Ο λαός Vs Donald Trump | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο λαός Vs Donald Trump

Η παραπομπή του πρώην προέδρου θα δοκιμάσει την αμερικανική δημοκρατία

Στην πραγματικότητα, ποινικές ενέργειες κατά νυν ή πρώην κορυφαίων εκλεγμένων αξιωματούχων έχουν λάβει χώρα σε πολλές δημοκρατίες χωρίς να υπονομευθούν τα πολιτικά τους συστήματα. Στις χώρες που έχουν ασκήσει αυτές τις διώξεις περιλαμβάνονται η Αργεντινή (πρόεδροι Carlos Menem και Cristina Kirchner), η Κροατία (πρωθυπουργός Ivo Sanader), ο Ισημερινός (πρόεδρος Jamil Mahuad), η Γαλλία (πρόεδροι Jacques Chirac και Nicolas Sarkozy), το Ισραήλ (πρωθυπουργός Ehud Olmert), Ιταλία (πρωθυπουργός Silvio Berlusconi), Πορτογαλία (πρωθυπουργός José Sócrates), Ρουμανία (πρωθυπουργός Adrian Nastase), Νότια Αφρική (πρόεδρος Jacob Zuma), Νότια Κορέα (πρόεδροι Roh Tae-woo και Park Geun-hye), και Ταϊβάν (πρόεδρος Chen Shui-bian). Αντί να απειλούν την δημοκρατία, πολλές από αυτές τις νομικές ενέργειες αναμφισβήτητα ενίσχυσαν τους δημοκρατικούς θεσμούς, αποδεικνύοντας ότι κανείς δεν είναι υπεράνω του νόμου.

ΤΑ ΕΥΦΛΕΚΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ

Ταυτόχρονα, η πόλωση της αμερικανικής πολιτικής καθιστά την δίωξη ενός πρώην ηγέτη δυνητικά πιο επικίνδυνη από όσο θα ήταν σε πολλές άλλες χώρες. Πρώτον, η δικαστική δράση με πολιτικά κίνητρα είναι πιο πιθανή σε πικρά, έντονα αμφισβητούμενα πολιτικά πλαίσια. Στην Βραζιλία, για παράδειγμα, ο Sergio Moro, ένας ομοσπονδιακός δικαστής, συνεργάστηκε άμεσα με τους εισαγγελείς για την απαγγελία κατηγοριών κατά του πρώην προέδρου, Luiz Inácio Lula da Silva, και στην συνέχεια υπηρέτησε ως Υπουργός Δικαιοσύνης υπό τον αντίπαλο του Lula, τον πρόεδρο, Jair Bolsonaro.

Η ακραία αντίδραση των υποστηρικτών των ηγετών που αντιμετωπίζουν διώξεις είναι επίσης πιο πιθανή σε ένα πολωμένο περιβάλλον. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η νομική δράση κατά του Τραμπ έχει ως στόχο έναν προεδρικό υποψήφιο του οποίου οι υποστηρικτές είναι καλά οπλισμένοι και βλέπουν εδώ και καιρό τις πολιτικές μάχες με υπαρξιακούς όρους. Το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα αντιμετωπίζει σήμερα μια απειλή για την εκλογική του βιωσιμότητα που προκαλείται από τη μείωση του αριθμού των λευκών Χριστιανών της υπαίθρου οι οποίοι αποτελούν την εκλογική βάση του κόμματος και καθορίζουν την ταυτότητά του. Το ποσοστό των λευκών Ευαγγελιστών έχει μειωθεί [4] από 23% του αμερικανικού πληθυσμού το 2006 σε 14% το 2020. Εν μέρει λόγω αυτών των τάσεων, οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν χάσει την λαϊκή ψήφο στις επτά από τις τελευταίες οκτώ προεδρικές αναμετρήσεις.

Ταυτόχρονα, η αυξανόμενη ποικιλομορφία των Ηνωμένων Πολιτειών έχει ριζοσπαστικοποιήσει ένα σημαντικό ποσοστό των Ρεπουμπλικάνων, οι οποίοι φοβούνται ότι οι λευκοί Αμερικανοί χάνουν την θέση τους στην κοινωνία από τους μη λευκούς. Ο Michael Anton, ένας συντηρητικός δοκιμιογράφος που αργότερα υπηρέτησε στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας υπό τον Τραμπ, αποκρυστάλλωσε αυτήν την προοπτική κατά την διάρκεια των εκλογών του 2016, όταν έκανε έναν παραλληλισμό [5] μεταξύ των υποστηρικτών του Τραμπ που προσπαθούν να ανακτήσουν το πολιτικό τους σύστημα και των επιβατών της καταδικασμένης πτήσης 93 της United Airlines, η οποία είχε καταληφθεί από τρομοκράτες στο πλαίσιο των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου. «Επιτεθείτε στο πιλοτήριο ή πεθαίνετε», έγραψε. «Μπορεί να πεθάνετε ούτως ή άλλως».

Για τον Anton και ένα μεγάλο μέρος των υποστηρικτών του Τραμπ, τα θεμέλια της αμερικανικής ζωής απειλούνται υπαρξιακά από την «αδιάκοπη εισαγωγή τριτοκοσμικών αλλοδαπών χωρίς παράδοση, προτίμηση, ή εμπειρία στην ελευθερία», η οποία θα καταστρέψει τον Δυτικό πολιτισμό και θα οδηγήσει στη «μόνιμη νίκη» μιας αριστεράς που σκοπεύει να συντρίψει την δεξιά. Σύμφωνα με αυτήν την άποψη, πολλοί Ρεπουμπλικάνοι -οι οποίοι έχουν περίπου διπλάσιες πιθανότητες από τους Δημοκρατικούς να κατέχουν όπλο- πιστεύουν ότι η βία ίσως να είναι απαραίτητη για να σταματήσει η παρακμή του παραδοσιακού αμερικανικού τρόπου ζωής.

Όπως σημείωσε η πολιτική επιστήμονας, Rachel Kleinfeld [6], η βίαιη ρητορική και οι ιδέες της λευκής υπεροχής, οι οποίες αποτελούσαν αντικείμενο περιθωριακών ομάδων, έχουν εισέλθει στο κυρίαρχο ρεύμα των Ρεπουμπλικανών. Το Fox News, για παράδειγμα, έχει φιλοξενήσει εκτεταμένες συζητήσεις σχετικά με την θεωρία της μεγάλης αντικατάστασης, η οποία υποστηρίζει ότι η αυξημένη ποικιλομορφία στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι προϊόν συνωμοσίας για την «αντικατάσταση» των γηγενών λευκών Αμερικανών με μετανάστες. Η ελίτ του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος έχει εμπλακεί συχνά σε βίαιη ρητορική -ορισμένοι συντηρητικοί ηγέτες πανηγύρισαν [7] ακόμη και την επίθεση στα τέλη του 2022 στον σύζυγο της προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων, Νάνσι Πελόζι. Σε μια σαφή προσπάθεια να συσπειρώσει την ακροδεξιά, ο Τραμπ έδωσε επίσης μια ομιλία στο Γουέικο, στο Τέξας, στην επέτειο της επίθεσης του FBI στο συγκρότημα μιας ένοπλης θρησκευτικής αίρεσης, μια επίθεση που τροφοδότησε την ανάπτυξη των δεξιών πολιτοφυλακών.

Δεδομένων αυτών των τάσεων, δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η πολιτική βία έχει αυξηθεί απότομα τα τελευταία χρόνια. Οι απειλές κατά μελών του Κογκρέσου, για παράδειγμα, έχουν δεκαπλασιαστεί τα τελευταία πέντε χρόνια. Οι τάσεις αυτές καθοδηγούνται κυρίως από ακροδεξιούς εξτρεμιστές. Σύμφωνα με στοιχεία που συγκέντρωσε το Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών, το συντριπτικό ποσοστό των πρόσφατων πράξεων εγχώριας τρομοκρατίας -συμπεριλαμβανομένων των επιθέσεων σε τζαμιά, συναγωγές, και εκκλησίες μαύρων- έχει πραγματοποιηθεί [8] από ακροδεξιές ομάδες. Σχεδόν όλες οι δολοφονίες με πολιτικά κίνητρα την τελευταία δεκαετία έχουν επίσης διαπραχθεί από μέλη της ακροδεξιάς.