Η παρανόηση περί «ανάπτυξης» και «λιτότητας» | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η παρανόηση περί «ανάπτυξης» και «λιτότητας»

Ο πολιτικός λαϊκισμός και ο ρόλος του στην καταστροφή τής οικονομίας

Συνεπώς, το αποτέλεσμα της αναπτυξιακής -υποτίθεται- επεκτατικής πολιτικής με αύξηση της δημόσιας δαπάνης είναι, αύξηση του ελλείμματος στο εξωτερικό εμπόριο, διόγκωση του δημόσιου χρέους (και ενδεχομένως και του εξωτερικού χρέους, εάν η «επέκταση» επιχειρήθηκε με εξωτερικό δανεισμό), και το κυριότερο, μεταφορά πόρων από τα «διεθνώς εμπορεύσιμα» στα «διεθνώς μη εμπορεύσιμα», κάτι που από αναπτυξιακή άποψη είναι μια πλήρης καταστροφή εάν αιτία του δεν είναι η αύξηση του επιπέδου παραγωγικότητας αλλά η τεχνητή αλλαγή στην ζήτηση και στους «όρους εμπορίου» μεταξύ των δύο τομέων. Πρόκειται για μια τραγική ιστορία που επαναλήφθηκε πολλές φορές στην –διατελούσα υπό την υπνωτική σχεδόν επήρεια του διαζευκτικού ιδεολογήματος «ανάπτυξη-λιτότητα»- μεταπολιτευτική Ελλάδα, χωρίς η προηγούμενη –κακή- εμπειρία να αποτελεί και μάθημα για την επόμενη. Άλλωστε, προτείνεται και σήμερα, ως η ανυπέρβλητη συνταγή για την υπέρβαση της κρίσης. Όποιος, βεβαίως, τηρεί αποστάσεις από την κραυγαλέα αυτή πλάνη πρέπει να κρατήσει ως συμπέρασμα ότι, για μια «μικρή ανοικτή οικονομία», η ουδέτερη δημοσιονομική πολιτική αποτελεί τον θεμελιώδη όρο της αναπτυξιακής ισορροπίας της, πράγμα που συνεπάγεται ως επί το πλείστον ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς (και πλεονασματικούς σε περιπτώσεις που η οικονομία βρίσκεται σε κατάσταση «υπερθέρμανσης» ωθούμενη σε αυτό από εξωγενείς παράγοντες). Ούτε η «ύφεση», ούτε η αναπτυξιακή στασιμότητα οικονομιών σαν την Ελλάδα θεραπεύονται με ελλειμματικούς προϋπολογισμούς. Πολλώ δε μάλλον που μια μικρή ανοικτή οικονομία, όπως η Ελλάδα, στην πραγματικότητα δεν πάσχει ποτέ από έλλειψη «ενεργού ζητήσεως», γιατί υπάρχει πάντοτε γι’ αυτήν η ζήτηση των διεθνών αγορών.

Υπό το φως των ανωτέρω, μπορεί κανείς εύκολα να εκτιμήσει ποια ήταν τα αίτια της καταστροφής το 2010. Η τραγική αποτυχία τής ελληνικής οικονομίας, βεβαίως, είχε τις ρίζες της στην ακολουθούμενη, ήδη από το 1949 οικονομική πολιτική. Δεν θα έφθανε, όμως, ποτέ στην χρεοκοπία εάν, μέσα στις συνθήκες τής πρώτης περιόδου τής ΟΝΕ, δεν παραβιάζονταν, με τόσο ανόητο τρόπο, όλοι οι όροι ευστάθειας της αναπτυξιακής ισορροπίας. Βέβαια, προς την ίδια κατεύθυνση συνέβαλε και ο γενικός παραλογισμός που παρατηρήθηκε διεθνώς -δηλαδή η ευήθεια των δανειστών που δάνειζαν την Ελλάδα με επιτόκια Γερμανίας- και προξένησε την κρίση σε όλη την Νότια Ευρώπη και σε όλη την ευρωζώνη. Παρ’ ότι, λοιπόν, η κρίση στην Ελλάδα είναι διαφορετική από της Πορτογαλίας ή της Ιρλανδίας διότι –στην χώρα μας- πρόκειται για μια εκτεταμένη διαρθρωτική κατάρρευση η οποία δεν επιδέχεται επιδιορθώσεις αλλά απαιτεί συνολική ανοικοδόμηση της οικονομίας, ο μηχανισμός με τον οποίον εκδηλώθηκε σε όλες τις χώρες τού Νότου δεν διαφέρει και πολύ. Όταν ο υπερδανεισμός δεν μπορούσε πλέον να συνεχισθεί, η ψευδώνυμη «ανάπτυξη» που είχε δημιουργήσει κατέρρευσε μαζί του: «Η συσσώρευση υπερβολικού χρέους συνεπάγεται συνήθως την μετακίνηση κάποιου μέρους τής εγχώριας συνολικής ζήτησης χρονικά προς τα εμπρός, έτσι ώστε η έξοδος από το χρέος να περιλαμβάνει τις περισσότερες από τις αποταμιεύσεις και μειωμένη ζήτηση. Το αρνητικό σοκ δημιουργεί δυσμενείς επιπτώσεις στο τομέα των μη εμπορευσίμων, ο οποίος είναι μεγάλος (περίπου τα δύο τρίτα μιας προηγμένης οικονομίας) και εξαρτάται εξ ολοκλήρου από την εγχώρια ζήτηση. Ως αποτέλεσμα, οι δείκτες της ανάπτυξης και της απασχόλησης πέφτουν κατά την περίοδο της απομόχλευσης» [8].