Bilal Y. Saab
Ο Λίβανος είναι και πολύ κατακερματισμένος και ιδιαίτερα πολύτιμος για να χρησιμοποιηθεί ως πληρεξούσιος στον στρατηγικό ανταγωνισμό του Ριάντ με την Τεχεράνη. Αυτή η στρατηγική δοκιμάστηκε αρκετές φορές παλαιότερα και κάθε φορά οδήγησε σε καταστροφή.
Πολύ λίγοι θέλουν να πάρουν την δουλειά του πρωθυπουργού στον Λίβανο, εξαιτίας του φόβου ότι θα αντιμετωπίσουν την Ουάσινγκτον και το Ριάντ μεταξύ άλλων προβλημάτων και δύσκολων ισορροπιών.
Αυτή είναι μια νέα πολιτική εποχή στον Αραβικό Κόλπο, μια εποχή στην οποία τα μεμονωμένα κράτη ορίζουν την δική τους πορεία και όπου η ιδέα της ενότητας, ανεξάρτητα από το πόσο πιέζει η Σαουδική Αραβία προς αυτή την κατεύθυνση, ξεθωριάζει γρήγορα.
Η τελική δοκιμασία του Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν θα είναι η ικανότητά του να πουλήσει το σχέδιο της μεταρρύθμισής του σε δύο κρίσιμα ακροατήρια και να χαλυβδώσει την υποστήριξή τους. Το πρώτο κοινό είναι ο σαουδαραβικός λαός, η πλειοψηφία του οποίου αποφεύγει το ρίσκο και είναι ανήσυχος για την αλλαγή. Το δεύτερο είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι Λιβανέζοι λατρεύουν να λένε στον κόσμο ότι τα προβλήματά τους προκαλούνται από ξένους και πως ό, τι συμβαίνει ή δεν συμβαίνει στον Λίβανο είναι πάντα μια αντανάκλαση των περιφερειακών εξελίξεων. Αν και αυτό είναι αλήθεια περισσότερες φορές από όσες δεν είναι, αυτή την φορά, ωστόσο, είναι ψευδές.
Με την βραχυπρόθεσμη έως μεσοπρόθεσμη συνταγή για πολιτική σταθερότητα που θα φέρει η επίλυση του προεδρικού προβλήματος του Λιβάνου, οι κρατικοί θεσμοί μπορεί να επανενεργοποιηθούν, ένας νέος εκλογικός νόμος μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης, και η εθνική ασφάλεια μπορεί να διατηρηθεί.
Ο πρόεδρος της Συρίας Μπασάρ αλ-Άσαντ έχει καταστήσει σαφές ότι δεν πρόκειται να διαπραγματευτεί με τους αντάρτες, τους οποίους θεωρεί «τρομοκράτες». Οι σύμμαχοί του, η Μόσχα και η Τεχεράνη, συνεχίζουν επίσης να αποκρούουν αιτήματα για να παραιτηθεί από πρόεδρος. Οπότε, έχει σημασία ότι, την περασμένη εβδομάδα, τα μέλη της συριακής αντιπολίτευσης επανέλαβαν τις εκκλήσεις τους για την απομάκρυνση του Άσαντ σε μια διάσκεψη στο Ριάντ;
Υπάρχει κάτι γνώριμο αναφορικά με την τρέχουσα τρομοκρατική εκστρατεία του Ισλαμικού Κράτους (ISIS) στην Σαουδική Αραβία. Στην πραγματικότητα, παρουσιάζει τρομερές ομοιότητες με εκείνη της αλ Κάιντα πριν από 12 χρόνια. Τότε, ο οίκος των Σαούντ απέκρουσε με επιτυχία τους τζιχαντιστές εχθρούς του. Αυτήν την φορά, όμως, το Ριάντ θα χρειαστεί προνοητικότητα, πολιτική δεινότητα και, πάνω απ’ όλα, ενδοσκόπηση για να επαναλάβει την προηγούμενη επιτυχία του.
Η Ουάσιγκτον θα κάνει μεγάλο λάθος αν δεν προτείνει μια σημαντική αναβάθμιση των σχέσεων ασφάλειας με τους εταίρους της στον Κόλπο, που να είναι τόσο τολμηρή και στρατηγικά σημαντική όσο η μελλοντική πυρηνική συμφωνία με την Τεχεράνη.
Με την επέμβαση στην Υεμένη, ο στρατός της Σαουδικής Αραβίας προσπαθεί να σκοτώσει «με ένα σμπάρο πολλά τρυγόνια»: Να διαφυλάξει την χώρα από μια άμεση στρατιωτική απειλή, να διεκδικήσει την ηγεσία του αραβικού κόσμου και να διορθώσει αυτό που θεωρεί γεωπολιτική ανισορροπία στη Μέση Ανατολή μεταξύ της ίδιας και του Ιράν.
Η ηγεσία έχει σημασία, κυρίως στην Μέση Ανατολή, όπου οι θεσμοί είναι αδύναμοι και συχνά ανύπαρκτοι. Αλλά το χάρισμα και το ταλέντο, από μόνα τους, δεν θα είναι αρκετά για να βγάλουν την Σαουδική Αραβία έξω από τα επί γενεές βαθιά προβλήματα που πηγαίνουν πέρα από τον Αμπντουλάχ, τον διάδοχό του Σαλμάν, ή οποιονδήποτε ηγέτη ο οποίος θα προεδρεύσει του βασιλείου.
Μετά από μια βουτιά των τιμών τού πετρελαίου, η Σαουδική Αραβία αναμενόταν να μειώσει την παραγωγή της και να συμβάλει στην σταθεροποίηση της αγοράς. Αλλά σε μια ρήξη με την παράδοση, το Ριάντ αρνήθηκε να παίξει μπάλα. Η απόφαση αυτή θα έχει εκτεταμένες συνέπειες, μερικές από τις οποίες έχουν μεγάλο ρίσκο για το βασίλειο.
Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα δήλωσαν και έκαναν πρόσφατα όλα τα σωστά πράγματα για να αποδείξουν ότι επιθυμούν μια ισχυρότερη συνεργασία με το ΝΑΤΟ.
Η διπλωματική παρέμβαση του Κατάρ στην Γάζα εξέθεσε τους κινδύνους που ενέχονται στην ευρύτερη μεγάλη στρατηγική του. Παρά το γεγονός ότι η εξωτερική πολιτική τού Κατάρ δεν έχει αλλάξει, δεν πρόκειται πλέον να είναι σε θέση να παρουσιάζεται ως ουδέτερος κριτής.
Καμία σύγχρονη αραβική χώρα δεν κατόρθωσε να χτίσει και να διατηρήσει μια εγχώρια εθνική αμυντική βιομηχανία. Η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα είναι κοντά στο να το αλλάξουν αυτό.
Η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μπαχρέιν έχουν αποσύρει τους πρεσβευτές τους από το Κατάρ, υποστηρίζοντας ότι η Ντόχα παραβιάζει την ρήτρα στο καταστατικό τού Συμβουλίου Συνεργασίας τού Κόλπου που προβλέπει ότι τα κράτη-μέλη δεν θα παρεμβαίνουν στις εσωτερικές υποθέσεις των άλλων μελών. Η απόφαση, άνευ προηγουμένου στην ιστορία τού Συμβουλίου, παραπέμπει σε σημαντικές αλλαγές που έρχονται για το Συμβούλιο και την ισορροπία δυνάμεων στον Κόλπο.
Καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες επαναπροσδιορίζουν τον ρόλο τους στη Μέση Ανατολή, οι περιφερειακές δυνάμεις αισθάνονται πίεση για να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση και να συνεργαστούν μεταξύ τους. Και αυτό είναι ακριβώς που κάνουν τα ΗΑΕ επιτυγχάνοντας δυνητικά μια συμφωνία με το Ιράν για τα διαμφισβητούμενα νησιά Αμπού Μούσα και τα Μεγάλο και Μικρό Τουνμπ.
Μια ειρηνευτική αποστολή τού ΟΗΕ έχει διατηρήσει την ειρήνη κατά μήκος των ισραηλινο-συριακών συνόρων για 40 χρόνια. Όμως, η πίεση τού πολέμου συνθλίβει την αποστολή– γεγονός που καθιστά ακόμη πιθανότερο ότι η συριακή σύγκρουση θα καταποντίσει την ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Με το λουτρό αίματος στην Αίγυπτο, τη συνεχιζόμενη σφαγή στη Συρία και τις μακάβριες βομβιστικές επιθέσεις στο Ιράκ, άλλη μια έκρηξη στη Μέση Ανατολή δύσκολα θα μπορούσε να αποτελέσει είδηση. Αλλά η σημασία της έκρηξης που συγκλόνισε τα κυριαρχούμενα από Σιίτες νότια προάστια της Βηρυτού δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Θα μπορούσε να σημάνει την αρχή του τέλους για τη Χεζμπολάχ.
Πριν από τρεις εβδομάδες, ο πρωθυπουργός του Λιβάνου παραιτήθηκε κάτω από την επιτίμηση της Χεζμπολάχ. Το κόμμα προσπαθεί να ενισχύσει τη θέση του στον Λίβανο, δεδομένου ότι δεν μπορεί πλέον να υπολογίζει στον Σύριο σύμμαχό του, τον Μπασάρ αλ-Άσαντ. Αλλά η Χεζμπολάχ θα πρέπει να γνωρίζει από τώρα ότι δεν θα είναι σε θέση να κυβερνήσει τον Λίβανο μόνη της ή με σιδηρά πυγμή.
Μετά από σχεδόν δύο χρόνια αιματοχυσίας στη Συρία, υπάρχει μικρή πιθανότητα οι διαπραγματεύσεις του είδους που προωθεί ο απεσταλμένος ειρήνης του ΟΗΕ, Λακντάρ Μπραχίμι, να τερμάτιζαν την σύγκρουση. Το πιο πιθανό είναι ότι θα την παρατείνουν. Και ακόμη χειρότερα, θα διαιωνίζουν την αγαπημένη στρατηγική του Μπασάρ αλ- Άσαντ, να διασπείρει φόβους για επαναστατικό σεχταρισμό και εξτρεμισμό ώστε να αποτρέπει τον κόσμο από το να παρέμβει εναντίον του.