Η ακτινογραφία της προσέγγισης Ιράν – Σαουδικής Αραβίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η ακτινογραφία της προσέγγισης Ιράν – Σαουδικής Αραβίας

Οι ξεχωριστοί και συμπληρωματικοί στόχοι της Τεχεράνη, του Ριάντ, και του Πεκίνου

Μια πιο ανεξάρτητη, ως προς τον διεθνή προσανατολισμό της, Σαουδική Αραβία είναι προς το συμφέρον του Ιράν. Κατά την Τεχεράνη, κάτι τέτοιο θα φέρει σταθερότητα στην περιοχή, και στην συνέχεια «με την εγκαθίδρυση σταθερότητας κι ασφάλειας στην περιοχή, δεν θα υπάρχει θέση για τις αμερικανικές δυνάμεις» [48]. Η αποχώρηση των εξω-περιφερειακών δυνάμεων από την περιοχή, και δη των αμερικανικών, αποτελεί πάγιο αίτημα του Ιράν. Ακόμη κι ο φιλοδυτικός Μοχαμάντ Ρεζά Παχλαβί, ο τελευταίος σάχης του Ιράν, είχε σχετική στόχευση. Το Ιράν θεωρεί ότι κάτι τέτοιο θα του επιτρέψει να αναδυθεί ως η ισχυρότερη περιφερειακή δύναμη. Ο σάχης χαρακτήρισε στην δεκαετία του ’70 αυτήν την φιλοδοξία ως «αναπόφευκτη» εξέλιξη [49], ενώ η Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν την έχει θέσει ως στόχο στο εθνικό σχέδιο «Όραμα 2025».

ΑΝΟΙΚΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αναμφίβολα, συνιστά πολύ σημαντική είδηση ότι ο πρόεδρος Ραϊσί αποδέχθηκε την πρόσκληση του βασιλιά Σαλμάν να επισκεφθεί το Ριάντ [50]. Επιπλέον, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η παραδοχή του Ιρανού Υπουργού Εξωτερικών ότι «η ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ του Ριάντ και της Τεχεράνης χρειάζεται κάποιο χρόνο, και υπάρχουν ακόμη εκκρεμή προβλήματα, αλλά δεν θεωρούνται εμπόδια στην πρόοδο των συνομιλιών» [51]. Μολαταύτα, η συμφωνία του Πεκίνου, όπως έχει υποστηριχθεί εύστοχα, «δεν θα σημάνει το τέλος του ανταγωνισμού στην περιοχή, αλλά μάλλον μια σταδιακή απομάκρυνση από έναν ανταγωνισμό μηδενικού αθροίσματος που επικεντρώνεται στα σχετικά κέρδη προς έναν ανταγωνισμό με περιθώρια απόλυτων κερδών» [52].

Τωόντι, οι δύο χώρες κατάλαβαν ότι «δεν μπορούν να διαγράψουν η μια την άλλη» [53]. Το Ιράν προσδοκά ότι η εν εξελίξει προσπάθεια αποκλιμάκωσης των σχέσεων με την Σαουδική Αραβία θα του προσφέρει ορισμένα οφέλη, τα οποία φαίνεται να επιζητά επιτακτικά αυτήν την περίοδο. Παράλληλα, όμως, είναι επιφυλακτικό, καθότι δεν υπάρχει εμπιστοσύνη προς την άλλη πλευρά [54].

Γι’ αυτό και θα ήταν ορθότερο να επισημανθεί ότι η αποκατάσταση των διμερών σχέσεων τους είναι μια ανοικτή διαδικασία, καθόλου προδιαγεγραμμένη, καλειδοσκοπική, που θα κληθεί να δοκιμαστεί σε καυτά περιφερειακά ζητήματα, όπου και τα δύο μέρη έχουν παγιωμένα συμφέροντα, όπως επί παραδείγματι στην εκλογή του προέδρου του Λιβάνου, που έχει περιέλθει σε αδιέξοδο, και στην Υεμένη. Γι’ αυτό, ενδεχομένως, ο πρόεδρος Σι διατράνωσε την πρόθεση της χώρας του να μη σταματήσει να συνδράμει τον διάλογο μεταξύ Τεχεράνης και Ριάντ [55].