Η απατηλή υπόσχεση της αλλαγής καθεστώτος | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η απατηλή υπόσχεση της αλλαγής καθεστώτος

Γιατί η Ουάσιγκτον συνεχίζει να αποτυγχάνει στη Μέση Ανατολή

Ακόμη και οι φερόμενοι ως φιλικοί ηγέτες που είχαν τοποθετηθεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες δεν ενεργούσαν πάντα σύμφωνα με τις επιθυμίες της Ουάσιγκτον. Εξάλλου, έχουν να ανησυχούν για τα τοπικά τους συμφέροντα και συχνά πρέπει να αντισταθούν στις εξωτερικές δυνάμεις για να ενισχύσουν τη νομιμοποίησή τους. Συχνά, έχουν αψηφήσει την Ουάσιγκτον σε μια σειρά εσωτερικών και διεθνών ζητημάτων, γνωρίζοντας ότι οι Αμερικανοί υποστηρικτές τους δεν είχαν άλλη επιλογή από το να συνεχίσουν να τους υποστηρίζουν. Και μακράν του να ασκούν θετική επιρροή σε αυτούς τους ηγέτες και να βοηθούν τις Ηνωμένες Πολιτείες να ξεπεράσουν αυτές τις προκλήσεις, πολλοί περιφερειακοί και παγκόσμιοι παράγοντες κάνουν ακριβώς το αντίθετο. Για δεκαετίες, το Πακιστάν είχε βοηθήσει να ματαιωθούν οι προσπάθειες των ΗΠΑ για σταθεροποίηση του Αφγανιστάν. Το Ιράν υπονόμευσε τις προσπάθειες των ΗΠΑ στο Ιράκ υποστηρίζοντας βίαιες σιιτικές πολιτοφυλακές. Η Λιβύη διαλύθηκε από ανταγωνιστικές εξωτερικές δυνάμεις που υποστηρίζουν αντίπαλους πληρεξούσιους. Και στην Συρία, η Ρωσία και το Ιράν -αποφασισμένοι να υπονομεύσουν την υποστηριζόμενη από τις ΗΠΑ αλλαγή καθεστώτος εν μέρει μήπως οι Αμερικανοί έχουν την ιδέα να το δοκιμάσουν μια μέρα στη Μόσχα ή την Τεχεράνη- ανταποκρίθηκαν σε κάθε κλιμάκωση από τις ΗΠΑ με μια αντίθετη κλιμάκωση. Αυτοί οι περιφερειακοί «χαλαστές» πετυχαίνουν συχνά επειδή έχουν περισσότερη τοπική επιρροή και διακυβεύουν περισσότερα από όσα οι Ηνωμένες Πολιτείες, και είναι πολύ πιο εύκολο να προκαλέσουν χάος παρά να το αποτρέψουν.

Οι πιο πρόσφατες επεμβάσεις των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή επιδίωξαν να αντικαταστήσουν αυταρχικά καθεστώτα με δημοκρατικές κυβερνήσεις. Αλλά ακόμη και αν αυτές οι ενέργειες είχαν αποφύγει με κάποιο τρόπο τις παγίδες που δημιουργούνται από κενά ασφαλείας, λαϊκή αντίσταση, και αναξιόπιστους πληρεξούσιους, θα ήταν απίθανο να οδηγηθούν σε νέες δημοκρατίες. Αν και δεν υπάρχουν σαφείς συνταγές για την δημοκρατική ανάπτυξη, η εκτεταμένη επιστημονική έρευνα [6] υποδηλώνει ότι τα κύρια συστατικά περιλαμβάνουν υψηλό βαθμό οικονομικής ανάπτυξης˙ σημαντική εθνική, πολιτική και πολιτιστική ομοιογένεια (ή τουλάχιστον ένα κοινό εθνικό αφήγημα)˙ και την προηγούμενη ύπαρξη δημοκρατικών κανόνων, πρακτικών και θεσμών. Δυστυχώς, τα κράτη της σύγχρονης Μέσης Ανατολής δεν διαθέτουν κανένα από αυτά τα χαρακτηριστικά. Τίποτε από αυτά δεν σημαίνει ότι η δημοκρατία είναι αδύνατη εκεί ή ότι η προώθηση της δημοκρατίας δεν πρέπει να αποτελεί μια αμερικανική φιλοδοξία. Ωστόσο, υποδηλώνει ότι η επιδίωξη της αλλαγής καθεστώτος στη Μέση Ανατολή με την ελπίδα ότι κάτι τέτοιο θα οδηγήσει σε δημοκρατική ανάπτυξη είναι ευσεβής πόθος σε ακραίο βαθμό.

ΜΑΘΑΙΝΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΟΝ ΣΚΛΗΡΟ ΤΡΟΠΟ

Η βαθιά αμερικανική επιθυμία να επιλύσει τα προβλήματα στη Μέση Ανατολή είναι από πολλές απόψεις αξιότιμη, αλλά μπορεί να είναι και επικίνδυνη. Η σκληρή πραγματικότητα -που αποδεικνύεται από δεκαετίες οδυνηρής εμπειρίας στην περιοχή- είναι ότι υπάρχουν ορισμένα προβλήματα που δεν μπορούν να λυθούν εντελώς, και η προσπάθεια να επιλυθούν μερικές φορές κάνει τα πράγματα χειρότερα.

Μέρος του προβλήματος είναι ότι οι υπεύθυνοι χάραξης της πολιτικής των ΗΠΑ συχνά δεν έχουν μια βαθιά κατανόηση των εν λόγω χωρών, κάτι που τους καθιστά ευάλωτους σε χειραγώγηση από πλευρές με δικά τους συμφέροντα. Το πιο διάσημο παράδειγμα είναι ο Ιρακινός εξόριστος Ahmed Chalabi, ο οποίος βοήθησε να πεισθούν ανώτεροι αξιωματούχοι της κυβέρνησης Τζορτζ Μπους ότι το Ιράκ είχε όπλα μαζικής καταστροφής και ότι οι δυνάμεις των ΗΠΑ θα καλωσορίζονταν ως απελευθερωτές στο Ιράκ. Χρόνια μετά την εισβολή, οι ιρακινές Αρχές συνέλαβαν τον Τσαλαμπί με την κατηγορία της πλαστογραφίας και υποστηρίχθηκε ότι εργαζόταν για την προώθηση των συμφερόντων του Ιράν. Παρόμοια σενάρια διαδραματίστηκαν στην Λιβύη, την Συρία και αλλού, όπου ακόμη και καλοπροαίρετοι εξόριστοι είπαν στους Αμερικανούς και σε άλλους αυτά που [οι Αμερικανοί] ήθελαν να ακούσουν, ώστε να κερδίσουν την υποστήριξη της πιο ισχυρής χώρας του κόσμου. Σε κάθε περίπτωση, αυτό οδήγησε σε τεραστίως λανθασμένους υπολογισμούς σχετικά με το τι θα συνέβαινε μετά την επέμβαση των ΗΠΑ, σχεδόν πάντα προς την κατεύθυνση της υπερβολικής αισιοδοξίας.

Οι Αμερικανοί συνεχίζουν επίσης να θέτουν την ελπίδα πάνω από την εμπειρία όσον αφορά την πολιτική της Μέσης Ανατολής, λόγω της επίμονης τάσης να υποτιμούν τον βαθμό των πόρων και της δέσμευσης που θα χρειαστεί για να απαλλαγούν από ένα εχθρικό καθεστώς και να σταθεροποιήσουν την κατάσταση μόλις αυτό πάψει να υπάρχει. Αλλά πολλές δεκαετίες εμπειρίας δείχνουν ότι τα αυταρχικά καθεστώτα δεν παραιτούνται ποτέ από την εξουσία απέναντι μόνο σε οικονομικές κυρώσεις [7] (που πλήττουν τον λαό περισσότερο από την ηγεσία) ή ακόμη και όταν αντιμετωπίζουν μέτριες ποσότητες στρατιωτικής βίας. Πολλοί κυβερνώντες της Μέσης Ανατολής ήταν πρόθυμοι να διακινδυνεύσουν ακόμη και να χάσουν την ζωή τους παρά να εγκαταλείψουν την εξουσία τους εθελοντικά. Το αποτέλεσμα είναι ότι όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες θέλουν να απαλλαγούν από αυτούς τους ηγέτες, πρέπει να υπερβούν κατά πολύ τα μέτρα χαμηλού κόστους που συχνά προτείνουν οι υποστηρικτές της αλλαγής καθεστώτος, όπως η εφαρμογή ζωνών απαγόρευσης πτήσεων, η έναρξη αεροπορικών επιθέσεων και η παροχή όπλων στην αντιπολίτευση. Αντίθετα, απαιτούνται σημαντικές στρατιωτικές αποστολές των ΗΠΑ για την απομάκρυνση τέτοιων ηγετών, και ακόμη και μετά την αποχώρησή τους, αποδεικνύεται πάντα πολύ πιο δαπανηρό να αντιμετωπιστούν τα επακόλουθα από όσο προτείνουν οι υποστηρικτές της αλλαγής καθεστώτος. Και παρόλο που αξιωματούχοι στην Ουάσινγκτον συχνά υποθέτουν ότι περιφερειακοί ή διεθνείς εταίροι θα βοηθήσουν να αντιμετωπιστούν τα βάρη και θα αναλάβουν το κόστος της αλλαγής καθεστώτος, αυτό σπάνια συμβαίνει στην πραγματικότητα.