Μπορεί η Κίνα να διαχειριστεί την σύγκρουση στην Ουκρανία; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Μπορεί η Κίνα να διαχειριστεί την σύγκρουση στην Ουκρανία;

Το Πεκίνο προσπαθεί να ισορροπήσει τους δεσμούς του με την Ρωσία και την Ευρώπη

ΦΡΟYΔΕΣ ΕΛΠIΔΕΣ;

Ο βαθμός στον οποίο η Κίνα μπορεί να αξιοποιήσει τις διπλωματικές της προσπάθειες προς όφελός της εξαρτάται από το πώς ακριβώς επιδιώκει να προχωρήσει η χώρα. Το Πεκίνο δεν έχει προσφέρει συγκεκριμένες προτάσεις για τον τρόπο επίλυσης της σύγκρουσης στην Ουκρανία. Και αν η προσέγγισή της κατά την διάρκεια των εξαμερών συνομιλιών για την Βόρεια Κορέα ή η διαμεσολάβησή της μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν χρησιμεύσει ως οδηγός για τις προσπάθειές της στην Ουκρανία, κανείς δεν θα πρέπει να περιμένει από την Κίνα να υποβάλει δημιουργικές διπλωματικές προτάσεις. Ενώ το Πεκίνο ίσως να είναι σε θέση να φέρει και τις δύο πλευρές στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, έχει πολύ δρόμο να διανύσει αν θέλει να πείσει την διεθνή κοινότητα ότι είναι πραγματικά ένας ειλικρινής διαμεσολαβητής.

Παρόλο που το Πεκίνο τονίζει την φαινομενικά ουδέτερη ώθησή του για την εξεύρεση ενός δρόμου προς την ειρήνη μέσω του άμεσου διαλόγου, η απεικόνιση των Ηνωμένων Πολιτειών και του ΝΑΤΟ ως υποθάλπτοντες την σύγκρουση με την παροχή όπλων στην Ουκρανία είναι μια κρίσιμη πτυχή των μηνυμάτων του. Αυτό το αφήγημα αποσκοπεί στην συσπείρωση του παγκόσμιου Νότου και επιδιώκει να υπονομεύσει τα αμερικανικά και ευρωπαϊκά επιχειρήματα ότι η διεθνής κοινότητα πρέπει να στηρίξει την Ουκρανία ενάντια στην ρωσική εισβολή.

Η πραγματικότητα είναι ότι η Ουκρανία δεν μπορεί να συνεχίσει τον αγώνα αν η πολιτική, οικονομική και στρατιωτική της υποστήριξή της από το εξωτερικό εξαντληθεί. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη έχουν ήδη ζητήσει από τις χώρες που ήταν στο περιθώριο να βοηθήσουν στην αναπλήρωση των οπλικών αποθεμάτων της Ουκρανίας, και η πίεση της Κίνας για διάλογο θα μπορούσε να επηρεάσει δυσανάλογα το Κίεβο αν οι χώρες γίνουν επιφυλακτικές. Ταυτόχρονα, η έκκληση της Κίνας για άμεση κατάπαυση του πυρός θα μπορούσε να επιτρέψει στην Ρωσία να παγιώσει τα κέρδη της, την στιγμή που εξακολουθεί να ελέγχει σημαντικά τμήματα του ουκρανικού εδάφους.

Οι εξελισσόμενες συζητήσεις εξωτερικής πολιτικής της Κίνας δεν είναι επίσης ευνοϊκές για την Ουκρανία. Κινέζοι ειδικοί εργάζονται για να επιλύσουν την αντίφαση μεταξύ της έμφασης του Πεκίνου στον σεβασμό της κυριαρχίας και της άρνησής του να περιγράψει την σύγκρουση ως ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Ορισμένοι Κινέζοι μελετητές έχουν προτείνει ότι η κυριαρχία και η εδαφική ακεραιότητα θα πρέπει να θεωρούνται μόνο μια από τις 12 βασικές αρχές που πρέπει να εξισορροπήσει η Κίνα -με άλλα λόγια, όχι η πιο σημαντική ή μια αξία που πρέπει να γίνει απολύτως σεβαστή.

Αλλά αν η Κίνα ήθελε να διατηρήσει την θέση της ότι η αρχή της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας είναι αδιαπραγμάτευτη, τότε η αμφισβήτηση της κυριαρχίας των μετασοβιετικών κρατών από τον Lu Shaye θα μπορούσε να είναι η λύση. Είναι ενδεικτικό ότι παρά την διεθνή καταδίκη των παρατηρήσεων του Lu, το Πεκίνο δεν έχει ακόμη επιπλήξει δημοσίως τον ίδιο με οποιονδήποτε τρόπο πέρα από την αποκήρυξη των σχολίων του. Την περασμένη εβδομάδα, το υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας ήρθε μάλιστα να τον υπερασπιστεί διαψεύδοντας τις «ψευδείς πληροφορίες» ότι ο Lu ανακλήθηκε στην Κίνα.

Τα σχόλια του Lu είναι στην πραγματικότητα σύμφωνα με το πνεύμα δύο κινεζικών σημείων συζήτησης: ότι η Ρωσία είχε «νόμιμες ανησυχίες ασφαλείας» για να χρησιμοποιήσει βία εναντίον της Ουκρανίας και ότι η κρίση στην Ουκρανία προκλήθηκε από «βαθύ ιστορικό υπόβαθρο και πολύπλοκους ρεαλιστικούς λόγους». Με άλλα λόγια, το Πεκίνο θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι η εισβολή της Ρωσίας το 2022 δεν ξεκίνησε στην πραγματικότητα την σύγκρουση στην Ουκρανία. Αν αυτό ισχύει, η Ρωσία δεν είναι ο μόνος επιτιθέμενος και η επίλυση της σύγκρουσης απαιτεί να πάμε πιο πίσω στην ιστορία, σε μια εποχή που η Ουκρανία (και η Κριμαία) ήταν μέρος της Σοβιετικής Ένωσης. Αυτό θα μπορούσε να διευκολύνει την προώθηση μιας πολιτικής διευθέτησης όπου η Ρωσία διατηρεί τον έλεγχο των τμημάτων της Ουκρανίας που έχει κατακτήσει.

Η Κίνα δεν χρειάζεται να υποστηρίξει ότι η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία ήταν ηθικά σωστή -και τέτοια επιχειρήματα είναι πιθανό να απορριφθούν από την Δύση. Η Κίνα χρειάζεται απλώς να συσκοτίσει τα αίτια του πολέμου προκειμένου να θέσει υπό αμφισβήτηση το ηθικό πλεονέκτημα των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης. Είναι πιθανό το Πεκίνο να ποντάρει στην αυξανόμενη Δυτική διαίρεση και κόπωση καθώς η σύγκρουση παρατείνεται, γεγονός που θα μπορούσε να επιτρέψει στις χώρες του παγκόσμιου Νότου να αυξήσουν την πίεση προς την Δύση να τερματίσει τον πόλεμο. Καθώς οι ρωσικές και ουκρανικές δυνατότητες εξαντλούνται περαιτέρω, και οι δύο πλευρές θα μπορούσαν να βρεθούν να αναζητούν μια διέξοδο από τον πόλεμο.

ΕΝΑΣ ΑΜΦΙΒΟΛΟΣ ΕΙΡΗΝΟΠΟΙΟΣ

Η διεθνής κοινότητα δεν θα πρέπει να εναποθέσει πολλές ελπίδες στις διαμεσολαβητικές προσπάθειες της Κίνας, ούτε να μεταβάλει τις υπάρχουσες προσπάθειες αποτροπής της ρωσικής επιθετικότητας ή δημιουργίας συνθηκών για τον τερματισμό της σύγκρουσης. Οι προσπάθειες της Κίνας είναι πιθανό να είναι υψηλού προφίλ αλλά αργές και αμφίβολες στην ουσία.

Το Πεκίνο γνωρίζει ότι θα είναι απίστευτα δύσκολο να επιτευχθεί οποιοσδήποτε τύπος πολιτικής διευθέτησης και δεν θέλει να κατηγορηθεί αν οι προσπάθειές του αποτύχουν. Ταυτόχρονα, θέλει να πιστωθεί την όποια πρόοδο μπορεί να επιτευχθεί. Αυτές οι αντιθετικές τάσεις είναι εμφανείς στην δήλωση του Σι ότι η Κίνα «δεν δημιούργησε την κρίση στην Ουκρανία, ούτε είναι μέρος της κρίσης» και στον ισχυρισμό του ότι το Πεκίνο δεν μπορεί να «καθίσει άπραγο» καθώς η σύγκρουση κλιμακώνεται.

Το Πεκίνο δεν έχει επίσης δείξει καμία προθυμία να επιβάλει κόστος στη Μόσχα αν το Κρεμλίνο αρνηθεί να ακολουθήσει την διπλωματική του καθοδήγηση. Αυτόν τον Μάρτιο, ο Σι και ο Πούτιν εξέδωσαν κοινή δήλωση στην οποία απέρριπταν την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων στο εξωτερικό. Αλλά όταν ο Πούτιν δήλωσε λίγες ημέρες αργότερα ότι θα τοποθετήσει πυρηνικά όπλα στην Λευκορωσία, η Κίνα απέφυγε σε μεγάλο βαθμό να τον επικρίνει.