Τι έμαθε η Κίνα από τον πόλεμο στην Ουκρανία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Τι έμαθε η Κίνα από τον πόλεμο στην Ουκρανία

Ακόμα και οι μεγάλες δυνάμεις δεν είναι ασφαλείς από τον οικονομικό πόλεμο -αν η υπό την ηγεσία των ΗΠΑ τάξη παραμείνει ενωμένη

Αυτό είναι το πλαίσιο για τα νέα μαθήματα που έλαβε το Πεκίνο από τον Φεβρουάριο του 2022. Όταν τα τανκς της Μόσχας εισέβαλαν στην Ουκρανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, οι Ηνωμένες Πολιτείες, και η ΕΕ αγωνίστηκαν για να βρουν μια τιμωρητική απάντηση. Στην ουκρανική κρίση του 2014-15, η Δύση επεξεργάστηκε προσεκτικά κυρώσεις επί πολλούς μήνες για να επιβάλει πρόστιμα στην Ρωσία, να αλλάξει την συμπεριφορά της Μόσχας, και να αποκτήσει μοχλό πίεσης για διαπραγματεύσεις. Το 2022, όταν κατέστη σαφές ότι ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, επεδίωκε όχι απλώς περισσότερα εδάφη στην Ουκρανία αλλά την πλήρη κατάληψη της χώρας, το πεδίο εφαρμογής της απάντησης των κυρώσεων μετατοπίστηκε σε έναν άμεσο ολοκληρωτικό οικονομικό πόλεμο. Μέσα σε λίγες ημέρες από την εισβολή, οι συμμαχικές κυβερνήσεις ανακοίνωσαν την δέσμευση περιουσιακών στοιχείων σε όλα τα συναλλαγματικά αποθέματα της Ρωσίας σε Αυστραλία, Καναδά, Ιαπωνία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ηνωμένες Πολιτείες, και ΕΕ, επέβαλαν κυρώσεις στα μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της Ρωσίας, και διέκοψαν την πρόσβασή τους στο SWIFT, την ασφαλή πλατφόρμα ανταλλαγής μηνυμάτων που συνδέει τις τράπεζες σε όλο τον κόσμο.

Καμία οικονομία κοντά στο μέγεθος της Ρωσίας δεν είχε υποβληθεί σε τέτοια μέτρα από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Κατά την έναρξη της εισβολής του 2022, η Ρωσία είχε την δέκατη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο με βάση το ΑΕΠ. Η παραγωγή πετρελαίου της πλησίαζε τα 11 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως, σχεδόν τρεις φορές μεγαλύτερη από την παραγωγή πετρελαίου της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν στην κορύφωσή της το 2005. Η Ρωσία ήταν ο μεγαλύτερος εξαγωγέας φυσικού αερίου στον κόσμο και ο κορυφαίος προμηθευτής βασικών παγκόσμιων αγαθών και εισροών, από λιπάσματα και σιτηρά μέχρι τιτάνιο.

Από γεωπολιτική άποψη, η Ρωσία, όπως και η Κίνα, είναι κράτος με πυρηνικά όπλα και μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Επίσης, όπως και η Κίνα, η Ρωσία είναι μέλος ενός μεγάλου εύρους παγκόσμιων θεσμών. Είναι αλήθεια ότι η οικονομία της Κίνας εξακολουθεί να είναι δέκα φορές μεγαλύτερη από της Ρωσίας και το αποτύπωμα της Κίνας στην παγκόσμια οικονομία -από την άποψη του εμπορίου, των επενδύσεων, και των ροών κεφαλαίων- επισκιάζει εκείνο της Ρωσίας, ιδίως όσον αφορά τους δεσμούς της με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά αν οι Κινέζοι ιθύνοντες πίστευαν κάποτε ότι μια οικονομία πρώτης κατηγορίας ήταν πολύ μεγάλη για να της επιβληθούν κυρώσεις, το περασμένο έτος ήταν ανησυχητικό.

Το Πεκίνο δεν μπορεί πλέον να υποθέσει απλώς ότι η Δύση δεν θα διακινδυνεύσει ποτέ οικονομικούς κλυδωνισμούς για μια κινεζική εισβολή [1] στην Ταϊβάν. Το Πεκίνο μόλις είδε τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους Ευρωπαίους συμμάχους τους να αναλαμβάνουν σημαντικούς εθνικούς και παγκόσμιους κινδύνους για την Ουκρανία, εκθετικά χαμηλότερη και σαφώς μικρότερη παγκόσμια οικονομία από την οικονομία της Ταϊβάν, η οποία έχει την έβδομη μεγαλύτερη οικονομία στην βιομηχανική Ασία και παρέχει έναν κομβικό κρίκο στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού. Και η Ουάσινγκτον έχει μεγαλύτερους ιστορικούς, νομικούς, και συναισθηματικούς δεσμούς με την Ταϊβάν από όσο με την Ουκρανία. Η Κίνα δεν μπορεί πλέον να υποθέσει ότι η Δύση θα επιβάλει σημαντικές κυρώσεις μόνο σε περιθωριακές χώρες και περιθωριακές κυρώσεις μόνο σε μεγάλες χώρες.

Το Πεκίνο εξεπλάγη επίσης από την σφοδρότητα της Δυτικής αντίδρασης στην επιθετικότητα της Ρωσίας. Στον απόηχο της εισβολής στη Ντονμπάς το 2014, ο Πούτιν και ο Κινέζος πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ αποχώρησαν με το μάθημα ότι η Δύση -και ιδιαίτερα οι σύμμαχοι των Αμερικανών που αποφεύγουν το ρίσκο, οι οποίοι είναι πολλοί τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ασία- δεν θα υποστήριζαν δαπανηρές κυρώσεις για λογαριασμό ενός τρίτου μέρους. Τούτη την φορά, το μάθημα αυτό δεν ισχύει. Όταν τα τανκς της Μόσχας όρμησαν προς το Κίεβο, βγήκαν τα όπλα. Μια κλιμάκωση που είχε διαρκέσει 18 μήνες στην εκστρατεία κυρώσεων κατά του Ιράν κατέρρευσε μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο. Ακόμη και οι εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου της Ρωσίας, που είχαν θεωρηθεί πολύ σημαντικές για να τις αγγίξει κανείς το 2014, υπέστησαν κυρώσεις. Η Δύση κινήθηκε ταχύτερα από όσο πολλοί πίστευαν ότι ήταν δυνατόν για να απεξαρτηθεί από το ρωσικό πετρέλαιο, και το G-7 έθεσε πρόσφατα σε εφαρμογή ένα σύστημα ανώτατων τιμών με στόχο να συμπιέσει την τιμή που λαμβάνει η Ρωσία για το αργό πετρέλαιο και τα πετρελαιοειδή της αλλού στον κόσμο, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι οι ενεργειακές αγορές εξακολουθούν να είναι καλά εφοδιασμένες.

Αυτά τα βήματα απαιτούσαν θυσίες. Και η Δύση επωμίστηκε πραγματικό κόστος με τη μορφή πληθωρισμού [2], υψηλότερων λογαριασμών ενέργειας, και ελλείψεων φυσικού αερίου. Αλλά μέχρι στιγμής, με την βοήθεια ενός ήπιου χειμώνα, ο συνασπισμός έχει κρατήσει. Το μάθημα για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής στο Πεκίνο είναι αδιαμφισβήτητο: μια σημαντική απειλή για την διεθνή τάξη μπορεί να επιφέρει μια πράγματι πολύ επώδυνη οικονομική απάντηση, ακόμη και αν αυτή συνοδεύεται από κόστος για τις χώρες που επιβάλλουν τις κυρώσεις.

ΦΡΟΥΡΙΟ ΚΙΝΑ

Οι χώρες λαμβάνουν στρατηγικές αποφάσεις, μεταξύ άλλων και για τον πόλεμο, επειδή οι ηγέτες σταθμίζουν το κόστος και τα οφέλη και στην συνέχεια κρίνουν ότι η επίθεση αξίζει τον κίνδυνο. Επομένως, η Κίνα δεν θα αποφύγει την χρήση βίας κατά της Ταϊβάν απλώς και μόνο επειδή φοβάται τις κυρώσεις. Η Κίνα θα προσπαθήσει, ωστόσο, να αφομοιώσει τα διδάγματα από την εμπειρία της Ρωσίας στην Ουκρανία σχετικά με το πώς να καλύψει τα τρωτά της σημεία, να διασφαλίσει την ανθεκτικότητά της, και να δημιουργήσει περισσότερες επιλογές.