Κάνοντας το Κέντρο ζωτικό ξανά | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Κάνοντας το Κέντρο ζωτικό ξανά

Πώς να αντιστραφεί το λαϊκιστικό ρεύμα και να δημιουργηθεί υποστήριξη για την φιλελεύθερη τάξη

Τα επόμενα χρόνια, τα αριστερά και δεξιά κόμματα έγιναν επίσης ικανά να χρησιμοποιούν την αντι-παγκοσμιοποίηση για να κινητοποιήσουν τους ψηφοφόρους που βιώνουν δύσκολες στιγμές. Στον απόηχο του χρηματοπιστωτικού κραχ του 2008 και της επακόλουθης κρίσης της ευρωζώνης, ο ΣΥΡΙΖΑ, ένα αριστερό κόμμα στην Ελλάδα, και το Podemos, ένα αντι-νεοφιλελεύθερο κόμμα στην Ισπανία, εκμεταλλεύτηκαν τον αυξανόμενο ευρωσκεπτικισμό και την αντίθεση στην απαίτηση της ΕΕ για λιτότητα για να συσπειρώσουν τους ψηφοφόρους στο πλευρό τους. Ενόψει του δημοψηφίσματος για το Brexit το 2016, ο Νάιτζελ Φάρατζ, ο ηγέτης του Κόμματος Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου, σημείωσε κέρδη στην βόρεια και ανατολική Αγγλία συνδυάζοντας ένα μήνυμα κατά της μετανάστευσης με την αντίθεση στην ένταξη στην ΕΕ. Το 2017, η Μαρίν Λεπέν, η ηγέτιδα του Εθνικού Μετώπου της Γαλλίας, υπέβαλε ανεπιτυχώς υποψηφιότητα για την προεδρία, συγχωνεύοντας την μακροχρόνια αντίθεση του κόμματος στη μαζική μετανάστευση με ένα νέο «στρατηγικό σχέδιο για την επαναβιομηχανοποίηση» που στόχευε στις γαλλικές περιοχές που είχαν πληγεί σκληρά από την παγκοσμιοποίηση.

Οι προσπάθειες αυτές δεν ανέβασαν τα αντι-παγκοσμιοποιητικά, λαϊκιστικά κόμματα στην εθνική κυβέρνηση, αν και με το να κατακτήσουν μεγαλύτερο μερίδιο της εθνικής ψήφου κατάφεραν να θέσουν σε άμυνα τα κυρίαρχα κόμματα. Τα κόμματα της σκληρής δεξιάς, ειδικότερα, γνώρισαν πρωτοφανή επιτυχία αυτά τα χρόνια, καθώς το μερίδιο των εθνικών ψήφων τους στις Δυτικές δημοκρατίες τριπλασιάστηκε μεταξύ 1990 και 2017. Η επιτυχία αυτή οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στην προθυμία αυτών των κομμάτων να συγχωνεύσουν το εκρηκτικό ζήτημα της μετανάστευσης με την αντίθεση στην απελευθέρωση του εμπορίου [11] και τους υπερεθνικούς θεσμούς, όπως η ΕΕ˙ κατάφεραν να διευρύνουν το μερίδιο των ψήφων τους, ιδίως στις φτωχές περιοχές.

Η αντι-παγκοσμιοποίηση έγινε επίσης μοχλός αλλαγής στο εσωτερικό των κυρίαρχων κομμάτων. Αισθανόμενα πίεση από τους αντι-παγκοσμιοποιητές για το εμπόριο, τη μετανάστευση, και την διεθνή συνεργασία, τα κεντροδεξιά κόμματα έγιναν πιο εθνικιστικά και εθνοτικά και, σε πολλές περιπτώσεις, πιο προστατευτικά. Στην κεντροαριστερά, τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στην Βόρεια Ευρώπη προσπάθησαν να υπερκεράσουν εκείνα που βρίσκονταν στα αριστερά τους τα οποία επέκριναν την παγκοσμιοποίηση ως «αγώνα δρόμου προς τον πάτο», προτρέποντας να εναρμονιστούν τα πρότυπα κοινωνικής πρόνοιας για να περιοριστεί το «πλεονέκτημα» των χωρών με χαμηλούς μισθούς στη Νότια Ευρώπη. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Τραμπ και ο γερουσιαστής Μπέρνι Σάντερς, διεξήγαγαν εκστρατείες το 2016 που απευθύνονταν σε λευκούς ψηφοφόρους της εργατικής και μεσαίας τάξης οι οποίοι ένιωθαν ότι έμειναν πίσω λόγω της παγκοσμιοποίησης. Στο αποκορύφωμα του Ψυχρού Πολέμου, τα κόμματα της κεντροαριστεράς και της κεντροδεξιάς είχαν περισσότερα κοινά μεταξύ τους παρά με τα κόμματα και τις παρατάξεις στα πολιτικά άκρα. Σήμερα, σε πολλές περιπτώσεις, αυτό δεν ισχύει πλέον.

ΠΙΣΩ ΣΤΗΝ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 1950

Αν και ο φιλελεύθερος διεθνισμός έχει δεχθεί συνεχείς επιθέσεις, είναι αναγκαίος σήμερα περισσότερο από ποτέ. Η άνοδος της Κίνας [12], και η αυξανόμενη ρωσική επιθετικότητα έχουν εγκαινιάσει μια νέα εποχή αντιπαλότητας των μεγάλων δυνάμεων. Προκειμένου να κατανοήσουν το πώς πρέπει να προχωρήσουν, πολλοί αναλυτές εξωτερικής πολιτικής όπως ο Michael Beckley, ο Hal Brands, και ο Dominic Tierney, έχουν αρχίσει να μελετούν τον Ψυχρό Πόλεμο για στοιχεία σχετικά με τον τρόπο αναβίωσης του ζωτικού κέντρου. Ορισμένοι προτείνουν ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής σήμερα μπορούν να εκμεταλλευτούν τις ανησυχίες των ψηφοφόρων για την αυξανόμενη κινεζική ισχύ και διεκδικητικότητα, όπως ακριβώς οι προκάτοχοί τους χρησιμοποίησαν το φάντασμα της σοβιετικής ισχύος κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου για να κατευθύνουν την κοινή γνώμη. Κάποιοι προχωρούν ακόμη παραπέρα, παραλληλίζοντας έντονα έναν «νέο άξονα απολυταρχίας» υπό την ηγεσία της Κίνας με την απειλή που αποτελούσε η πρώην Σοβιετική Ένωση και οι σύμμαχοί της την δεκαετία του 1950.

Οι εξωτερικές απειλές μπορούν σίγουρα να ενισχύσουν την εγχώρια αλληλεγγύη. Αλλά η αναλογία του Ψυχρού Πολέμου μπορεί να είναι παραπλανητική. Η Δυτική αλληλεγγύη τότε δεν οφειλόταν μόνο στους φόβους για την σοβιετική επέκταση. Οι Δυτικές δημοκρατίες έβρισκαν επίσης κοινό σκοπό στην δέσμευσή τους για την εγχώρια κοινωνική προστασία και την φιλελεύθερη δημοκρατία. Η κοινωνική προστασία θεωρήθηκε ως συμπλήρωμα της καταπολέμησης του κομμουνισμού κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, επειδή η σύγκρουση ανάγκασε τους Δυτικούς ηγέτες να αποδείξουν ότι ο δημοκρατικός καπιταλισμός, αντί για τον κομμουνισμό, μπορούσε να προσφέρει στους εργαζόμενους μεγαλύτερη οικονομική ασφάλεια, ισότητα, και ευκαιρίες. Όπως το έθεσε ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Dean Acheson, το 1950: «Δεν υπάρχει πλέον καμία διαφορά μεταξύ εξωτερικών και εσωτερικών ζητημάτων. Είναι όλα μέρος του ίδιου ζητήματος». Χωρίς την ανανέωση αυτού του εναγκαλισμού της οικονομικής ασφάλειας και της χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης, η επίκληση της απειλής της Κίνας δεν είναι αρκετή για να επαναφέρει στο μαντρί τους ενάντιους στην παγκοσμιοποίηση.