Ο Άσαντ αντεπιτίθεται | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο Άσαντ αντεπιτίθεται

Γιατί η Συρία αποφάσισε να απαντήσει στους ισραηλινούς βομβαρδισμούς για πρώτη φορά

Παρ’ όλα αυτά, το καθεστώς Άσαντ δεν στηρίζεται αποκλειστικά από την Ρωσία.
Μπορεί η Μόσχα, ήδη από την εποχή της Σοβιετικής Ένωσης, να στηρίζει την Δαμασκό, ωστόσο μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, το Ιράν ανέλαβε τον ρόλο του προστάτη του καθεστώτος Άσαντ έναντι της εχθρικής Δύσης. Αναμφίβολα, το Ιράν έχει επενδύσει πολλά στον συριακό εμφύλιο. Ήδη από τις πρώτες εβδομάδες των εμφυλίων συγκρούσεων, η Τεχεράνη παρείχε απλόχερα στον καθεστωτικό στρατό χερσαίες δυνάμεις, οπλισμό και τεχνογνωσία. Ως εκ τούτου, όσο περνάει ο καιρός – και μοιραία, όσο πλησιάζει η ώρα που τελικά και αυτός ο πόλεμος θα λήξει – είναι αυτονόητο ότι η Τεχεράνη θα επιδιώξει ανταλλάγματα.

Μέχρι σήμερα, τα οφέλη που αποκόμισε το Ιράν από την ανάμιξή του τόσο στον συριακό εμφύλιο όσο και στον αγώνα που διεξάγεται κατά του Ισλαμικού Κράτους και εκτός Συρίας, δεν είναι λίγα: Εάν η Δύση δεν είχε τόσο μεγάλη ανάγκη την ιρανική συμβολή στην αντιμετώπιση του ISIS στο Ιράκ και στην Συρία, η Ουάσινγκτον δεν θα αποδεχόταν ποτέ τον διακανονισμό που επετεύχθη για τον έλεγχο του πυρηνικού προγράμματος της Τεχεράνης. Δεν θα απελευθερώνονταν τα ιρανικά κεφάλαια που ήταν δεσμευμένα επί χρόνια στις αμερικανικές και βρετανικές τράπεζες, ούτε θα αίρονταν οι περιορισμοί που είχαν επιβληθεί σε ιρανικά προϊόντα και επιχειρήσεις στις διεθνείς αγορές. Παράλληλα, η ενεργός ανάμιξη του Ιράν στα πεδία των μαχών στην Συρία εξυπηρετούσε και την Ρωσία: Οι καλά εκπαιδευμένοι Ιρανοί στρατιώτες έφερναν εις πέρας επιχειρήσεις δύσκολες, ενόσω το ρωσικό στρατιωτικό προσωπικό παρέμενε στα μετόπισθεν.

Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου, η Τεχεράνη αντιλαμβάνεται ότι δεν απολαμβάνει προνόμια ανάλογα με τις υπηρεσίες που παρέχει, βλέποντας μάλιστα την επιχειρησιακή δυνατότητα της σιιτικής οργάνωσης Χεζμπολάχ να μειώνεται σημαντικά, την στιγμή μάλιστα που η συχνότητα των ισραηλινών αεροπορικών βομβαρδισμών αυξήθηκε κατακόρυφα από τον Ιανουάριο του 2017 και εντεύθεν. Παράλληλα, η άνοδος του Τραμπ στην ηγεσία των Ηνωμένων Πολιτειών και τα πολλαπλά μηνύματα που στέλνει ο νέος πρόεδρος προς τον Ρώσο ομόλογό του για μια ενδεχόμενη σύμπραξη των δύο υπερδυνάμεων στην αντιμετώπιση της συριακής κρίσης, κάθε άλλο παρά χαροποιούν την Τεχεράνη. Το Ιράν αρχίζει να αντιλαμβάνεται ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο όχι μόνο θα παγιοποιήσει την ισραηλινή επιχειρησιακή άνεση εντός της συριακής επικράτειας, αλλά και θα το θέσει «εκτός νυμφώνος», όταν θα έρθει η στιγμή που η «πίτα» της μετεμφυλιακής Συρίας θα πρέπει να κοπεί.

Έτσι, θέλοντας να αξιοποιήσει την σχετικά μακρά περίοδο «εγκλιματισμού» του Ντόναλντ Τραμπ και των συνεργατών του στα νέα τους καθήκοντα, το Ιράν επιχειρεί να θέσει επί τάπητος τις δικές του αξιώσεις. Αποδέκτης των ιρανικών αιτημάτων είναι η Ρωσία. Συγκεκριμένα, όπως συμπεραίνεται από όσα διέρρευσαν στον Τύπο μετά την πρόσφατη έκτακτη συνάντηση Πούτιν-Νετανιάχου στη Μόσχα, είναι πλέον σαφές ότι το Ιράν απαιτεί μετ’ επιτάσεως από την Ρωσία να του παραχωρηθεί ναυτική βάση στα συριακά παράλια, κατά τα πρότυπα των ρωσικών ναυτικών βάσεων στο Ταρτούς. Η Τεχεράνη έχει διαπιστώσει εδώ και χρόνια ότι η δυναμικότητα της Χεζμπολάχ στον Νότιο Λίβανο δεν αρκεί για να υποστηρίξει την πολυπόθητη έξοδο του Ιράν προς τη Μεσόγειο, επιτρέποντάς του την άμεση πρόσβαση στο νέο ενεργειακό σκηνικό που σχεδιάζεται στην Ανατολική Μεσόγειο τα τελευταία επτά χρόνια. Από την άλλη πλευρά όμως, η Ρωσία, ενώ από τη μια πλευρά αντιλαμβάνεται ότι η ιρανική παρουσία στη Συρία την εξυπηρετεί σε επιχειρησιακό επίπεδο, από την άλλη δεν είναι διατεθειμένη να δεθεί στο άρμα του Ιράν, ενόψει μάλιστα ενός «φιλικού διακανονισμού» με τον πρόεδρο Τραμπ για το Συριακό – έναν διακανονισμό που η Μόσχα ελπίζει ότι θα της ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στην παρουσία της στην, άλλοτε δυσπρόσιτη για εκείνην, Μέση Ανατολή.

19032017-2.jpg

Ένα ρωσικό ελικόπτερο πάνω από το Ναό του Μπελ στην ιστορική Παλμύρα, στην Συρία, στις 4 Μαρτίου 2017. REUTERS/Omar Sanadiki
-------------------------------------------------------------------

Εκτός όμως από το Ιράν, το καθεστώς Άσαντ έχει κάθε λόγο να ανησυχεί για την συνεχιζόμενη ρωσο-ισραηλινή συγκυριακή συνεργασία. Οι αλλεπάλληλες ισραηλινές αεροπορικές επιχειρήσεις πλήττουν όχι μόνο το ηθικό αλλά και την καθαυτή ηθική νομιμοποίηση του προέδρου Άσαντ στα μάτια των υποστηρικτών του. Ακόμα και όταν κάποτε ο τακτικός συριακός στρατός καταφέρει να ελέγξει την κατάσταση στην Συρία, οι πολλαπλές αναπάντητες ισραηλινές αεροπορικές επιδρομές σίγουρα θα αποτελέσουν ένα πολύ αποτελεσματικό επιχείρημα για τους δελφίνους της εξουσίας. Η τακτική της «μη-ανταπόδοσης» που ο πρόεδρος Άσαντ ακολουθεί κάθε φορά που γίνεται γνωστό ότι οι Ισραηλινοί βομβαρδίζουν ανενόχλητοι αποθήκες και στρατιωτικές βάσεις, είναι σίγουρο ότι θα αποτελέσουν ένα πολύ πειστικό επιχείρημα όσων δελφίνων θελήσουν να διαδεχθούν τον Μπασάρ Αλ-Άσαντ δια της βίας.

Υπ’ αυτές τις συνθήκες λοιπόν, και ενόσω η Ρωσία δεν δείχνει να βιάζεται να αποφασίσει εάν τελικά θα ικανοποιήσει τις ιρανικές αξιώσεις, η Δαμασκός έχει κάθε λόγο να πιστεύει ότι μια μόνιμη και θεσμοθετημένη στρατιωτική παρουσία του Ιράν εντός της συριακής επικράτειας θα αποτελέσει την μόνη σοβαρή εγγύηση για την μακροημέρευση του Σύρου προέδρου. Έτσι, εάν η Δαμασκός ήταν σε θέση να αποφασίσει από μόνη της να παραχωρήσει στο Ιράν ναυτική βάση στα παράλιά του, ευχαρίστως θα το έπραττε – καταδεικνύοντας με αυτόν τον τρόπο και προς πάσα κατεύθυνση, ότι ο πραγματικός εχθρός ολόκληρου του συριακού λαού (όπως τουλάχιστον αυτός οριζόταν προεμφυλιακά) είναι μόνο ένας: Ο σιωνισμός.

Η ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ 17ης ΜΑΡΤΙΟΥ 2017

Και κάπως έτσι φτάσαμε στα ξημερώματα της 17ης Μαρτίου 2017.