Η εποχή της ενεργειακής ανασφάλειας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η εποχή της ενεργειακής ανασφάλειας

Πώς η μάχη για πόρους ανατρέπει την γεωπολιτική*

Οι παραδοσιακοί ενεργειακοί βαρέων βαρών [παίκτες] επανυπολογίζουν επίσης τις θέσεις τους ως απάντηση στο μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό τοπίο με τρόπους που αυξάνουν τους κινδύνους για την ενεργειακή ασφάλεια. Η Σαουδική Αραβία, για παράδειγμα, βλέπει τώρα την παγκόσμια στάση της διαφορετικά από ό,τι τις δεκαετίες που ακολούθησαν την διάσημη συμφωνία «πετρέλαιο για ασφάλεια» που έγινε από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Φράνκλιν Ρούσβελτ, και τον Σαουδάραβα βασιλιά, Abdulaziz ibn Saud, την Ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου το 1945. Το Ριάντ ανησυχεί τώρα, φανερά ή σιωπηρά, πολύ λιγότερο για την ικανοποίηση των αιτημάτων της Ουάσιγκτον να προμηθεύει τις αγορές πετρελαίου με τρόπους που συνάδουν με τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Ενόψει μιας αντιληπτής ή πραγματικής μείωσης της στρατηγικής δέσμευσης των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, το Ριάντ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι πρέπει να τείνει σε άλλες σχέσεις -ειδικά τους δεσμούς του με την Κίνα, τον μεγαλύτερο πελάτη του πετρελαίου του. Η αποδοχή της Κίνας από το βασίλειο ως εγγυητή της πρόσφατης προσέγγισης Ιράν-Σαουδικής Αραβίας ενισχύει τον ρόλο του Πεκίνου στην περιοχή και το παγκόσμιο status του. Οι σχέσεις με την Μόσχα έχουν επίσης γίνει ιδιαίτερα σημαντικές για την Σαουδική Αραβία. Ανεξάρτητα από την εισβολή στην Ουκρανία, η κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας πιστεύει ότι η Ρωσία παραμένει ουσιαστικός οικονομικός εταίρος και συνεργάτης στην διαχείριση της αστάθειας της αγοράς πετρελαίου. Ως εκ τούτου, [το Ριάντ] θα είναι εξαιρετικά απρόθυμο να πάρει θέσεις που φέρνουν την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας εναντίον του Πούτιν.

Η νέα ενεργειακή ανασφάλεια διαμορφώνεται επίσης από υποχρεωτικές κινήσεις που έχουν κάνει πολλές χώρες για να επαναπατρίσουν και να διαφοροποιήσουν τις αλυσίδες εφοδιασμού τους μετά την εισβολή στην Ουκρανία και την παγκόσμια πανδημία. Τέτοιες κινήσεις είναι κατανοητές, και μάλιστα σοφές, δεδομένων των πλέον εμφανών κινδύνων υπερβολικής εξάρτησης από ορισμένες χώρες, ιδίως την Κίνα, σε αυτή τη νέα γεωπολιτική εποχή. Ωστόσο, ένα διασυνδεδεμένο παγκόσμιο ενεργειακό σύστημα παραμένει ο ακρογωνιαίος λίθος της ενεργειακής ασφάλειας˙ οι αγορές εξακολουθούν να είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος κατανομής των προμηθειών. Η αυξημένη αυτάρκεια ίσως να δώσει στις χώρες μια αυξημένη αίσθηση ανθεκτικότητας, αλλά θα μπορούσε επίσης να τις καταστήσει ευάλωτες˙ μια διασυνδεδεμένη παγκόσμια αγορά μπορεί να μειώσει τις διαταραχές που προκαλούνται από ακραία καιρικά φαινόμενα ή πολιτική αστάθεια. Οι πιο κατακερματισμένες αγορές ενέργειας θα έχουν αναπόφευκτα λιγότερες επιλογές για να αξιοποιήσουν σε τέτοιες περιπτώσεις. Ο αμερικανικός Νόμος για τη Μείωση του Πληθωρισμού και το ευρωπαϊκό βιομηχανικό σχέδιο Πράσινη Συμφωνία (Green Deal) αποσκοπούν στην επιτάχυνση της προσπάθειας για καθαρές μηδενικές εκπομπές και μειώνουν την ενεργειακή ανασφάλεια κατά κάποιο τρόπο περιορίζοντας την εξάρτηση από τους υδρογονάνθρακες που διακινούνται παγκοσμίως και οι οποίοι είναι εκτεθειμένοι σε γεωπολιτικούς κινδύνους. Ωστόσο, αυξάνουν επίσης την ανασφάλεια, καθώς η προώθηση εγχώριων βιομηχανιών διατρέχει τον κίνδυνο να υποκινήσει τον προστατευτισμό και τον κατακερματισμό, εκ των οποίων αμφότερα μπορούν να κάνουν τις οικονομίες λιγότερο ενεργειακά ασφαλείς.

Τέλος, η κλιματική αλλαγή θα αποτελέσει σημαντική απειλή για την ενεργειακή ασφάλεια τις επόμενες δεκαετίες, θέτοντας κινδύνους για παλιές και νέες υποδομές. Τα θερμότερα ύδατα και οι πιο έντονες ξηρασίες θα δυσκολέψουν την ψύξη των σταθμών παραγωγής ενέργειας, τη μεταφορά καυσίμων, και την εξάρτηση από την υδροηλεκτρική ενέργεια. Το 2022, η Καλιφόρνια έχασε το ήμισυ της υδροηλεκτρικής της παραγωγής λόγω ξηρασίας και η Βραζιλία σχεδόν αναγκάστηκε να επιβάλλει δελτίο στην ηλεκτρική ενέργεια αφότου έχασε μεγάλο μέρος της υδροηλεκτρικής της ενέργειας. Αυτού του είδους τα γεγονότα θα γίνουν πιο συνηθισμένα καθώς ο κόσμος θα απο-ανθρακοποιείται, επειδή ένα ενεργειακό σύστημα λιγότερο εξαρτώμενο από τους υδρογονάνθρακες θα εξαρτάται περισσότερο από την ηλεκτρική ενέργεια˙ ο φθηνότερος τρόπος να απαλλαγούν από τον άνθρακα τομείς όπως οι μεταφορές και η θέρμανση θα είναι η χρήση ηλεκτρικής ενέργειας αντί για βενζινοκινητήρες ή λέβητες φυσικού αερίου. Ο ΔΟΕ εκτιμά ότι εάν ο κόσμος θέλει να επιτύχει τον στόχο των καθαρών μηδενικών εκπομπών άνθρακα έως το 2050, το 50% της παγκόσμιας κατανάλωσης ενέργειας θα πρέπει να καλύπτεται από ηλεκτρική ενέργεια, από μόλις 20% σήμερα. Και σχεδόν όλη αυτή η ηλεκτρική ενέργεια θα χρειαστεί να παράγεται από πηγές μηδενικού άνθρακα, από μόλις 38% σήμερα.

Η κλιματική αλλαγή θα θέσει μεγάλο μέρος της υποδομής για αυτήν την παραγωγή, μεταφορά, και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας σε μεγαλύτερο κίνδυνο, καθώς τα εύθραυστα δίκτυα και τα εναέρια καλώδια είναι συχνά πιο ευάλωτα σε ακραίες καιρικές συνθήκες, πυρκαγιές, και άλλους κινδύνους που σχετίζονται με το κλίμα. Η κλιματική αλλαγή μπορεί επίσης να έχει αρνητικό αντίκτυπο στις ανανεώσιμες πηγές ηλεκτρικής ενέργειας, με την Διακυβερνητική Επιτροπή του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή να προβλέπει ότι έως το 2100 οι μέσες παγκόσμιες ταχύτητες του ανέμου θα μπορούσαν να μειωθούν κατά 10%, καθώς η κλιματική αλλαγή μειώνει τις διαφορές στις ατμοσφαιρικές θερμοκρασίες που προκαλούν τον άνεμο.

ΔΙΛΗΜΜΑΤΑ ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗΣ

Μια λύση σε αυτά τα προβλήματα είναι να διαφοροποιηθεί η προσφορά. Η διαφοροποίηση παραμένει τόσο κεντρική για την ενεργειακή ασφάλεια όσο ήταν το 1913, όταν ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, τότε ο πρώτος άρχων του Ναυαρχείου [στμ: ο πολιτικός προϊστάμενος του Βρετανικού Βασιλικού Ναυτικού], δήλωσε ότι «στην ποικιλία και μόνο στην ποικιλία» το Ηνωμένο Βασίλειο θα έβρισκε μια λύση στις ευαλωτότητες που δημιουργήθηκαν από την απόφασή του να μετατοπίσει το βρετανικό ναυτικό από την εξάρτηση από τον άνθρακα του Newcastle στις λιγότερο ασφαλείς πηγές πετρελαίου από την Περσία.