με την Σαουδική Αραβία θα έχει θετικό αντίκτυπο στην, ταλαιπωρημένη από τις αμερικανικές κυρώσεις, οικονομία του.

Τέταρτον, το Ιράν προσδοκά ότι με την συμφωνία του Πεκίνου θα σταματήσει η σαουδαραβική υποστήριξη προς την ιρανική αντικαθεστωτική αντιπολίτευση του εξωτερικού [43], η δράση της οποίας έχει ανησυχήσει εντόνως την Τεχεράνη. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με μια πηγή που είναι σε θέση να γνωρίζει για τις διαπραγματεύσεις του Πεκίνου από πρώτο χέρι, το Ριάντ δεσμεύτηκε να μη χρηματοδοτεί το τηλεοπτικό δίκτυο Iran International, ένα μέσο ενημέρωσης που μέχρι τον Φεβρουάριο έδρευε στο Λονδίνο αλλά έχει πλέον μεταφερθεί στην Ουάσιγκτον για λόγους ασφαλείας. Το Iran International, που εκπέμπει τηλεοπτικό περιεχόμενο αποκλειστικά στα περσικά, κατηγορείται από το ιρανικό καθεστώς ότι ελέγχεται και χρηματοδοτείται από την Σαουδική Αραβία. Το εν λόγω τηλεοπτικό δίκτυο έχει γίνει ένας σοβαρός πονοκέφαλος για την Τεχεράνη, καθότι όχι μόνο κάλυψε εκτεταμένα κι υποστηρικτικά τις πρόσφατες πολύμηνες διαδηλώσεις στο Ιράν, αλλά κι επειδή υποστηρίζει ανοικτά την ανατροπή του ιρανικού καθεστώτος, έχοντας μάλιστα βρει τρόπο μέσω παράνομων δορυφορικών πιάτων να φτάνει στις τηλεοπτικές οθόνες των πολιτών του Ιράν. Επιπρόσθετα, το Ριάντ «δεσμεύεται να μη χρηματοδοτήσει οργανώσεις που χαρακτηρίζονται ως τρομοκράτες από το Ιράν, όπως η Οργάνωση των Μουτζαχεντίν του Λαού (MEK), κουρδικές ομάδες που εδρεύουν στο Ιράκ ή μαχητές που δραστηριοποιούνται από το Πακιστάν» [44]. Επομένως, το Ιράν θέλει η Σαουδική Αραβία να απόσχει από την υπόθαλψη ενεργειών που αποσκοπούν στην αποσταθεροποίηση του καθεστώτος του.

Πέμπτον, στην Τεχεράνη υπάρχει η προσδοκία ότι η συμφωνία θα επιφέρει τη μείωση της αμερικανικής επιρροής στον Περσικό Κόλπο [45]. Ο Ραχίμ Σαφαβί, πρώην διοικητής των Φρουρών της Επανάστασης (1997-2007) και νυν ανώτατος σύμβουλος επί στρατιωτικών θεμάτων του Ιρανού Ηγέτη, επισήμανε με πανηγυρικό τόνο ότι η συμφωνία του Πεκίνου «ήταν μια τεκτονική αλλαγή στο πολιτικό πεδίο κι ένα τέλος στην αμερικανική ηγεμονία στην περιοχή. Η μετά-ΗΠΑ εποχή στην περιοχή του Περσικού Κόλπου μόλις ξεκίνησε» [46]. Το Ιράν ερμηνεύει την συμφωνία του Πεκίνου ως τρανή απόδειξη ότι η Σαουδική Αραβία δεν εμπιστεύεται πλέον τις ΗΠΑ για την προστασία της [47].